Χώρα «ελεύθερη» από λύσσα θεωρείτο η Ελλάδα από το 1987. Παρ’ όλ’ αυτά, τα δύο τελευταία χρόνια κρούσματα της νόσου έχουν κάνει την εμφάνισή τους στη χώρα μας, γεγονός που θεωρείται ιδιαίτερα ανησυχητικό.
Χώρα «ελεύθερη» από λύσσα θεωρείτο η Ελλάδα από το 1987. Παρ’ όλ’ αυτά, τα δύο τελευταία χρόνια κρούσματα της νόσου έχουν κάνει την εμφάνισή τους στη χώρα μας, γεγονός που θεωρείται ιδιαίτερα ανησυχητικό. Το 2011 ο ιός απομονώθηκε σε μια κόκκινη αλεπού στην Κοζάνη και τον Νοέμβριο του 2012 σε ποιμενικό σκύλο στην Καστοριά. Σημαντική αύξηση εμφανίζουν τα κρούσματα λύσσας στη χώρα μας. Η λύσσα είναι μια ιογενής νόσος του νευρικού συστήματος, η οποία δεν θεραπεύεται και μπορεί να αποβεί θανατηφόρα. Είναι δυνατό να προληφθεί με την έγκαιρη χορήγηση ειδικού εμβολίου ή και ορού.
Το 2011 ο ιός της λύσσας απομονώθηκε σε μια κόκκινη αλεπού στην Κοζάνη και τον Νοέμβριο του 2012 σε ποιμενικό σκύλο στην Καστοριά.
Πώς μεταδίδεται;
Ο κύριος τρόπος μετάδοσης της λύσσας στον άνθρωπο είναι από δάγκωμα μολυσμένου ζώου. Κίνδυνο μετάδοσης εγκυμονεί επίσης η επαφή με το σάλιο του ζώου, τις βλεννογόνους του -όπως το εσωτερικό των ματιών, της μύτης και του στόματος- ή με ανοιχτές πληγές στο σώμα του. Ακόμη, η λύσσα μπορεί να μεταδοθεί σε κάποιον που έχει εκτεθεί σε νευρικό ιστό του μολυσμένου ζώου, καθώς ο συγκεκριμένος ιός βρίσκεται στον εγκέφαλο.
Ζώα που μεταδίδουν τη νόσο είναι κυρίως τα σαρκοφάγα, όπως ο λύκος, ο σκύλος, η αλεπού, ο ασβός, η νυχτερίδα, η γάτα. Επίσης μεταφέρεται από εκτρεφόμενα ζώα όπως οι αγελάδες, τα πρόβατα και τα άλογα.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Τα συμπτώματα της νόσου στον άνθρωπο είναι πυρετός, πονοκέφαλος, γενικευμένη αδιαθεσία και αδυναμία. Σταδιακά εμφανίζεται αϋπνία, άγχος, σύγχυση, παράλυση, υπερδιέγερση, ψευδαισθήσεις, σιελόρροια, δυσκολία στην κατάποση και υδροφοβία. Συνήθως η νόσος γίνεται θανατηφόρα λίγες ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων.
Τα συμπτώματα της νόσου στον άνθρωπο είναι πυρετός, πονοκέφαλος, γενικευμένη αδιαθεσία και αδυναμία. Σταδιακά εμφανίζεται αϋπνία, άγχος, σύγχυση, παράλυση, υπερδιέγερση, ψευδαισθήσεις, σιελόρροια, δυσκολία στην κατάποση και υδροφοβία. Συνήθως η νόσος γίνεται θανατηφόρα λίγες ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων.
Η λύσσα είναι μια ιογενής νόσος του νευρικού συστήματος, η οποία δεν θεραπεύεται και μπορεί να αποβεί θανατηφόρα.
