Τα έργα διάνοιξης της σήραγγας για το μετρό της Θεσσαλονίκης «σκόνταψαν», θα έλεγαν πολλοί από εκείνους που έχουν
δίφραγκα στα μάτια, πάνω στη
Μέση Οδό της πόλης.
Στην πραγματικότητα η σκαπάνη των μηχανικών αποκάλυψε έναν
θησαυρό που ουδέποτε θα μπορούσε να προσεγγίσει η σκαπάνη των αρχαιολόγων, λόγω του υπερκείμενου αστικού ιστού της ζώσας Θεσσαλονίκης.
Ομως,
το διαμάντι που αναδύθηκε από τα σπλάχνα της διαχρονικής
διαδρομής -μάλιστα ένας
δρόμος- της πόλης που θεμελίωσε ο Κάσσανδρος με το όνομα της αδελφής του Μεγαλέξανδρου είναι
ανεκτίμητο.
Πρόκειται για την ίδια τη
Μέση Οδό, ένα μικρό βεβαίως μέρος της, αλλά
εμβληματικό και θα έλεγα
μνημειακό εις ό,τι αφορά τη
δομή του και τα όσα
σημαίνει (και καταδείχνει).
Η Μέση Οδός στις ελληνιστικές, τις ρωμαϊκές και τις βυζαντινές πόλεις -κυρίως τις μεγάλες- χαρακτηρίζει τις προτεραιότητες της πολεοδομίας τους – μια τέχνη που με τον Ιππόδαμο έγινε επιστήμη και θέσπισε κανόνες που φθάνουν και ισχύουν έως τις μέρες μας.
Η Αλεξάνδρεια, η
Αντιόχεια, η
Κωνσταντινούπολη, η
Θεσσαλονίκη, είχαν όλες τη
Μέση Οδό, δρόμο φαρδύ (μάλιστα στη Θεσσαλονίκη επί τουρκοκρατίας τη Μέση Οδό την αποκαλούσαν Φαρδύ Δρόμο) που διέσχιζε την κάθε πόλη από φόρουμ σε φόρουμ, από πλατεία σε πλατεία κι από αγορά σε αγορά, δίνοντας στο
εμπόριο, την
επικοινωνία, τη
διασκέδαση και τη
διοίκηση τον (προ)ορισμένο αστικό χώρο μέσα στον οποίον μπορούσαν να λειτουργούν απρόσκοπτα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως της Αντιόχειας, η πολεοδομική δεινότης των αρχιτεκτόνων και των μηχανικών έφθασε στο σημείο να προσανατολίσει τους δρόμους με τέτοιον τρόπο, ώστε η θαλασσινή αύρα να διασχίζει την πόλη και να τη δροσίζει.
Σε πολλές απ’ αυτές τις πόλεις η
Μέση Οδός (τόσο σπουδαία ώστε να φθάσει έως τις μέρες μας η φράση «εν μέση οδώ») δεν διέσχισε μόνον τον
χώροαλλά και τον
χρόνο. Εις ό,τι αφορά τη Θεσσαλονίκη, το μέρος του δρόμου που αποκαλύφθηκε είναι της υστερορωμαϊκής εποχής – αλλά, όπως στις περισσότερες μεγάλες βυζαντινές πόλεις, παρέμεινε εν χρήσει και λειτουργία για αιώνες,
προσδίδοντας σε αυτά τα πολεοδομικά συγκροτήματα ένα
ιδιαίτατοχαρακτηριστικό αρχιτεκτονικής (νοηματικής και αισθητικής)
συνέχειας, όπου η κλασική, η ελληνιστική, η ρωμαϊκή και η βυζαντινή εποχή συνυπάρχουν με μιαν
ενότητα
που σήμερα μπορεί να νοιώσει κανείς στα ποιήματα του Καβάφη ή να δει σε πολλές ιταλικές πόλεις, όπου δίπλα σε έναν αρχαίο ναό υπάρχει μια μεσαιωνική αποθήκη σταριού ή ένα αναγεννησιακό παλάτσο.
Κάτι τέτοιο έχει
ιδιαίτερη αξία, διότι συνήθως την ιστορία την αντιλαμβανόμαστε κατά την
περιοδολόγησή της κι όχι κατά τη
συνέχειά της. Κατά τις
εξέχουσες στιγμές της κι όχι τις
μεταβατικές.
Κατά τούτο, το τμήμα της Μέσης Οδού που αποκαλύφθηκε στη Θεσσαλονίκη έχει
σημαίνουσα αξία όχι μόνον διότι μας δίνει μια εικόνα του
κοσμικού Βυζαντίου (τα περισσότερα βυζαντινά μνημεία είναι εκκλησιαστικού χαρακτήρα), αλλά διότι μας φέρνει πιο κοντά στην περίοδο της ιστορίας που είναι, και για τη Θεσσαλονίκη, η πλέον άγνωστη. Παραδόξως.
