Μεγάλη ταραχή και περίσσιο παγκόσμιο ενδιαφέρον για το τι δεν έγινε στην Ελλάδα Για το τι γίνεται σε βάρος της χώρας και του λαού της όλοι καλά τα βρίσκουν. Κατανοούν βέβαια, λυπούνται, αλλά δεν γινότανε διαφορετικά. Αλλά, από εκεί και πέρα τους ενδιαφέρει πρωτίστως το τι δεν κάνουμε, σε ποια πράγματα τους «παρακούμε». Που δεν συμμορφωνόμαστε ακριβώς με τα όσα μας παραγγέλνουν. Η «διαπαιδαγώγηση» μας έτσι ώστε να είμαστε υπάκουοι, πειθήνιοι, σε ό,τι αποφασίζουν για εμάς – και όλους τους λαούς – ανήκει στις προτεραιότητες τους.
Για την απρόσκοπτη λειτουργία του συστήματος τους, δηλαδή του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, την αύξηση της κερδοφορίας τους πρέπει απαραίτητα να μειωθεί το μερίδιο του παραγόμενου πλούτου που παίρνουν οι εργαζόμενοι και τώρα πια και άλλα κοινωνικά στρώματα: αυτοαπασχολούμενοι, μικροί επιχειρηματίες, κλπ.
Μπορεί έτσι να αποδιαρθρώνονται ακόμα και οι πιο «αναπτυγμένες» κοινωνίες – οι οικονομίες τους να παρουσιάζουν μεγάλα προβλήματα – αλλά φαίνεται πως μεγάλα περιθώρια για κάτι άλλο δεν έχουν. Γιατί έχουμε να κάνουμε με μια κρίση του ιμπεριαλισμού – όχι απλά μια κρίση του καπιταλισμού σαν αυτές που αντιμετώπισε ο Μαρξ. Μια σειρά εφεδρείες του ιμπεριαλισμού – του διεθνούς άνισου και ιεραρχημένου καταμερισμού εργασίας – δεν είναι δυνατό να λειτουργήσουν για την σταθεροποίηση του και προς όφελος του κεντρικού πυρήνα του όπως παλιά. Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία, Ινδία κλπ διεκδικούν δικούς τους ρόλους. Δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από το ιμπεριαλιστικό σύστημα όπως παλιά, ώστε να αποκατασταθούν τα κέρδη του.
Ο καπιταλισμός και πολύ περισσότερο στην ιμπεριαλιστική του περίοδο, έχει ανάγκη αυξημένο έλεγχο πάνω στις εργατικές μάζες, αύξηση του ποσοστού κέρδους άρα και της εκμετάλλευσης των λαών. Επιτακτική ανάγκη γι αυτόν τώρα ο έλεγχος, η πίεση προς τα κάτω των μισθών και όχι μόνο: γενικότερα της αμοιβής σειράς και άλλων κοινωνικών ομάδων. Κι αυτό απαιτεί μια γενική και γενικευμένη επίθεση στις δυνάμεις της εργασίας και του λαού γενικότερα.
Για να κατανοήσουμε το τι συμβαίνει σήμερα ας θυμηθούμε λίγο τι έγραφε ο Μαρξ:
«Υπάρχουν όμως μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν την αξία της εργατικής δύναμης, ή την αξία της εργασίας, από την αξία όλων των άλλων εμπορευμάτων. Η αξία της εργατικής δύναμης αποτελείται από δυο στοιχεία – το ένα είναι καθαρά φυσικό, το άλλο ιστορικό ή κοινωνικό. Το ακρότατο όριο της καθορίζεται από το φυσικό στοιχείο. Αυτό σημαίνει ότι η εργατική τάξη για να διατηρείται και ν’ αναπαράγεται, για να διαιωνίζει τη φυσική της ύπαρξη, πρέπει να παίρνει τα απολύτως απαραίτητα για τη ζωή και τον πολλαπλασιασμό μέσα συντήρησης. Η αξία αυτών των απαραίτητων μέσων συντήρησης αποτελεί λοιπόν το ακρότατο όριο της αξίας της εργασίας….
