ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Γερμανία: Αποδόμηση της εργασίας η στρατηγική απάντηση του κεφαλαίου






Σοφία Καρατάκη, Σοφία Στεφανίδου
Η ανεργία ανέκαθεν αποτελούσε το δούρειο ίππο για την συμπίεση των εργατικών δικαιωμάτων. Σήμερα, όμως, θα αποτελέσει το μηχανισμό για την πλήρη ανατροπή όσων είχε με αγώνες κατακτήσει το εργατικό κίνημα εδώ και έναν αιώνα. Η στρατηγική του κεφαλαίου στη σημερινή κρίση, προκειμένου να ξεπεράσει το βασικό του πρόβλημα, την πτώση του μέσου ποσοστού κέρδους που εκδηλώθηκε το 1973, ανακόπηκε από τα μέσα του ’90, αλλά επανήλθε δριμύτερη το 2008, βάζει στο επίκεντρο τις εργασιακές σχέσεις, με στόχο τη δημιουργία ενός σύγχρονου εργασιακού μεσαίωνα. Στην προηγούμενη μεγάλη κρίση, οδήγησε την ανθρωπότητα στην ανθρωποσφαγή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των ταγμάτων εργασίας, αλλά και στα κοινωνικά συμβόλαια, την αλυσίδα παραγωγής και τον κεϊνσιανισμό. Σήμερα, δεν φαίνεται να είναι -προς το παρόν- επιλογή του ο πόλεμος – αν και η επιχειρούμενη «νέα εργασία», ενδεχομένως, να έχει ισάριθμα θύματα – ούτε φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα νέων κοινωνικών συμβολαίων και κράτους πρόνοιας, αλλά ούτε και η διατήρηση των κοινωνικών συμβολαίων και του κράτους πρόνοιας. 
Και εννοούμε ότι το κεφάλαιο όχι μόνο εξωθεί εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία, αλλά τη χρησιμοποιεί ώστε να εκμεταλλευτεί με νέους και πιο αποδοτικούς γι΄ αυτό όρους, το σύνολο των παραγωγικών δυνάμεων. 
Για να γίνει αυτό κατανοητό, αξίζει να καταγραφούν το περιεχόμενο και οι μέθοδοι της νέας στρατηγικής του κεφαλαίου, όπως έχουν εφαρμοστεί στη Γερμανία εδώ και μια δεκαετία, μπήκαν σε εφαρμογή παράλληλα και στη χώρα μας και τώρα σχεδιάζεται με ρυθμούς fast track να γενικευτούν και να μπουν στην πιο ολοκληρωμένη τους φάση. 
Έτσι, ήταν το 2002, όταν η κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων υιοθέτησε το σύνολο των προτάσεων μιας επιτροπής που είχε συσταθεί για να προτείνει μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, με πρόσχημα την καταπολέμηση της ανεργίας. Τα στάδια εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων ονομάστηκαν Χαρτς 1, Χαρτς 2, 3, 4 από τον Πέτερ Χαρτς, επικεφαλής της επιτροπής και πρωσοπάρχη της Φόλκσβαγκεν, και εντάχθηκαν στο πλαίσιο της Ε.Ε. με την «Ατζέντα 2010». 
