Η Γλώσσα των δημοσκποπήσεων είναι η ιδιοτελής συρρίκνωση της κοινωνικής πραγματικότητας. Είναι μια γλώσσα που αποτελεί μέρος μιας γενικής τεχνικής φενακισμού, η οποία συνίσταται στη μεγαλύτερη δυνατή σχηματοποίηση της κοινωνικής αταξίας και πολυχρωμίας. Η γλώσσα δεν είναι ποτέ «αθώα».
Η γλώσσα αυτή αποξηραίνει την πραγματικότητα από τους ζωικούς χυμούς της, την αφυδατώνει από κάθε κοινωνική διεργασία και συλλογικό συναίσθημα, την τεμαχίζει σε αφηρημένες ηθικές αρχές και μέσα από αυτή τη διαίρεση απομονώνει εκείνο που θέλει να προβάλει. Συστατικό, συνεπώς, γνώρισμα αυτής της γλώσσας είναι η αντιεπιστημονική και αντιδραστική νοοτροπία του τεμαχισμού και της απλοποίηση του όλου: Το σκόρπισμα της ολότητας σε άτομα και του ατόμου σε ουσίες.
Η ίδια, λοιπόν, η φιλοσοφία των δημοσκοπήσεων, συνίσταται στην κατάφορη παραχάραξη και αλλοίωση της πραγματικότητας.
Αυτή η «φιλοσοφία» της παραχάραξης, σήμερα έχει πάρει ολοκληρωτικές και αυθάδεις μορφές, με «έδρα» την κεντρική προπαγανδιστική μήτρα της παραχάραξης και της απάτης: Τα ΜΜΕ και το τηλεθέαμα.
ΣΗΜΕΡΑ, η «επιστήμη» της απόκρυψης και αλλοίωσης της πραγματικότητας, καθώς και της θηριώδους απάτης, έχει φτάσει να κατασκευάζει και να σκηνοθετεί δημοσκοπικά θεάματα, ολοκληρωτικά υποταγμένα στις άμεσες ανάγκες του καθεστώτος.
ΣΗΜΕΡΑ ζούμε την τρομοκρατική, δημοσκοπική πλύση κατασκευής «συναίνεσης». Οι «στημένες» δημοσκοπήσεις εκβιάζουν τρομοκρατικά τον ελληνικό λαό να αποδεχτεί το θάνατό του: Τα ποικίλα εφιαλτικά μέτρα και σχέδια των εκτελεστών συμβολαίων, της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ.
Πολιτικοί, κράτος, πλουτοκρατία, δημοσιοϋπαλληλία, ελεύθεροι επαγγελματίες κ.ο.κ. κατευθύνονται και κινούνται με τη νοοτροπία του παρασιτικού καταναλωτισμού.
Η χαλαρή κοινωνική συνομάδωση που ονομάστηκε ελληνική αστική τάξη, δεν κατόρθωσε ποτέ να δημιουργήσει γηγενή και αυτοτελή αστικό πολιτισμό. Η θέση της χώρας μας στον διεθνή καταμερισμό της υλικής και πνευματικής εργασίας βρίσκεται σέ ασήμαντη θέση, παρά τα θρυλούμενα από μερικούς. Υποπαραγωγική και χρονίως εξαρτημένη από την ξένη προστασία, η Ελλάδα ήταν επόμενο νά διολισθήσει στον παρασιτισμό. Ακόμη και η νεοελληνική ιδεολογία, ο τρόπος δηλαδή που κατανοούμε τόν εαυτό μας, είναι εν μέρει προϊόν εισαγωγής.
Η ιστορία διδάσκει, ότι το όνειρο και η τόλμη είναι η κινητήρια δύναμη που μπορεί να οδηγήσει οργανωμένες ανθρώπινες ομάδες να ξεπεράσουν την απάθεια μιάς μεγάλης χρονικής τους στασιμότητας και αέναης ανακύκλωσης της καθημερινότητάς τους, οδηγώντας τους στην ιστορική πρωτοπορία ή και στον αφανισμό τους.