Εκτός απ’ αυτό το καθαρά φυσικό στοιχείο, η αξία της εργασίας καθορίζεται σε κάθε χώρα από ένα πατροπαράδοτο βιοτικό επίπεδο. Δεν πρόκειται για την καθαρά φυσική ζωή, αλλά για την ικανοποίηση ορισμένων αναγκών που πηγάζουν από τις κοινωνικές συνθήκες στις οποίες είναι τοποθετημένοι και αναπτύσσονται οι άνθρωποι. Το βιοτικό επίπεδο του Άγγλου μπορεί να κατεβεί ως το επίπεδο του Ιρλανδού, το βιοτικό επίπεδο ενός Γερμανού αγρότη ως το επίπεδο ενός Λιθουανού αγρότη. Πόσο σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξουν, από αυτή την άποψη, η ιστορική παράδοση και η κοινωνική συνήθεια, μπορείτε να το δείτε από το έργο του κ. Θόρτον για τον «Υπερπληθυσμό», όπου ο συγγραφέας αποδείχνει ότι ο μέσος μισθός στις διάφορες αγροτικές περιοχές της Αγγλίας, ακόμα και σήμερα διαφέρει λίγο-πολύ ανάλογα με τις περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκές περιστάσεις από τις οποίες οι περιοχές αυτές βγήκαν από την κατάσταση της δουλοπαροικίας.
Αυτό το ιστορικό ή κοινωνικό στοιχείο που μπαίνει στην αξία της εργασίας, μπορεί να δυναμώσει ή ν’ αδυνατίσει ή και να σβήσει ολότελα, έτσι που να μη μείνει τίποτα άλλο εκτός από το φυσικό όριο.» [1]
Το Κεφάλαιο λοιπόν πιέζει ώστε η τιμή της εργατικής δύναμης να καθορίζεται από το φυσικό στοιχείο της – να τείνει προς το ακρότατο όριο της. Δηλαδή το ιστορικό ή κοινωνικό στοιχείο, το πατροπαράδοτο, να μην λαμβάνεται υπόψη, να μην υπεισέρχεται στην τιμή της εργατικής δύναμης. Με αυτό τον τρόπο και το ποσοστό υπεραξίας μεγαλώνει και τα κέρδη του. Στο ιστορικό ή κοινωνικό στοιχείο περιλαμβάνονται βέβαια και οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης που έχει κερδίσει με μακροχρόνιους, σκληρούς και με το αίμα της, αγώνες.
Σήμερα γινόμαστε μάρτυρες μιας γενικής και γενικευμένης επίθεσης ακριβώς σε αυτό το στοιχείο υπολογισμού της τιμής της εργατικής δύναμης: το «ιστορικό»,κοινωνικό». Αμφισβητείται δηλαδή το «πατροπαράδοτο βιοτικό επίπεδο», όχι μόνο πια της εργατικής τάξης αλλά και άλλων κοινωνικών ομάδων και «στρωμάτων». Πατροπαράδοτο όχι μόνο με την έννοια των «παραδόσεων» – ημέρες σχόλης, εορτών, κηδειών, γάμων, κλπ που είναι πληρωμένες – αλλά και αυτών που από χρόνια έχουν κατακτηθεί, όπως πληρωμένες διακοπές, δημόσια υγεία (νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη κλπ), «δώρα»: 12ος και 13ος μισθός , δωρεάν παιδεία, κλπ. Δηλαδή αμφισβητούνται, αναιρούνται, «παίρνονται πίσω» μια σειρά κατακτήσεις της εργατικής τάξης ή αν θέλετε «παραχωρήσεις» του κεφαλαίου και των πολλαπλών κυβερνήσεων του προς την εργατική τάξη, αλλά και γενικότερα και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων.
Ευκαιρία πρώτης τάξης, για αυτή την επίθεση, βρίσκει το Κεφάλαιο σε περιόδους κρίσης της καπιταλιστικής οικονομίας. Κρίσης που προκαλείται βέβαια από τις ίδιες τις αντιφάσεις του ίδιου του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και τους ανταγωνισμούς μεταξύ κεφαλαίων, κρατών κλπ. (2).
