Του Χρήστου Κολώνα
Περισσότερες επιλογές στους καταναλωτές με τη δημιουργία προϊόντων που δεν υπάρχουν στην ελληνική αγορά, μπορεί να φέρει η νομοθετική αλλαγή για το καθεστώς του «φρέσκου» γάλακτος.
Σύμφωνα με έρευνα που έχει κάνει το υπουργείο Ανάπτυξης η κατάργηση της θεσμικής διασύνδεσης του γάλακτος χαμηλής παστερίωσης με τον ορισμό «φρέσκο» και τη διάρκεια ζωής των πέντε ημερών, μπορεί να γεννήσει γάλατα διάρκειας από έξι μέχρι και 15 ημέρες.
Κι αυτό, επειδή σύμφωνα με τα στοιχεία που κάνει γνωστά η «Η» το γάλα που αγοράζει ο Έλληνας καταναλωτής από τα ψυγεία είναι είτε διάρκειας 5 ημερών είτε 40 και πάνω. Οι ενδιάμεσες επιλογές είναι ελάχιστες. Συγκεκριμένα, στην αγορά σήμερα δεν υπάρχει κανένα προϊόν με διάρκεια ζωής από 6 έως 15 ημέρες και μόνο 6 προϊόντα, με διάρκεια ζωής από 15 έως 40 ημέρες. Αντίθετα, εντοπίζονται 17 προϊόντα στην κατηγορία των 5 ημερών και 17 προϊόντα πάνω από τις 40 ημέρες. Αυτό εξηγεί το φαινόμενο του τεχνητού διαχωρισμού.
Αυτή η στρέβλωση έχει προκληθεί λόγω της διάκρισης ανάμεσα στο παστεριωμένο γάλα και στο γάλα «υψηλής παστερίωσης - μακράς διαρκείας - που ισχύει μόνο στην Ελλάδα και σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης. Το αποτέλεσμα είναι ο διαχωρισμός να οδηγεί σε μια τεχνητή «πόλωση» της αγοράς. Εφόσον το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για το γάλα είναι είτε η μακρά διάρκεια είτε ο τεχνητός προσδιορισμός «φρέσκο», η παραγωγή τείνει να κινείται μόνο στα δύο αυτά άκρα, χωρίς ενδιάμεσες επιλογές. Έτσι, αν υπάρχουν περισσότερες επιλογές, τότε αυξάνεται ο ανταγωνισμός και μειώνονται οι τιμές. Αυτή η στρέβλωση έχει προκληθεί από το ό,τι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ε.Ε., που παρά τις κοινοτικές προβλέψεις και τα όσα εφαρμόζουν άλλες γαλακτοπαραγωγικές χώρες, δίνει με νόμο το δικαίωμα της χρήσης του όρου «φρέσκου» για το γάλα χαμηλής παστερίωσης καθώς και ορίζει και τη διάρκεια ζωής του, που είναι πέντε ημέρες. Σε κανένα άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε. ο νομοθέτης δεν ορίζει τη διάρκεια ζωής όχι μόνο του γάλακτος αλλά κι άλλων προϊόντων ζωικής προέλευσης. Ακόμη και στην Ελλάδα, στο κρέας, στο ψάρι, στο γιαούρτι κ.λπ. η ευθύνη για την ημερομηνία λήξης ανήκει στην επιχείρηση και όχι στο κράτος.
Με το νέο καθεστώς, κάθε γαλακτοβιομηχανία ανάλογα με την τεχνολογία που χρησιμοποιεί θα ορίζει και τη διάρκεια ζωής. Προτείνεται επίσης και η καθιέρωση του «γάλακτος ημέρας». Θα διαρκεί η συλλογή του 24 ώρες και η παραμονή στο ράφι δύο ημέρες. Ενισχύει τις μικρές γαλακτοκομικές επιχειρήσεις που θέλουν να παίξουν σε τοπικό επίπεδο, ενώ βοηθά και τους κτηνοτρόφους. Η κατάργηση των «πέντε ημερών» βοηθά πάλι τις μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες θα έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα, λόγω οικονομιών κλίμακας, να φτάσουν στην άλλη άκρη της Ελλάδας. Θα έχουν περιθώριο περισσότερων ημερών.
Δήλωση Θ. Σκορδά
Ο υφυπουργός Ανάπτυξης Θανάσης Σκορδάς με δήλωσή του στην «Η» τονίζει ότι «οι αλλαγές που προτείνει ο ΟΟΣΑ και υιοθετούνται ως ένα πολύ μεγάλο βαθμό αναμένεται να ενισχύσουν τον ανταγωνισμό, να δημιουργήσουν χιλιάδες θέσεις απασχόλησης και να αποκλιμακώσουν τις τιμές προς όφελος του καταναλωτή. Η κυβέρνηση, φρόντισε και μέσα από τη διαπραγμάτευση διασφάλισε τα συμφέροντα κλάδων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Τα αποτελέσματα από τις μεταρρυθμίσεις, που μόνοι μας έπρεπε να προωθούμε, σύντομα θα φανούν».