Ο σοσιαλδημοκράτης τότε καγκελάριος της Γερμανίας σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ εξηγώντας την πολιτική αυτή, τόνισε ότι οι νόμοι Χαρτς βασίζονται στη λογική «καμία υποστήριξη χωρίς απαίτηση», μια λογική που οδηγεί στην πλήρη χειραγώγηση των πολιτών που απολαμβάνουν κοινωνικές παροχές. Πυρήνας της είναι «ο πολίτης σε κάθε φάση της ζωής του να προσφέρει εργασία, ό,τι κι αν είναι αυτή». Αφού πρώτα καλλιεργήθηκε, με τη βοήθεια των ΜΜΕ, η αντίληψη ότι ο άνεργος ευθύνεται ο ίδιος για την ανεργία του, επιβλήθηκε η λογική «Foerdern und fordern» (υποστηρίζω και απαιτώ). Ο μακροχρόνια άνεργος πρέπει τώρα αυτός με κάθε τρόπο να αποδεικνύει ότι είναι πρόθυμος να εργαστεί, διαφορετικά περικόπτεται μερικώς ή ολικώς το επίδομα ανεργίας 2 που προβλέπεται για τους μακροχρόνια άνεργους. Αυτό σημαίνει, ότι είναι υποχρεωμένος να αποδέχεται ό,τι εργασία του προσφέρεται για να παραμείνει επιδοτούμενος άνεργος. Δηλαδή, το κράτος πληρώνει επίδομα μακροχρόνιας ανεργίας, αλλά απαιτεί από τον άνεργο να αποδέχεται ό,τι εργασία του προσφέρεται (η δήλωση του Π. Δούκα δεν ήταν τελικά, και τόσο πρωτότυπη – κάτι αντίστοιχο περιγράφει ο Τζακ Λόντον στο Άνθρωποι της Αβύσσου – αντίστοιχα ήταν τα σπίτια εργασίας στην Αγγλία και τη Γαλλία που περιγράφουν οι κλασικοί του μαρξισμού). Διατείνονται ότι η Γερμανία βγαίνει αλώβητη από την κρίση, επειδή προνόησε να προβεί στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις έγκαιρα. Βέβαια, η πραγματικότητα των 4,5 εκατομμυρίων άνεργων στη Γερμανία και των 7 εκατομμυρίων εργαζόμενων που ζουν στα όρια της φτώχειας το διαψεύδουν. 
Από το 2005, όταν ολοκληρώθηκε το ο νόμος Hartz 4, άρχισαν να φαίνονται οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις. Συστάθηκαν μια σειρά από οργανώσεις-εργολάβοι, σαν τις εγχώριες ΜΚΟ, των οποίων η αποστολή ήταν να προωθούν τους μακροχρόνια άνεργους -μέσω προγραμμάτων- σε «θέσεις εργασίας». Αυτές έπρεπε να είναι κοινωφελούς σημασίας και να μην καλύπτουν κανονικά αμειβόμενες θέσεις. Η διάρκεια των προγραμμάτων είναι, κατά κανόνα, 6 μήνες, 30 ώρες/εβδομάδα, ενώ ο εργαζόμενος άνεργος πληρώνεται με ένα ευρώ (!!!) την ώρα -1euro job- ή και καθόλου. Στην τελευταία περίπτωση, τα προγράμματα χαρακτηρίζονται ως κατάρτισης ή πρακτικής εξάσκησης (Praktikum). Μάλιστα, το ένα ευρώ δικαιολογείται ως δαπάνη για τα ρούχα δουλειάς και έξοδα μετακίνησης. Τονίζεται ότι, για πρώτη φορά, ο άνεργος δεν έχει δικαίωμα να αρνηθεί την «εργασία» που του προτείνουν. Διαφορετικά, θα αντιμετωπίσει μείωση ή ακόμα και πλήρη απώλεια του επιδόματος ανεργίας και των κρατικών παροχών (επιδότηση ενοικίου, ρεύματος). Ο άνεργος-εργαζόμενος του ενός ευρώ εργαζόμενος δεν έχει κανένα ασφαλιστικό δικαίωμα, ένσημο, ενώ οι εργολάβοι εισπράττουν από το κράτος από 300-1000 ευρώ ανά εργαζόμενο άνεργο κάθε μήνα (!!!) για τη διαμεσολάβηση (να πού πηγαίνουν τα χρήματα που περικόπτονται από την υγεία και την παιδεία!). Το 2010 μεταφέρθηκαν 25 δις ευρώ. Υπολογίζεται ότι 7,6 δισ. ευρώ ετησίως δημοσίου χρήματος μεταφέρονται στις τσέπες ιδιωτών για την υπηρεσία που προσφέρουν, δηλαδή την ενεργοποίηση («ξεσκούριασμα») των μακροχρόνια άνεργων, με πενιχρά όμως αποτελέσματα. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Απασχόλησης της Γερμανίας μόνο το 14% αυτών ξαναβρήκε μια θέση στη αγορά εργασίας, ενώ η πλειονότητα παραμένει εγκλωβισμένη. Στην πραγματικότητα, διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι εγκλωβίστηκαν σε αυτό το ιδιότυπο καθεστώς της εργασιο-ανεργίας. Στην πραγματικότητα, αποδείχθηκε ένα αντίμετρο για την καταπολέμηση της ανεργίας που γεμίζει τις τσέπες των ξύπνιων επιχειρηματιών και ανεβάζει τους δείκτες της οικονομικής ανάπτυξης. Παράλληλα, οι θέσεις δεν αφορούσαν μόνο κοινωφελή εργασία -π.χ. περίθαλψη ηλικιωμένων-, αλλά “κανονικές θέσεις εργασίας”, χωρίς, βέβαια, τα αντίστοιχα εργασιακά δικαιώματα, όπως καθαρίστρια σε σχολείο, ακόμα και υπάλληλος σε υπουργείο!!! Κατά δήλωση του εκπρόσωπου υπεύθυνου εργασίας του μεγαλύτερου συνδικάτου υπαλλήλων, κου B. Jirku, πολλοί δήμοι, σχεδόν αποκλειστικά, απασχολούν εργαζόμενους άνεργους του ενός  ευρώ/ώρα. Σε πάρκα, νεκροταφεία, μουσεία, ακόμα και για περιπολία. Για παράδειγμα, στη Λειψία, ο δήμος συγκρότησε την «ομάδα μπλε» από άνεργους, η οποία καταγράφει ο,τιδήποτε «στραβό», όπως μια γερμένη πινακίδα, αλλά και ασυνήθιστο, όπως τρεις νεαρούς να πίνουν μπίρα για πολύ ώρα όρθιοι στη γωνία ενός δρόμου. Άνεργοι, εργαζόμενοι του ενός ευρώ 1 euro job και θεματοφύλακες του συστήματος!!! 
Η πλήρης αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων άνοιξε και το δρόμο για τον επαναπατρισμό των επενδύσεων. Και γιατί όχι, άλλωστε; Αφού πλέον, μπορούν να εκμεταλλεύονται φτηνό εργατικό δυναμικό, υψηλής εξειδίκευσης -made in Germany-, όπως για παράδειγμα, ένα εργοστάσιο που παράγει ακριβά τραμπολίνο, με άνεργους που εργάζονται για 1 ευρώ/ώρα. Στην περίπτωση αυτή, μάλιστα, ο εργολάβος είναι η Ευαγγελική Εκκλησία της Γερμανίας. Αυτή έχει συστήσει άπειρες εργολαβικές εταιρείες, αλλά και ιδιόκτητες δικές της παραγωγικές μονάδες σε όλη τη Γερμανία. Χρησιμοποιεί κάθε είδους ευέλικτης εργασίας και απασχολεί συνολικά 950.000 εργαζόμενους, περισσότερους εργαζόμενους από ό,τι η Siemens και η VW παγκοσμίως. Η Εκκλησία έχει κι ένα προβάδισμα στην εκμετάλλευση των εργαζόμενων, εφόσον οι δραστηριότητές της δεν εμπίπτουν στο εργατικό δίκαιο. Εκτός, δηλαδή, των άλλων, οι εργαζόμενοι δεν έχουν δικαίωμα να απεργήσουν! Αυτή, ακριβώς, είναι η ανάπτυξη την οποία ευαγγελίζονται οι ντόπιοι θιασώτες και μάλιστα με τη βοήθεια του θεού, τον οποίο επικαλέστηκε ο Σαμαράς. 
Να οι σκλάβοι του 21ου αιώνα. Δεν είναι πια στις γαλέρες των δουλεμπόρων, αλλά στα ωραία σαλόνια των «πρακτορείων εργασίας». Η διαχείριση με αυτό τον τρόπο της ανεργίας ενίσχυσε σημαντικά τη δευτερεύουσα αγορά εργασίας, που λειτουργεί ως μοχλός συμπίεσης του κόστους εργασίας και των εργασιακών δικαιωμάτων. 




Ένα μοντέλο εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης που εξαπλώνεται στη Γερμανία τα τελευταία χρόνια είναι η εργασία μετά από κλήση τηλεφώνημα (Arbeit auf Abfuf). Πρόκειται για μια μορφή μερικής απασχόλησης με πλήρη ελαστικοποίηση της εργασίας. Όλο και περισσότερες επιχειρήσεις, εμπορικά καταστήματα φτιάχνουν μια δεξαμενή «εργαζομένων», τους οποίους χρησιμοποιούν, κατά βούληση. Ο εργαζόμενος δεν ξέρει πότε και για πόση ώρα θα εργαστεί και δεν έχει κανένα εργασιακό και κοινωνικό δικαίωμα (υγεία, ασφάλιση). Οι μηνιαίες απολαβές κυμαίνονται συνήθως από 100 ως 300 ευρώ, Η πλειονότητα αυτών έχει μηνιαίες απολαβές περίπου 150 ευρώ,  τις οποίες συμπληρώνει το κράτος με κάποιο επίδομα ανεργίας. Άρα, είναι ένας εργαζόμενος-άνεργος. 
