Η
Αγία Αικατερίνη ή
Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας, γνωστή και ως
Μεγαλομάρτυς Αγία Αικατερίνη και κατά τους υμνολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Αικατερίνα, πιστεύεται ότι υπήρξε σημαντική στοχάστρια κατά τον πρώιμο
4ο αιώνα.
Πιστεύεται επίσης ότι έζησε επί εποχής Μαξιμίνου, απόλυτου άρχοντα της Αιγύπτου, ιδιαίτερου χριστιανομάχου και ότι ήταν βασιλικού γένους, όντας κόρη του αριστοκράτη τότε Κώνστα. Έτυχε μεγάλης μόρφωσης και ήταν κάτοχος της λατινικής γλώσσας και της ελληνικής φιλολογίας. Σπούδασε φιλοσοφία και ρητορική και πολλές ξένες γλώσσες της εποχής της. Από νεαρή ηλικία προσελκύσθηκε από την χριστιανική διδασκαλία την οποία μελέτησε και αφού ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, εργάσθηκε με έντονη δράση και ενθουσιασμό για την διάδοσή του επιτυγχάνοντας πολλά χάριν της ρητορικής της δεινότητας και των πολλών γνώσεών της. Την Αικατερίνη όμως εκτός της σοφίας και των αρετών της, την διέκρινε και το σπάνιο κάλλος της μορφής της. Λέγεται ότι στην ηλικία των 18 ετών επισκέφτηκε τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, ο οποίος ήταν πιθανόν ο
Μαξιμίνος Β ή ο
Μαξέντιος, και προσπάθησε να τον πείσει για το ότι ήταν εσφαλμένοι οι διωγμοί που διεξήγε κατά των
Χριστιανών. Πέτυχε όμως να μεταστρέψει στον Χριστιανισμό την γυναίκα του αυτοκράτορα.
Τούτο προήλθε από μία σύγχυση με μια ωραιότατη αριστοκράτιδα της Αλεξάνδρειας που είχε αποκρούσει τις ακόλαστες προτάσεις του Μαξιμίνου και εξ αυτού τιμωρήθηκε με δήμευση όλης της περιουσίας της υπ΄ αυτόν, της οποίας την ιστορία είχε γράψει ο εκκλησιαστικός συγγραφέας του
4ου αιώνα Ευσέβιος.
Η σύγχυση όμως αυτή διαλύθηκε πρώτα από την διαπίστωση ότι ουδεμία τέτοια λεπτομέρεια του βίου της Αγίας δεν αναφέρεται στη βιογραφία εκείνης και ούτε του μαρτυρικού της θανάτου, αλλά και από στοιχεία (σχόλια) από άλλο συγγραφέα βεβαιώνεται ότι η περί ής ο λόγος Αλεξανδρινή αριστοκράτιδα λεγόταν Δωροθέα. Πάντως η Αγία Αικατερίνη από νεαρότατη ηλικία είχε δείξει ασυνήθη ευσέβεια και προσήλωση στα Θεία όπου και ο θρύλος ότι δέχθηκε το "δακτυλίδι πνευματικής μνηστείας" από μέρους του
Χριστού που της προσκόμισε η
αειπάρθενος Μητέρα Του ή κατ΄ άλλους από τον Ίδιον.
Ιστορία
Δυστυχώς για την δράση και την ζωή της Αγίας δεν υπάρχουν καθόλου ιστορικές πληροφορίες κανένας ιστορικός δεν την αναφέρει και ούτε ένας μάρτυρος δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη της, και μέχρι του τέλους του
9ου αιώνα και με δεδομένο ότι η εποχή του "μαρτυρικού της θανάτου" προσδιορίσθηκε περί το
307 υπάρχει σιωπή πέντε αιώνων η οποία είναι αδύνατον να μη προσδώσει στις κατοπινές πληροφορίες κάποιες αοριστίες χωρίς αυτές όμως να σημαίνουν πως η σχετική παράδοση περί της Αγίας Αικατερίνης στερούνται ιστορικής βάσης, όπου και ο λόγος της αναγκαίας καταγραφής των.