Σήμερα, ο Έλληνας καταναλωτής αγοράζει το παστεριωμένο γάλα ακριβότερο σε σχέση με τους άλλους Ευρωπαίους. Έτσι, παρά τη βαθιά οικονομική κρίση, η μέση τιμή του παστεριωμένου γάλακτος αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια με σημαντικά υψηλότερο ρυθμό από ό,τι ο συνολικός δείκτης της κατηγορίας «διατροφή». Συνολικά, από το 2009 μέχρι σήμερα, οι τιμές του γάλακτος κατέγραψαν συνολική αύξηση κατά 8,5%, ενώ οι τιμές της συνολικής κατηγορίας της διατροφής 4,9%. Για το 2013 οι τιμές του παστεριωμένου γάλακτος συνεχίζουν να αυξάνονται (3,5% τη περίοδο Δεκ. 2012-Δεκ. 2013), τη στιγμή που η γενική κατηγορία της «διατροφής» παρουσιάζει πτώση (-0,6%). Ακόμη χειρότερα για το παστεριωμένο γάλα 5 ημερών, η μέση τιμή ενός λίτρου αυξήθηκε από 1,12 ευρώ το 2009 σε 1,27 ευρώ το 2012 (αύξηση +13,4%). Το σημερινό καθεστώς λειτουργίας της αγοράς γάλακτος επιβαρύνει κατά 25% όλο το κύκλωμα μεταποίησης, διανομής, λιανεμπορίου και κατανάλωσης γάλακτος. Κι αυτό επειδή υπάρχει η ανάγκη διανομής καθημερινά σε πολλά μικρά σημεία της επικράτειας και μάλιστα σε μικρό χρονικό περιθώριο, σε συνδυασμό με το κόστος των επιστροφών και την απουσία εναλλακτικών δικτύων διανομής.
Η τιμή του γάλακτος είναι υψηλή και στο σκέλος της κτηνοτροφίας. Παρά τις προστατευτικές ρυθμίσεις, η εγχώρια παραγωγή αγελαδινού γάλακτος την τελευταία πενταετία συρρικνώνεται ενώ η εθνική ποσόστωση ανεβαίνει: Από περίπου 700.000 τόνους με ποσόστωση 837.000 τόνους προ 5 ετών, φέτος πέσαμε σε περίπου 600.000 τόνους με ποσόστωση 871.000. Αν εξεταστεί κατά πόσον οι τιμές στο υψηλής παστερίωσης γάλα είναι υψηλότερες των τιμών απλής παστερίωσης, στον αντίστοιχο πίνακα παρατηρούμε ότι υπάρχουν και φθηνότερες και ακριβότερες επιλογές στο γάλα υψηλής παστερίωσης σε σχέση με το απλής παστερίωσης (το λεγόμενο «φρέσκο»), ενώ υπάρχουν εταιρείες που διαθέτουν σε ίδια τιμή τόσο το απλής όσο και το υψηλής παστερίωσης.
Ωστόσο επειδή έως και 50% περίπου των πωλήσεων του γάλακτος απλής παστερίωσης («φρέσκου») φαίνεται να διακινείται από μικρά σημεία πώλησης (μίνι μάρκετ, περίπτερα, παντοπωλεία, ψιλικατζίδικα, φούρνοι κ.λπ.) και μεγάλο ποσοστό γάλακτος υψηλής παστερίωσης από τις αλυσίδες σούπερ μάρκετ, το κόστος διανομής του γάλακτος απλής παστερίωσης είναι αισθητά υψηλότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες γάλακτος, κυρίως λόγω της αναγκαιότητας καθημερινών παραδόσεων σε μεγαλύτερο φάσμα σημείων πώλησης.
Οι αιτίες που κρατούν ψηλά τις τιμές
Οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα είναι ακριβή στις τιμές παραγωγού γάλακτος εντοπίζονται:
- Η παραγωγή είναι τεμαχισμένη. Υπάρχουν πολλές μικρές μονάδες, ενώ στις μεγάλες χώρες της Ε.Ε. η μέση κτηνοτροφική μονάδα διαθέτει πολλαπλάσιες αγελάδες.
- Στη χώρα μας συνηθίζεται η σταβλισμένη κτηνοτροφία, όπου τα ζώα εκτρέφονται με ακριβές ζωοτροφές (σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία οι ζωοτροφές έχουν αυστηρές προδιαγραφές ως προς τα συστατικά τους ώστε να προστατεύεται η δημόσια υγεία, αλλά και να παρέχεται πλήρης διατροφική κάλυψη στα ζώα). Αντίθετα στις περισσότερες γαλακτοπαραγωγικές χώρες του εξωτερικού τα ζώα εκτρέφονται σε μεγάλο βαθμό σε ανοιχτά λιβάδια με χαμηλό κόστος.
- Η πλειονότητα των κτηνοτροφικών μονάδων (95%) απασχολεί 1 έως 4 άτομα (το 85% 1έως 2 άτομα), κατά κύριο λόγο αυτοαπασχολούμενους, άρα το κόστος παραγωγής δεν επηρεάζεται από τη μείωση των μισθών.
- Λόγω μορφολογίας του εδάφους η συλλογή του προϊόντος είναι δαπανηρή. Το γάλα παράγεται κυρίως στη βόρειο Ελλάδα, μακριά από την Αθήνα και τα νησιά, με αποτέλεσμα αυξημένο κόστος μεταφοράς.
Στο ερώτημα εάν οι τιμές στο γάλα υψηλής παστερίωσης είναι υψηλότερες από το φρέσκο, η απάντηση είναι αβέβαιη και μάλλον αρνητική.
1. Η λιανική τιμή ενός προϊόντος προφανώς καθορίζεται από την τιμολογιακή πολιτική της εταιρείας, λαμβάνοντας υπ' όψιν τη ζήτηση, τις συνθήκες του ανταγωνισμού και το κόστος.
2. Το γάλα υψηλής παστερίωσης ενδεχομένως να έχει υψηλότερο κόστος επεξεργασίας, ωστόσο το φρέσκο γάλα έχει σημαντικά υψηλότερο μεταφορικό κόστος και κόστος επιστροφών.