Κάποιες επιχειρήσεις προτιμούν, αντί της τηλεφωνικής ειδοποίησης, να φτιάχνουν ένα καθημερινό πρόγραμμα απασχόλησης, το οποίο καλύπτουν με σειρά προσέλευσης, δηλαδή, όποιος προλάβει. Εκτός από τον κοινωνικό αυτοματισμό, προωθείται και ο κοινωνικός κανιβαλισμός. 
Κι όπου το κεφάλαιο δεν μπορεί να εφαρμόσει τις παραπάνω μορφές εκμετάλλευσης, επιβάλλει την εργασία με το κομμάτι, τη λεγόμενη «κατ’ αποκοπήν εργασία» (Akkordarbeit). Παράλληλα, με τη βιομηχανία ή τη βιοτεχνία, εμφανίζεται και σε άλλους τομείς: ταχυδρόμοι, αποθηκάριοι σε εμπορικά καταστήματα που πληρώνονται με βάση τον αριθμό των φακέλων ή δεμάτων που μεταφέρουν και δε γνωρίζουν τις μηνιαίες τους απολαβές, οι οποίες, μάλιστα δεν εξαρτώνται από την εργατικότητά τους, αλλά από έξωθεν από αυτούς παράγοντες, όπως τον όγκο των δεμάτων ή την περιοχή διανομής!! 
Οι πολιτικοί διαχειριστές του συστήματος, οι κυβερνήσεις, προωθώντας αυτές τις μεταρρυθμίσεις πέτυχαν πολλαπλούς στόχους: α) να μειωθούν οι κρατικές δαπάνες που αφορούσαν κοινωνικά αγαθά, όπως υγεία, ασφάλιση, παιδεία, πρόνοια, β) να προαχθεί η ατομική ευθύνη του εργαζόμενου στην αναζήτηση εργασίας, γ) να παρουσιάσουν στατιστικές με μειωμένη ανεργία, δ) να ελέγχουν απόλυτα τους άνεργους και να πετυχαίνουν μέγιστη απόδοση από αυτούς. Κατάφεραν, κυρίως, να ενισχύσουν την κερδοφορία του κεφαλαίου, βρίσκοντας αποδοτικότερους τρόπους εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης και ελαχιστοποιώντας το ρίσκο. Από την άλλη, τα εκατομμύρια των άνεργων, απλήρωτων εργαζόμενων, σύγχρονων δούλων αποτελούν μια διαρκή απειλή του συστήματος. Γι΄ αυτό και το σύστημα αυταρχικοποιείται, καταστρατηγεί ακόμη και το αστικό σύνταγμα και ενισχύει την εφεδρεία του, το φασισμό. 
Στην Ελλάδα, όλα αυτά δεν είναι καινούργια. Εργολαβικοί της καθαριότητας στα σχολεία ή στα νοσοκομεία, ωρομίσθιοι καθηγητές, εργαζόμενοι σε stage ή προγράμματα κατάρτισης, σχολικοί τροχονόμοι των 150 ευρώ/μήνα, εργάτριες φασόν στη βιοτεχνία και υπάλληλοι κοινωφελών υπηρεσιών, υπενοικιαζόμενοι από ΜΚΟ είναι μερικά παραδείγματα. Το επόμενο διάστημα, όμως, θα γίνει προσπάθεια να γενικευτούν, παράλληλα με τις απολύσεις στο δημόσιο και τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και τις αλλαγές στην εκπαίδευση. Είναι προφανές ότι οι «απαραίτητες μεταρρυθμίσεις», που σαν καραμέλα πιπιλά καθημερινά η κυβέρνηση Σαμαρά, είναι ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση. Όπως επίσης, και ότι η περίφημη «ανάπτυξη» έχει ως ιμάντα διαλογής τα σώματα και τα μυαλά των σύγχρονων σκλάβων και τελικό αποδέκτη μόνο τις άπατες τσέπες των καπιταλιστών.