Έτσι πολλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η Αικατερίνα (
αιέν καθαρινά, δηλαδή "η πάντοτε αγνή")
[εκκρεμεί παραπομπή] πιθανόν να μην υπήρξε και ότι ήταν μάλλον μια εξιδανικευμένη παρά ιστορική μορφή.[1] Σίγουρα απετέλεσε ένα αντίπαλο δέος στην Ελληνίδα φιλόσοφο
Υπατία κατά τη μεσαιωνική σκέψη· και εικάζεται ότι επινοήθηκε η μορφή αυτή με αυτό τον σκοπό υπόψη. Παρόμοια με την Υπατία, λέγεται ότι ήταν σοφή (ιδιαιτέρως όσον αφορά στη φιλοσοφία και τη θεολογία), πολύ όμορφη, αγνή, και ότι δολοφονήθηκε άγρια λόγω της δημόσιας έκθεσης τής πίστης της —105 χρόνια προ του θανάτου της Υπατίας (αν και τα πρώτα κείμενα που την αναφέρουν, ή οι διάφορες παραλλαγές τους, χρονολογούνται πολύ αργότερα).
Σύμφωνα με τους θρύλους (παράδοση) και τα
Συναξάρια της Αγίας Αικατερίνης, όταν πληροφορήθηκε ο Αυτοκράτορας
Μαξιμίνος όσα διαδίδονταν περί των ιδεών της και του τρόπου της ζωής της Αγίας, ανέθεσε σε πενήντα ή κατ΄ άλλους σε εκατόν πενήντα περίφημους ρήτορες, (ο αριθμός εξ αντιθέτου χαρακτηρίζει την ρητορική δεινότητα της Αγίας), να συζητησουν μαζί της προκειμενου να της αποδείξουν το αβάσιμο και στρεβλό των ιδεών (δοξασιών) της. Αποτέλεσμα όμως υπήρξε το αντίθετο. Η Αικατερίνη με την κομψότητα του λόγου της και των επιχειρημάτων της «
εφήμωσε λαμπρώς τους κομψούς των ασεβών, του πνεύματος την μαχαίραν» (κατά το
απολυτίκιο της Αγίας). Αλλά ακόμη και τα σοφά της επιχειρήματα, με την πειστική ανάπτυξη των ιδεών της, κατάφεραν να προσηλυτίσουν αυτούς οι οποίοι τελικά ασπάσθηκαν τον
Χριστιανισμό. Όταν ο Αυτοκράτορας έμαθε το αποτέλεσμα οργίσθηκε τόσο που διέταξε την θανατική καταδίκη όλων στη πυρά στο μέσον της πόλης την δε Αικατερίνη σε μαρτύρια μέχρι θανάτου της.
Στην αρχική φυλάκιση η νεαρή Αγία υπέμεινε τις πιέσεις και τις κακουχίες με θάρρος και υπομονή που αντλούσε από την δύναμη της βαθιάς της πίστης. Όταν στη συνέχεια έμαθε η
Αυγούστα Φαυστίνα τον λόγο της καταδίκης της Αγίας θαύμασε την καρτερικότητά της και ζήτησε να την επισκεφθεί η οποία και έγινε με συνοδεία 200 στρατιωτών υπό τον Φρούραρχο Πορφυρίωνα ή Πορφύριο οι οποίοι τελικά κατηχήθηκαν στη νέα θρησκεία. Τότε ο Αυτοκράτορας διέταξε τον
αποκεφαλισμό της Φαυστίνας και της ακολουθίας της και την τελική πλέον εκτέλεση της Αγίας. Μέσον θανάτωσης ήταν ο "
Τροχός βασανιστηρίων" που έμοιαζε με τροχό η περιφέρεια του οποίου έφερε καρφιά (ήλους) που ετίθετο σε κίνηση με σχοινιά και τροχαλίες πλησιάζοντας αργά το ιστάμενα δεμένο σώμα του καταδίκου) με συνέπεια τις αρχικές εκδορές μέχρι διαμελισμού. Ο θρύλος στο σημείο αυτό αναφέρει πως τα καρφιά του τροχού όταν πλησίασαν το σώμα της Αγίας αυτά ένα-ένα αποσπόταν ή θραυόταν. Κατ΄ άλλο θρύλο ο εν λόγω τροχός πριν πλησιάσει το σώμα της Αγίας διαλύθηκε "
στα εξ ων συνετέθη". Έτσι και αποφασίσθηκε τελικά ο αποκεφαλισμός της Αγίας που όταν συνέβει αυτός οι παριστάμενοι αντιλήφθηκαν να ρέει γάλα αντί αίμα.