Άλλος τρόπος για την εξουδετέρωση αυτού του «ιστορικού ή κοινωνικού» στοιχείου στον προσδιορισμό της τιμής της εργατικής δύναμης είναι η μετανάστευση ανθρώπων από περιοχές (3)και χώρες που το στοιχείο τείνει να ταυτίζεται με το φυσικό στοιχείο. Έτσι, το κεφάλαιο της χώρας εισαγωγής , εξασφαλίζει πρόσθετη απόσπαση υπεραξίας – δηλαδή μεγαλύτερη από αυτή που αποσπά από τη δική του εργατική τάξη την οποία ταυτόχρονα πιέζει να μειώσει τις απαιτήσεις της, να εγκαταλείψει μέρος από τις κατακτήσεις της: το ιστορικό ή κοινωνικό στοιχείο της. Έτσι ώστε να εξισωθεί με το φυσικό όριο των μεταναστών, προκειμένου να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό του εμπορεύματος «εργατική δύναμη» του μετανάστη.
Γι’ αυτό τόσο οι Μαρξ – Ένγκελς όσο και η Α’ Διεθνής ήτανε αντίθετοι με την εισαγωγή ξένων εργατών στις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της εποχής τους. Διότι η εισαγωγή αυτού του «εμπορεύματος», της πιο φτηνής εργατικής δύναμης, ασκούσε πίεση πάνω στην εργατική τάξη της χώρας εισαγωγής. Έμπαινε εμπόδιο στους αγώνες της για αυξήσεις στις αποδοχές της και την οργάνωση των αγώνων της για την επιτυχία αυτού του στόχου της. Οι κεφαλαιοκράτες της χώρας που δέχονταν μετανάστες από πιο καθυστερημένες καπιταλιστικά χώρες, γινόντουσαν πιο ισχυροί και πιο ανταγωνιστικοί απέναντι, όχι μόνο στην εργατική τους τάξη, αλλά και στους αντίπαλους καπιταλιστές άλλων χωρών.
Θεωρούσαν, επίσης, ότι ο σχηματισμός ενός «πολυπολιτισμικού» προλεταριάτου, αντί να σφυρηλατεί την ενότητα του εργατικού κινήματος, έφερνε τα αντίθετα αποτελέσματα: Τη διάσπαση, τη δυσκολία εκδήλωσης εργατικών αγώνων και διεκδικήσεων στις τάξεις ενός πολύ-πολιτισμικού εργατικού δυναμικού. (4)
Το κεφάλαιο και μάλιστα τα ιμπεριαλιστικά του κέντρα από χρόνια ελέγχουν τη μετακίνηση – τη ροή – της εργατικής δύναμης σε παγκόσμιο πια επίπεδο, έτσι ώστε να εξυπηρετούνται τα οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά συμφέροντα τους. Η καταστροφή που ο ιμπεριαλισμός προκαλεί στις κοινωνίες του λεγόμενου τρίτου κόσμου, στις περιφέρειες του, με πολλούς τρόπους – ανάμεσα τους οι πόλεμοι, οι ανελέητοι και τυφλοί βομβαρδισμοί, – διώχνει τους λαούς τους από αυτές. Τους ξεκληρίζει στην κυριολεξία. Προκαλεί έτσι μια βίαιη μετακίνηση τους μέσα στον παγκόσμιο «χώρο», τη μετανάστευση τους. Τα κύματα αυτών των εξαναγκασμένων σε μετανάστευση δυστυχισμένων ανθρώπων – αυτών που αποκαλούνται «λαθρομετανάστες» γιατί κανένας λαός δεν τους κάλεσε στη δική του χώρα - μας είναι γνωστά. Και οι εικόνες της προσπάθειας τους να ξεφύγουν από τη δυστυχία και το θάνατο που σπέρνουν οι ιμπεριαλιστές μας είναι γνωστές. Αυτό που πετυχαίνει ο ιμπεριαλισμός είναι ότι με μοχλό τους απρόσκλητους μετανάστες προσπαθεί να εξαφανίσει το ιστορικό και κοινωνικό στοιχείο του προσδιορισμού της τιμής της εργατικής δύναμης. Αμφισβητεί πια πατροπαράδοτες κατακτήσεις και τρόπους ζωής μέσα στην καρδιά του ίδιου του αναπτυγμένου, ιμπεριαλιστικού, κόσμου.