Ποια μέτρα προστασίας μπορεί να λάβει κανείς;
Οι ειδικοί συστήνουν:
Οι ειδικοί συστήνουν:
Αν μας δαγκώσει ζώο πρέπει να πλύνουμε αμέσως καλά με άφθονο νερό και σαπούνι όλες τις πληγές και στη συνέχεια να εφαρμόσουμε αλκοολούχο ή ιωδιούχο αντισηπτικό. Παράλληλα, θα πρέπει να αναζητηθεί το συντομότερο ιατρική βοήθεια. Να αποφεύγουμε την επαφή με τα άγρια ζώα που περιηγούνται ελεύθερα ακόμη και αν φαίνονται φιλικά. Να μην αφήνουμε εκτεθειμένη ζωοτροφή σε εξωτερικούς χώρους. Να μην αφήνουμε σκουπίδια έξω από κάδους ειδικά σε περιοχές κοντά σε δασική έκταση. Οταν εντοπίζουμε νεκρό ζώο που έχει σημάδια ασθένειας δεν το αγγίζουμε. Ειδοποιούμε το οικείο τμήμα Κτηνιατρικής ή τη Θηροφυλακή της περιοχής. Να ακολουθούμε τις συστάσεις των κτηνιάτρων όσον αφορά τα μέτρα προστασίας στα ζώα, όπως είναι για παράδειγμα ο αντιλυσσικός εμβολιασμός.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Της Ασημίνας Μπαλάσκα παθολόγου ΚΕΕΛΠΝΟ
Της Ασημίνας Μπαλάσκα παθολόγου ΚΕΕΛΠΝΟ
ΕΜΒΟΛΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗ
Με ποιους τρόπους μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο
Με ποιους τρόπους μπορεί να μεταδοθεί στον άνθρωπο
Η επιστροφή της λύσσας είναι αναμενόμενη επιδημιολογικά, εφόσον υπήρχαν κρούσματα της νόσου σε ζώα σε γειτονικές μας χώρες τα τελευταία χρόνια. Με αφορμή, λοιπόν, αυτό το γεγονός, η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής (υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) έχει αρχίσει από τον Απρίλιο του 2012 «Πρόγραμμα επιζωοτιολογικής επιτήρησης και παρακολούθησης της λύσσας» σε άγρια και κατοικίδια θηλαστικά στη Βόρεια Ελλάδα (παραμεθόριοι και άλλοι νομοί).
Η λύσσα είναι ιογενής νόσος του νευρικού συστήματος, που προσβάλλει όλα τα θερμόαιμα θηλαστικά, άγρια και κατοικίδια, όπως: αλεπούδες, λύκους, κουνάβια, ρακούν, νυχτερίδες, σκύλους, γάτες, βοοειδή, αιγοπρόβατα, άλογα.
Θεωρείται, ωστόσο, ζωοανθρωπονόσος. Μπορεί, δηλαδή, να μεταδοθεί από κάποιο μολυσμένο ζώο και στον άνθρωπο. Ο ιός μεταδίδεται στον άνθρωπο μέσω του σάλιου του μολυσμένου ζώου. Αυτό μπορεί να συμβεί με τρεις κυρίως τρόπους:
Μέσω δαγκώματος, γρατσουνιάς ή γδαρσίματος, ύστερα από γλείψιμο του ζώου σε δέρμα που έχει τραύμα, γρατσουνιά, κόψιμο ή γδάρσιμο και μέσω επαφής του σάλιου με τους βλεννογόνους (μάτια, μύτη, στόμα).
Επειδή η λύσσα είναι μια νόσος με θνησιμότητα σχεδόν 100% και δεν υπάρχει συνήθως αποτελεσματική θεραπεία μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων, ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος προστασίας είναι ή ο προληπτικός εμβολιασμός με τρεις δόσεις αντιλυσσικού εμβολίου (πριν από την έκθεση) σε ομάδες υψηλού κινδύνου ή η έγκαιρη χορήγηση πέντε δόσεων εμβολίου και ανοσοσφαιρίνης μετά την έκθεση στην ασθένεια (δάγκωμα ύποπτου ζώου).