Στη συνέχεια δι΄ άλλου θρύλου το πάναγνο σώμα της Αγίας μεταφέρθηκε υπό "
πτερύγων αγγέλων" στο όρος Σινά της ομώνυμης χερσονήσου όπου επί αιώνες έμεινε άταφο, κατά τους βιογράφους της και την ιερή παράδοση, μέχρι τον
6ο αιώνα, όπου ερημίτες μοναχοί της περιοχής μέσω οράματος ειδοποιήθηκαν και κατέβασαν από το όρος το σώμα της Αγίας το οποίο και εναπόθεσαν σε μαρμάρινη θήκη. Στη συνέχεια ενημερώθηκε ο αυτοκράτορας
Ιουστινιανός ο οποίος και έκτισε τη γνωστή ιερή
Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και την εκκλησία (καθολικό) της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (που κτίσθηκε μεταξύ 548-565) εντός της οποίας και τοποθετήθηκε η μαρμάρινη θήκη εξ ου και το όνομα της εκκλησίας Αγία Αικατερίνη. Στη Μονή αυτή διασώζεται ένα σημαντικό θησαυροφυλάκιο της
πρώιμης Χριστιανικής τέχνης, αρχιτεκτονικής και
εικονογραφημένων χειρογράφων, οι δε μοναχοί αυτής είναι Έλληνες.
Σύμφωνα με μια άλλη ακόμη εκδοχή του θρύλου, έχοντας απορρίψει η Αικατερίνη πολλές γαμήλιες προτάσεις, ανέβηκε στους ουρανούς κατά τη διάρκεια οράματος και μνηστεύθηκε τον Χριστό από την
Παρθένο Μαρία —το αρχαίο θέμα του
μυστικού γάμου με μια θεότητα που είναι σύνηθες στην εκστατική
μυθολογία της ανατολικής Μεσογείου και της
Μικράς Ασίας.
Ιερά λείψανα όμως της Αγίας Αικατερίνης της Μεγαλομάρτυρος φέρονται να επιδεικνύονται από τα μέσα του
11ου αιώνα και στη νορμανδική πόλη Ρουάν, όπου κατά τους καθολικούς τα έφερε εκεί περί το
1027 ο ερημίτης μοναχός Συμεών.
Η ημέρα του μαρτυρίου της Αγίας Αικατερίνης θεωρείται η
24 Νοεμβρίου, της δε εύρεσης των λειψάνων της η
25 Νοεμβρίου εκτός όμως όλων των Σλάβων που τιμούν ιδιαίτερα μέχρι σήμερα την ημέρα του μαρτυρικού θανάτου της Αγίας, όλοι οι λοιποί χριστιανοί κατά σύσταση των μοναχών του Σινά συνέπτυξαν σε μία και τις δύο εορτές και όρισαν την 25 Νοεμβρίου ημέρα τιμώμενη της ιερής μνήμης της, συνεορταζόμενη με την απόδοση
Εισοδίων της Θεοτόκου. [Η περιπτωση αυτη παρουσιάζει ιδιαιτερες δυσκολιες από την πρακτικη λειτουργική πλευρα, γι' αυτο και γινεται ιδιαιτερη αναφορα στο Τυπικο της Εκκλησίας (βλέπε π.χ.
http://www.ec-patr.org/gr/typikon και
http://www.typikon.gr)]. Την παράδοση αυτή να τιμαται η αγια στις 25 Νοεμβριου ακολούθησαν και οι Καθολικοί της Δύσης.