Τώρα ξαφνικά ανακαλύπτουμε ότι προσπαθούν να κατεβάσουν κι εδώ, μισθούς, παροχές, δημόσιες υπηρεσίες κλπ, σε επίπεδα «τριτοκοσμικά». Στα ίδια επίπεδα δηλαδή που οι άρχουσες τάξεις και κυβερνήσεις μας είχαν φέρει τους λαούς αυτούς. Από αυτή την υποβάθμιση της ζωής τους – που απέφερε τεράστια κέρδη στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές χώρες και άρχουσες τάξεις – ως ένα βαθμό κερδίζανε κάποια ψίχουλα και οι εργατικές τάξεις των αναπτυγμένων χωρών. Αυτό εξηγούσε ο Λένιν στον πασίγνωστο «Ιμπεριαλισμό» του κι αυτή την αλήθεια προσπαθούν να κρύψουν με επιμέλεια όλοι όσοι σήμερα μετά μανίας αμφισβητούν το έργο του.
Αυτή η κατάσταση προξενεί μεγάλη αγανάκτηση στους ευρωπαϊκούς λαούς. Όπως, καλή ώρα και στον δικό μας. Αισθάνονται δε αδιέξοδο. Αδυνατούν να καταλάβουν γιατί τους συμβαίνουν όλα αυτά. Γιατί καταρρέει ο «κόσμος τους», τα όνειρα τους, οι βεβαιότητες τους. Προσπαθούν να βρουν μια εξήγηση. Την αιτία του κακού. Πολύ «φυσιολογικά» και πολύ «λογικά» ένα τμήμα του λαού αποδίδει το κακό στους μετανάστες. Χθες οι «πολιτισμένοι» Γερμανοί, κληρονόμοι της Χεγκελιανής φιλοσοφίας, θεωρούσαν υπεύθυνους τους εβραίους, τους τσιγγάνους, του ομοφυλόφιλους, γενικά του μη Άρειους. Σήμερα τους κάθε λογής «τεμπέληδες».
Ο μέσος άνθρωπος, ο απλός μεροκαματιάρης ή ακόμα και βυθισμένος στον τριφηλό καταναλωτισμό του μικροαστός, δεν μπορεί και δεν προλαβαίνει να σκεφτεί και συνειδητοποιήσει ότι και οι μεν και οι δε είναι θύματα του ίδιου συστήματος και της «λογικής» του. Στρέφεται λοιπόν ενάντια τους. Για πολύ «πρακτικούς» λόγους: οι μετανάστες – απρόσκλητοι και σε άθλια κατάσταση – προκαλούν πτώση των αμοιβών τους. Από την οικοδομή μέχρι το μάζεμα της φράουλας, τα μεροκάματα πέφτουν κάτω από αυτά που έπαιρναν οι ντόπιοι ή ακόμα και οι νόμιμα, προσκεκλημένοι, μετανάστες. Που διεκδικούν επίσης και μια σειρά άλλες παροχές: όπως υγεία, παιδεία, στέγαση κλπ, που σε περιόδους κρίσης, όπως σήμερα, γίνονται προβληματικά και για τους ντόπιους.
Πάνω σε αυτό το έδαφος αναπτύσσονται ρατσιστικές, φασιστικές ιδέες και πρακτικές. Αυτό το έδαφος βρίσκει πρόσφορο και αναπτύσσεται η Χρυσή Αυγή. Και τόσο πιο εύκολα όσο η αριστερά μας – κι εδώ και αλλού – προσπαθεί να απαντήσει με ανθρωπιστική ρητορεία και άλλες γενικόλογες αντι-ρατσιστικές, αντι-εθνικιστικές και ψευτοδιεθνιστικές αερολογίες. Όσο η αριστερά αρνείται να αναγνωρίσει ότι οι φτωχές μάζες – αυτοί που σήμερα φτωχοποιούνται, που υποβαθμίζεται η ζωή τους, οι γειτονιές τους, που απαξιώνονται ακόμα και τα σπίτια τους – αισθάνονται παντελώς απροστάτευτες, ακόμα και από τη δράση συμμοριών λαθρομεταναστών [όποιος αρνείται ότι υπάρχουν τέτοιες ή θεωρεί ότι αρκεί νάσαι μετανάστης ή ακόμα χειρότερο λαθρομετανάστης για να είσαι και άγιος ή όλα να σου επιτρέπονται και συγχωρούνται, ζουν σε άλλη χώρα και πλανήτη] και στρέφονται σε όποιον άμεσα και πρακτικά μπορεί να κάνει κάτι γι αυτούς, το ρεύμα αυτό της φασιστο-ναζιστικής Χρυσής Αυγής, θα μεγαλώνει. Γιατί η Αριστερά μας δεν λέει, δεν προτείνει και δεν κάνει τίποτα άμεσο, συγκεκριμένο και χειροπιαστό γι αυτό τον κόσμο. Αρνείται να ακούσει τα προβλήματα του. Απλά του κουνάει το δάχτυλο και τον κατσαδιάζει χαρακτηρίζοντας τον ρατσιστή όταν αυτός διαμαρτύρεται για τα προβλήματα που του δημιουργεί η ανεξέλεγκτη παρουσία τους. Έτσι ο φασισμός φουντώνει με την κλασσική ή με τη νέα μορφή του (5) .