Μέτρα
Αν, για παράδειγμα, κάποιο ζώο ύποπτο για λύσσα δαγκώσει έναν άνθρωπο σε περιοχή που κατά τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες είναι «υψηλού κινδύνου για λύσσα», πρέπει να λαμβάνει αμέσως τα ενδεδειγμένα μέτρα.
Αν, για παράδειγμα, κάποιο ζώο ύποπτο για λύσσα δαγκώσει έναν άνθρωπο σε περιοχή που κατά τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες είναι «υψηλού κινδύνου για λύσσα», πρέπει να λαμβάνει αμέσως τα ενδεδειγμένα μέτρα.
Ως ομάδες υψηλού κινδύνου θεωρούνται γενικά άτομα που λόγω επαγγέλματος ή άλλης ασχολίας έρχονται σε επαφή με ζώα, όπως κτηνίατροι, θηροφύλακες, εργαστηριακοί που ασχολούνται με λύσσα, κυνηγοί, σπηλαιολόγοι, εργαζόμενοι σε σφαγεία, ταξιδιώτες σε περιοχές με λύσσα.
Οταν η πρόσβαση σε αντιλυσσικά εμβόλια και ανοσοσφαιρίνη είναι δυσχερής και γενικά άτομα που έχουν στενή επαφή με άγρια ή αδέσποτα ζώα. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί από το ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur το εμβόλιο «Vaccin Rabique Pasteur», το οποίο είναι αδρανοποιημένο, κεκαθαρμένο εμβόλιο, παρασκευασμένο σε κύτταρα Vero και περιέχει το στέλεχος Wistar Rabies PM/WI 38 1503-3M.
Εκτός από τα παραπάνω, υπάρχουν μερικά γενικά μέτρα, τα οποία θα πρέπει να ακολουθήσει ο καθένας μας προκειμένου να περιορίσει τον κίνδυνο έκθεσής του στη λύσσα, όπως: ο εμβολιασμός των κατοικιδίων του (σκύλοι, γάτες), ο περιορισμός των κατοικιδίων του σε ασφαλή και περιφραγμένο χώρο ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της νύχτας, η αποφυγή της επαφής του με άγρια ή αδέσποτα ζώα, καθώς και με εκείνα που είναι διασταύρωση κατοικιδίων με άγρια ζώα.
Χρήσιμη είναι η εκπαίδευση των παιδιών, ώστε να μην προσεγγίζουν ποτέ ζώα που δεν γνωρίζουν, ακόμη και εάν φαίνονται φιλικά. Να αποφεύγεται η επαφή με νεκρά ζώα, να απομακρύνονται τα άγρια ζώα από κατοικίες και εργασιακούς χώρους.
Σημαντική είναι η απομάκρυνση από τον κήπο τροφής και νερού, καθώς και απορριμμάτων που προσελκύουν άγρια ζώα, η λήψη μέτρων ώστε να μην εισχωρούν μέσα στο σπίτι νυχτερίδες (σήτες), η έγκαιρη ενημέρωση της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας της περιοχής του, αν συναντήσει άρρωστο, νεκρό ή τραυματισμένο από επίθεση αδέσποτο ζώο ή ζώο με επιθετική συμπεριφορά και η τακτική ενημέρωσή του από την αρμόδια Διεύθυνση Κτηνιατρικής για ενδεχόμενα πρόσφατα κρούσματα λύσσας σε ζώα στην περιοχή του.
Περαιτέρω πληροφόρηση για τη λύσσα προς το κοινό και τους επαγγελματίες υγείας προσφέρεται από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) στην ιστοσελίδα www.keelpno.gr.
Το κοινό μπορεί να απευθύνεται επίσης στο τηλεφωνικό κέντρο του ΚΕΕΛΠΝΟ (210-5212000), στο Κέντρο Επιχειρήσεων (210-5212054) και στο e-mail:kepix@keelpno.gr.