- "Καθώς, μαζί με την Αγία Μαργαρίτα και την Αγία Βαρβάρα, συγκαταλέγεται στους δεκατέσσερις πιο υποβοηθητικούς αγίους στον ουρανό, τύγχανε αδιάκοπου εγκωμιασμού από τους κήρυκες και εξύμνησης από τους ποιητές. Αποτελεί γνωστό γεγονός ότι ο Ζακ-Μπενίν Μποσσουέτ τής αφιέρωσε έναν από τους ομορφότερους πανηγυρικούς του και ότι ο Αδάμ του Αγίου-Βίκτωρος έγραψε προς τιμή της το περίφημο ποίημα "Vox Sonora nostri chori", κλπ.
"Σε πολλά μέρη η εορτή της εορταζόταν με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια, υπήρχε αργία και οι ακολουθίες παρακολουθούνταν από μεγάλο πλήθος λαού. Σε αρκετές επισκοπές της Γαλλίας η εορτή θεωρούταν Ιερά Ημέρα έως την αρχή του 17ου αιώνος, και εορταζόταν με μεγαλοπρέπεια που η τελετουργία της ξεπερνούσε αυτή των εορτών μερικών Αποστόλων. Αναρίθμητα παρεκκλήσια την είχαν ως προστάτιδα και το άγαλμά της ευρίσκετο σε σχεδόν όλες τις εκκλησίες, αναπαριστώντας την σύμφωνα με τη μεσαιωνική εικονογραφία με έναν οδοντωτό τροχό, το όργανο βασανισμού της. Ενώ, λόγω συγκεκριμένων περιστάσεων της ζωής του, ο
Άγιος Νικόλαος ο Μύρων, θεωρούταν ο προστάτης των νεαρών και των φοιτητών, η Αγ. Αικατερίνη έγινε η προστάτιδα των νέων κοριτσιών και των φοιτητριών. Θεωρούμενη ως η αγιώτερη και πιο σοφή των παρθένων του Χριστού, δεν ήταν παρά φυσικό ότι αυτή, μεταξύ όλων των άλλων, θα ήταν άξια να εποπτεύει τις παρθένες και τις νέες του κόσμου."
"Ο οδοντωτός τροχός έγινε το έμβλημα της αγίας, και έτσι οι μηχανικοί έθεσαν εαυτούς υπό την προστασία της. Τελικά, σύμφωνα με την παράδοση, όχι μόνο παρέμεινε παρθένος ελέγχοντας τα πάθη της και κυρίευσε τους εκτελεστές της φθείροντας την υπομονή τους, αλλά θριάμβευσε και στην επιστήμη κλείνοντας τα στόματα των σοφιστών: η πραγματεία της μελετήθηκε από θεολόγους, απολογητές, κήρυκες, και φιλοσόφους. Πριν τη μελέτη, τη συγγραφή, ή το κήρυγμα, την επικαλούνταν να τους φωτίσει, να καθοδηγήσει τις πένες τους, και να ξακαθαρίσει τα νοήματα των λόγων τους. Αυτή η αφοσίωση στην Αγία Αικατερίνη που πήρε τεράστιες διαστάσεις στην Ευρώπη μετά τις Σταυροφορίες, έλαβε επιπρόσθετη λάμψη στη Γαλλία στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν σύμφωνα με τις φήμες η αγία είχε μιλήσει στην
Ιωάννα της Λωραίνης και, μαζί με την
Αγία Μαργαρίτα, υπήρξε η θεία σύμβουλος της Ιωάννας."
Το
1969, η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία αφαίρεσε την εορτή της από το γενικό εορτολόγιο των αγίων που δημοσιεύθηκε από τη
Σύνοδο για τη Θεία Λατρεία και την Τάξη των Αγίων, ισχυριζόμενη την έλλειψη ιστορικών αποδείξεων για την ύπαρξή της. Το
2002, περιλήφθηκε ξανά στο ημερολόγιο [2]. Την περίοδο 1969-2002 το Βατικανό επέτρεπε ως παραχώρηση την τήρηση τής εορτής της όπως προηγουμένως.