Εδώ, όμως, βρίσκεται μια νέα αντίφαση, ένα νέο πρόβλημα, μια νέα δυσκολία για την πλήρη επιτυχία του ιμπεριαλιστικού σχεδίου. Το κυρίαρχο σχέδιο χρειάζεται τη μαζική αυτή μετανάστευση για να επιτύχει τα πολλαπλά σχέδια του. Όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά και πολιτιστικά. Ένας κόσμος χυλός, όπως τον θέλει, «πολυπολιτισμικός», χωρίς έθνη-κράτη, ξυπνάει και γεννάει μια σειρά αντιδράσεις. Που φαντάζουν – και συνειδητά τις παρουσιάζουν οι κάθε λογής «εκσυγχρονιστές», με τη συνδρομή εδώ και της αριστεράς - «αντιδραστικές» μπροστά στη βαθύτερη πρόοδο που παρόλα αυτά επιτυγχάνεται: υπέρβαση εθνικισμών, κατάργηση συνόρων, αδελφοσύνη των λαών, ενότητα της εργατικής τάξης [της ευρωπαϊκής πρώτα από όλα]. Οι λαοί ή μεγάλα τμήματα τους γλιστράνε προς τέτοιες αντιδραστικές ιδεολογίες και πρακτικές του παρελθόντος, όπως το φασισμό-ναζισμό. Αυτό δεν είναι κακό μόνο για το «επαναστατικό» κίνημα, αλλά σήμερα και για τα ιμπεριαλιστικά σχέδια – που ξαναλέμε καλούνται να σήμερα να υπηρετήσουν και οι «προοδευτικές» δυνάμεις.
Εδώ ισχύει αυτό που είχε πει ο Μαρξ: «Πάντως η αστική τάξη είναι αναγκασμένη να φοβάται την ηλιθιότητα των μαζών, όσο θα μένουν συντηρητικές, και τη νοημοσύνη των μαζών, μόλις γίνουν επαναστατικές» (6) . Την ηλιθιότητα των μαζών προσπαθεί, σήμερα, να την ελέγξει – στο μέτρο που την εξυπηρετεί – με την προώθηση νόμων αντιρατσιστικών και αντι-ξενοφοβικών, ώστε να γίνει αποδεκτή η βίαιη μετακίνηση των λαών της περιφέρειας ή αυτών που για λόγους γεωπολιτικούς δέχονται άμεση στρατιωτική ιμπεριαλιστική επέμβαση, στις χώρες της μητρόπολης. Με σκοπό, όπως, είπαμε την ταύτιση του «ιστορικού-κοινωνικού» στοιχείου της τιμής της εργατικής δύναμης με το φυσικό, που αντιπροσωπεύει ο εξαθλιωμένος μετανάστης. Δίπλα σε αυτό και η διάσπαση του εργατικού κινήματος.
Αλλά φοβάται και τη νοημοσύνη των μαζών μόλις γίνουν επαναστατικές. Και γι αυτό παίρνει τα μέτρα του από τώρα. Τιμωρείται και όποιος με λόγο και έργα σπέρνει το μίσος η καλεί σε πράξεις μίσους. Όποιος σήμερα ή αύριο θα σπέρνει το «ταξικό» ή αντι-ιμπεριαλιστικό, αντιγερμανικό ή αντι-αμερικάνικο μίσος, όποιος θα διεγείρει τον λαό, ενάντια σε αυτούς τους «πλουτοκράτες» που του «πίνουν το αίμα», αντί να λέει ότι «όλοι το ίδιο είμαστε σε τούτο τον κοσμάκη, γιατί όλοι έχουμε καρδιά, λαός και Κολωνάκι» [ γνωστό τραγούδι του Μ. Χιώτη με τη Μ. Λίντα], αυτόματα θα διώκεται ως «ρατσιστής», ξενοφοβικός, εν δυνάμει τρομοκράτης κλπ.