Αν δούμε την υπάρχουσα βιβλιογραφία για την οθωμανική Θεσσαλονίκη ή τη νεότερη πόλη, θα διαπιστώσουμε ότι η βιβλιογραφία για τη βυζαντινή Θεσσαλονίκη (την ίδια, κι όχι στο πλαίσιο της ογκωδέστατης γενικότερης βυζαντινής βιβλιογραφίας)
υστερεί κατά πολύ. Και πάντως,
ελάχιστοι
Ελληνες γνωρίζουν τη βυζαντινή ιστορία της Θεσσαλονίκης, όπως άλλωστε ελάχιστα γνωρίζουμε τη βυζαντινή περίοδο της ιστορίας μας γενικότερα. Λίγοι γνωρίζουν για τον
Ευστάθιο Θεσσαλονίκης, την
Επανάσταση των Ζηλωτών - και,
ιδού
τώρα που αναδύονται τα μάρμαρα της Μέσης Οδού εν μέση οδώ για να φέρουν τους Θεσσαλονικείς, αλλά και τους Ελληνες γενικότερα, πιο κοντά στην
αυτογνωσία τους, στην
προίκα τους, στον
«ένδοξό μας βυζαντινισμό».
Πολλοί εδώ στην Ελλάδα νομίζουν ότι το Βυζάντιο ήταν μια «ιστορία παπάδων», ουδέν ψευδέστερον για ένα
λαϊκό και κοσμικό κράτος που, βασισμένο στη ρωμαϊκή παράδοση, διέτρεξε
χίλια χρόνια, με
το πνεύμα του να παραμένει και σήμερα
ζωντανό μέσα στον
ευρωπαϊκό, τον
σλαβικό και τον
αραβικό κόσμο.
Η Μέση Οδός που βγήκε στο φως τονίζει αυτήν την πλευρά της ιστορίας, και θα έπρεπε
η σύγχρονη πόλη να αγκαλιάσει το σπάραγμα της μάνας της, να το αναδείξει, και να το εντάξει στον
σημερινό αστικό ιστό, προς
γνώσιν και απόλαυσιν. Τρόποι, φαντάζομαι, θα υπάρχουν πολλοί -
μπα! Σιγά
που καταλαβαίνουν από
Ρωμαίους οι Ρωμιοί, από
ελληνισμούς οι Ελληναράδες και από
ιστορία οι φραγκάτοι. Χύμα στο κύμα, στο αυθαίρετο και την καταπάτηση, εκεί σκίζουμε. Στα άλλα μάς σκίζουνε. Και λένε τώρα, διάφοροι ιερείς των σφαγείων πάσης φύσεως, δεν θέλω
να πιστέψω ότι ανάμεσά τους είναι και το
Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, να
ξηλώσουν
τη Μέση Οδό και στράτα στρατούλα να την πάνε αλλού, να την πάνε στα
χωράφια, όχι μόνον για να μη
διδάξει ποτέ, αλλά κυρίως να μην
ενοχλεί τα έργα και τις κονόμες του
Αλάριχου - διότι ουδείς άλλος εκτός από αυτόν,
ούτε ο Αττίλας, πείραξε τα αγάλματα,
μόνον ο Αλάριχος
ξεπάτωσε τους Δελφούς και την
Ολυμπία, μόνον εμείς, τα ένδοξα τέκνα του
Περικλή και της
Αννας της Κομνηνής, πάμε να ξεπατώσουμε τη
Μέση Οδό, να της
«αλλάξουμε την πίστη», να τη σκυλεύσουμε, να την
απονοηματοδοτήσουμε - τόσον εύκολα, τόσον απλά,
εμείς
το γένος της αντιπαροχής, έτσι ελαφρά τη καρδία, πάλι για τα
φράγκα, πάλι για το πρόσκαιρο κέρδος
που μας έφερε έως εδώ, πάλι για την αρπαγή, πάλι
προς χάριν των Δυνατών, πάλι
κλέβοντας απ’ τον
λαό την
προίκα του, τη
μόρφωση, ένα
στολίδι (και
τι στολίδι!) από
της ψυχής του την κοινοκτημοσύνη.
Δεν ξέρω
τι μπίζνες παίζονται επί την Μέση Οδό της Θεσσαλονίκης, ποιος εργολάβος κερδίζει, ποιος υπεργολάβος χάνει. Ξέρω όμως τι επιχειρήματα μας πετάνε στη μάπα οι
αχόρταγοι Δυνατοί: πομφόλυγες για «ανάπτυξη», κατηγορίες για «αρχαιολατρία», ψόγο ότι «αντιδρούμε σε όλα» κι άλλα
παμπόνηρα.
Λες και η ανάδειξη του μνημείου δεν θα ήταν
παραγωγική. Λες και η πνευματική καλλιέργεια δεν είναι
παραγωγική. Λες και η ιστορία που μπορεί να διδάξει η ίδια η πόλις στους πολίτες δεν είναι
παραγωγική.
Τι είναι τότε παραγωγικό; η λήθη; η ακαλαισθησία; η αποβλάκωση; η υποταγή στο κερδώο όταν είναι χυδαίο; ο εκβαρβαρισμός;
Ολα αυτά είναι που μας έφεραν έως εδώ. Με όλα αυτά
χάσαμε τον δρόμο μας και μας έκαναν
«μονόδρομο»τον
δρόμο προς τα Σούσα.
Η Μέση Οδός μάς πάει αλλού, έρχεται απ’ το
παρελθόν και δείχνει το
μέλλον, το μέλλον όπου ο μηχανικός
ψάχνει να βρει τον τρόπο για να φέρει την αύρα της θάλασσας στην πόλη…