Τελικά οι ευρωπαϊκές οδηγίες που επιμένει η ΔΗΜΑΡ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ να ενσωματωθούν στο δικό μας νομικό οπλοστάσιο, θα στραφούν ενάντια στην Αριστερά και το αυριανό, κυρίως, λαϊκό κίνημα. Το ΚΚΕ – παρόλα όσα αρνητικά μπορεί κανείς να του προσάψει – έχει σε εγρήγορση κάποιους αισθητήρες και αυτά τα πιάνει στον αέρα. Γι αυτό και επιμένει – βλ. Ριζοσπάστη 8 και 29 Μάη – σταθερά να καταγγέλλει το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο ότι ως στόχο του έχει την αριστερά. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και ο πρόεδρος του δεν θέλουν να καταλάβουν ή δεν μπορούν, τίποτα από όλα αυτά.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτή η διάσταση του προβλήματος. Με το να καθίσταται το «Κράτος» απόλυτος κύριος του τι λέει και κάνει ο καθένας ανοίγει διάπλατα η πόρτα για την εγκαθίδρυση ενός Αυταρχικού και Δεσποτικού Κράτους. Αυτό θα αποφασίζει ποιος είναι επικίνδυνος για την κοινωνία – που θα έχει απορροφηθεί πια μέσα σε αυτό το Κράτος. Αυτό το Κράτος μάλιστα, αυτή η Εξουσία, δεν έχασε την ευκαιρία άμεσα και άγαρμπα να μας ψέξει και να παρέμβει στα εσωτερικά μας. Το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συνέδριο ζήτησε να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή – αλλά βέβαια δεν λέει λέξη για τα ναζιστικής έμπνευσης μέτρα του Ισραήλ κατά των Παλαιστίνιων – και η αξιότιμη επίτροπος [όπως ήτανε η κ. Διαμαντοπούλου και σήμερα η κ. Μ. Δαμανάκη] της Κομισιόν για Εσωτερικές Υποθέσεις, Σεσίλια Μάλμστρομ, όπως και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Σοσιαλδημοκράτης) Μάρτιν Σουλτς κάλεσε τους πολιτικούς να δώσουν πρώτοι το παράδειγμα στη μάχη εναντίον της ακροδεξιάς και να ψηφίσουν τον αντιρατσιστικό νόμο (7) . Αυτό δεν φαίνεται να ενόχλησε τον πολυάσχολο και πολυταξιδευτή πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ.
Πριν μερικά χρόνια είχε προκύψει το ίδιο πρόβλημα με το NPD στη Γερμανία. Το Ναζιστικό Κόμμα της Γερμανίας. Τότε ακόμα και μερικοί αριστεροί ζήτησαν να το βγάλει η κυβέρνηση εκτός νόμου. Οι πιο έξυπνοι, καταρτισμένοι και σοβαροί γερμανοί αριστεροί – ακριβέστερα μαρξιστές-λενινιστές – διαφώνησαν κάθετα και οριζόντια λέγοντας ότι αν δεχτούμε σήμερα το κράτος να αποφασίσει να θέσει εκτός νόμου τους νεοναζί, αύριο αυτό, ως ουδέτερος πια εγγυητής της δημοκρατίας μας, θα θέσει εκτός νόμου και εμάς. Δική μας δουλειά είναι να το απονομιμοποιήσουμε και να το θέσουμε έξω από τις σκέψεις και πολιτικές επιλογές του Γερμανικού λαού. Αν οι χρυσαυγίτες – βουλευτές, στελέχη, μέλη ή οπαδοί – παραβούν την κείμενη σχετική νομοθεσία τότε, όπως ισχύει για τον καθένα, πρέπει να υποστούν τις κυρώσεις του νόμου.
Η Αριστερά μας – ο θεός να την κάνει τέτοια – βλέπει το τυράκι αλλά όχι τη φάκα. Ξελιγώνεται με την, εσφαλμένη, ιδέα ότι έτσι θα καταπολεμήσει τη Χρυσή Αυγή και το νεοναζισμό, την ξενοφοβία και το ρατσισμό χωρίς να χρειαστεί να «δουλέψει» μέσα και με τις λαϊκές μάζες και δεν βλέπει τελικά ποιανού τα μακροπρόθεσμα σχέδια υπηρετεί και διακινεί.
Τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά και δεν μπορεί από ό,τι φαίνεται, να τα διαχειριστεί η όποια αριστερά μας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1- Κ Μαρξ: «Μισθός, τιμή, κέρδος» [Διαλεχτά Έργα Μαρ-Ένγκελς, τ. 1ος, σελ. 524-525, εκδοτικό ΚΕ-ΚΚΕ, 1951]
2- Ο Μαρξ από πολύ νωρίς παρατηρούσε πώς «Οι μισθοί καθορίζονται από τον ανειρήνευτο αγώνα που υπάρχει ανάμεσα στον κεφαλαιοκράτη και τον εργάτη….ο εργάτης δεν κερδίζει αναγκαστικά όταν κερδίζει ο κεφαλαιοκράτης. Χάνει, όμως, οπωσδήποτε όταν χάνει ο κεφαλαιοκράτης» [Κ. Μαρξ: «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα» εκδ. ΓΛΑΡΟΣ , Αθήνα 1975, μετ. Μπάμπη Γραμμένου, σελ. 45,46-47]. Σε τέτοιες εποχές κρίσης επιβεβαιώνεται άλλωστε η «τρομακτική οικονομική υπεροχή των επιχειρηματιών απέναντι τόσο στους μη οργανωμένους όσο και στους οργανωμένους εργάτες και τις ριζικές και πλήρεις συνεπειών επιπτώσεις αυτής της υπεροχής έχουν αναγνωρίσει όχι μόνο μαρξιστές, αλλά και συνετοί αστοί οικονομολόγοι» [βλ. Ναταλί Μοσκόβσκα: «Θεωρίες για τις οικονομικές κρίσεις», επιμέλεια και εισαγωγή Γιώργος Σταμάτης, εκδόσεις Κριτική, σελ. 51, ΑΘΗΝΑ 1988]
3 – Λέω περιοχές εννοώντας την εσωτερική μετανάστευση. Αρχικά η μετανάστευση ήταν εσωτερική: από «καθυστερημένες» οικονομικά περιοχές της χώρας στις πιο αναπτυγμένες. Από την ύπαιθρο στις πόλεις. Και τότε δημιουργήθηκε αντιπαλότητα μεταξύ των «πρωτευουσιάνων», των κατοίκων της πόλης και των εσωτερικών μεταναστών – τους «χωριάτες». Είναι γνωστό πώς η Νότια Ιταλία τροφοδότησε τον αναπτυγμένο Βορρά της, μέχρι σχετικά πρόσφατα. Θέμα προσφιλές στην ιταλική αριστερά από τον Α. Γκράμσι μέχρι τον Τόνι Νέγκρι. Όταν αυτά τα «αποθέματα» φτηνής εργατικής δύναμης εξαντλήθηκαν τότε ενεργοποιήθηκε η εξωτερική μετανάστευση.
4 – Το μεγάλο αυτό πρόβλημα, της μετανάστευσης και της στάσης της αριστεράς, το εξετάζω σε ένα άρθρο μου που μόλις ολοκληρωθεί θα αναρτηθεί πρώτα – πρώτα στον ΟΙΣΤΡΟ. Γι αυτό εδώ δεν επεκτείνομαι περισσότερο.
5- Βλ. Αντρέ Γκλυκσμαν «Φασισμοί: παλιός και νέος», εκδ. ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, ΑΘΗΝΑ 1976.
6- Κ. Μαρξ «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» [Διαλεχτά Έργα-εκδ. ΚΕ του ΚΚΕ, τ.1ος σελ. 390]
7- Ο Μάρτιν Σούλτς ηγετική φυσιογνωμία του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, αφού μας είχε επισκεφθεί πέρυσι πιέζοντας για κυβέρνηση «εθνικής ενότητας», παρεμβαίνει και τώρα στα εσωτερικά μας, ως εκπρόσωπος πια του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού ιμπεριαλισμού, που πέταξε ανοιχτά το γάντι στην Σοσιαλιστική Διεθνή. Που την θεωρούν, χωρίς να έχουν άδικο, ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ.