Αντώνης Ι. Ζαρκανέλας (Δρ)
π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
Νομαρχίας Θεσσαλονίκης
Στο πρώτο μέρος είδαμε τις
συνθήκες υπό τις οποίες πήγαμε στη Συμφωνία της Βάρκιζας, καθώς και το
περιεχόμενό της. Όπως είπαμε, την εφαρμογή των άρθρων 1,2,4,5,7,8 και 9, που αφορούσαν
την αποκατάσταση των ατομικών ελευθεριών, την κατάργηση του στρατιωτικού νόμου,
τους ομήρους κλπ, ήταν υποχρεωμένη να εξασφαλίσει η Κυβέρνηση υπό το άγρυπνο
μάτι του ΚΚΕ, των συνδικάτων, την απειλή απεργιών κλπ. Την εφαρμογή των άρθρων
3, για την αμνηστία και 6 για την αποστράτευση και αφοπλισμό του ιδιωτικού-κομματικού στρατού του ΕΛΑΣ, της
Πολιτοφυλακής κλπ δεν μπορούσε να εποπτεύσει η Κυβέρνηση, γιατί απλούστατα δεν
γνώριζε ποιος πραγματικά ήταν ο
οπλισμός και βέβαια δεν είχε περιεχόμενο
η αποστράτευση χωρίς υποχρεωτική παράδοση των ανταρτών με ευθύνη του ΚΚΕ.
Η αποστολή του ΕΑΜ/ΚΚΕ πήγε στην
Βάρκιζα με εντολή για αμνηστία σε όλους και παράδοση του οπλισμού με όρους.
Ήταν κάθετοι στη γενική αμνηστία και ό,τι μπορούσαν να πετύχουν, να περισώσουν,
στην παράδοση του οπλισμού. Εκ των υστέρων οι κομμουνιστές τη Συμφωνία της Βάρκιζας
χαρακτηρίζουν ως τραγική ή το λιγότερο ως ατυχή. Οι πιο πρακτικοί και «ορθολογικοί
κομμουνιστές», ως απαραίτητη για την ανασύνταξη και
προετοιμασία της νέας ένοπλης ανταρσίας. Σε κάθε περίπτωση, το ΚΚΕ στην 11η
Ολομέλεια της Κ.Ε. του (Απρίλιος 1944) χαρακτήρισε τη Συμφωνία της Βάρκιζας
αλλά και εκείνες του Λιβάνου και της Καζέρτας «λάθη δεξιού χαρακτήρα»
(Γρηγοριάδης Σ., 1979).
Τί, πραγματικά, σήμαινε η
χορήγηση μερικής αμνηστίας;
Σήμαινε, κατά τη Συμφωνία της
Βάρκιζας, ότι δεν αμνηστεύονταν όλοι εκείνοι που βαρύνονταν με εγκλήματα του
ποινικού δικαίου, «τα οποία δεν ήσαν απολύτως απαραίτητα δια την εκτέλεση του
πολιτικού εγκλήματος». Με άλλα λόγια, κάθε δραστηριότητα των ανταρτών μπορούσε
να θεωρηθεί αδίκημα και να διωχθούν, ενώ οι ηγέτες τους δεν υπέστησαν καμιά
δίωξη, επειδή οι δραστηριότητες τους θεωρήθηκαν εξ ορισμού πολιτικές. Με άλλα
λόγια, όπως λέει ο Ευάγγελος Αβέρωφ (1973): «Με τα συμφωνηθέντα λοιπόν εκ της
φύσεως των πραγμάτων, είχαν μικρότερη προστασία εκείνοι που την χρειαζόταν
περισσότερο…». Όπως αναφέρει και ο Ξανθόπουλος (2013) «Οι ηγέτες (κομμουνιστές)
-η πρόσθεση δική μας- δέχονται να αμνηστεύονται τα δικά τους αδικήματα, που
χαρακτηρίζονται ως πολιτικά, δεν δέχονται όμως να χαρακτηρίζονται ως πολιτικά αδικήματα
όσα διεπράχθησαν με δική τους εντολή και για τον ίδιο σκοπό από απλά μέλη». Ο
ίδιος μάλιστα αναφέρει ότι ο Θανάσης Χατζής, Γραμματέας του ΕΑΜ, για το άρθρο
3, περί Αμνηστίας, διατυπώνει την άποψη: «Έναντι της αθλίας υπογραφής στη
Βάρκιζα έγινε κάτι αθλιέστερο. Παραδόθηκε στην εαμική αντιπροσωπεία ένα μυστικό
έγγραφο – παράρτημα της Συμφωνίας, με υπογραφή της Ελληνικής κυβέρνησης και
Βρετανική εγγύηση, ότι για 50 ηγετικά
πρόσωπα του ΚΚΕ (τα οποία θα καθόριζε το ίδιο) εξασφαλιζόταν το ακαταδίωκτο και οι ηγέτες του ΚΚΕ
έμειναν στο απυρόβλητο».
Την ήθελε πραγματικά τη γενική αμνηστία το ΚΚΕ;
Να τι λέει ο Δ. Κούσουλας (1987):
«Και όμως ο Σιάντος δεν φαίνεται να
ήθελε τη χορήγηση γενικής αμνηστίας σε όλους τους Ελασίτες. Και είχε πράγματι
λόγους για να μην ευνοή τη γενική αμνηστία. Εάν οι άνδρες του ΕΛΑΣ μπορούσαν να
επιστρέψουν στα σπίτια τους ανενόχλητοι, θα άρχιζαν να σκέπτονται και να
διερωτώνται ποιος έφταιγε για την κατάρρευση του αγώνος των. Τέτοιες σκέψεις θα
καθιστούσαν δύσκολη τη θέσι του Σιάντου, του Ιωαννίδη και των άλλων κορυφαίων
ηγετών, που είχαν ρίψει τον ΕΛΑΣ στην περιπέτεια του Δεκεμβρίου. Αντιθέτως, αν
έμεναν εκτεθειμένοι στην καταδίωξι των
αρχών, θα εξηναγκάζοντο να συσπειρωθούν
γύρω από το κόμμα ως το μόνο καταφύγιο για την επιβίωση του». (σελ.244).
Ήταν η Συμφωνία της Βάρκιζας για
το ΚΚΕ μια ειλικρινής αποδοχή να
πορευτεί στα πλαίσια της νομιμότητας τις βάσεις της οποίας έθετε αυτή ή η
υπογραφή της ήταν μια τακτική κίνηση που θα βοηθούσε να κερδηθεί χρόνος για
αναδιοργάνωση, για βίαιη και ένοπλη κατάληψη της εξουσίας; Το πρώτο δεν
προκύπτει από πουθενά. Για το δεύτερο υπάρχουν πολλές αριστερές πηγές που το
επιβεβαιώνουν.
Έτσι ο Ιωαννίδης στο βιβλίο του «Αναμνήσεις» αναφέρει ότι εκτός από τον Ζεύγο και
τη σύζυγό του - που απλώς δεν ψήφισαν - όλοι οι άλλοι συμφώνησαν, έστω με
κάποιες επί μέρους επιφυλάξεις, με την υπογραφή της Συμφωνίας. «Κανένας δεν
είπε όχι και κανένας δεν είπε ότι δεν κάνατε καλά που υπογράψατε τη συμφωνία
της Βάρκιζας» (σελ. 374). Ο Ιωαννίδης στην 11η Ολομέλεια της
Κ.Ε. του ΚΚΕ (5-10 Απρίλη 1945)
αναφέρει: «Αντίθετα, μια που είχαμε πάθει μια στρατιωτική ήττα θα ‘πρεπε
γρήγορα να φτάσουμε στη συμφωνία της Βάρκιζας, που μας δίνει ένα μίνιμουμ
δυνατοτήτων και προϋποθέσεων για να δουλέψουμε μαζικά και να ξαναπάρουμε την
κατάσταση στα χέρια μας.». Ο ίδιος,
ο Ιωαννίδης, στην 5η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ
(30-31 Γενάρη 1949) έλεγε: «Φυσικά, μετά τη στρατιωτική ήττα υποχρεωτικά κάναμε
τη Βάρκιζα, που ήταν μια ανάγκη για να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας και να
τις προετοιμάσουμε για τους μελλοντικούς πολιτικούς και ένοπλους αγώνες...». Ο Ζαχαριάδης στην 6η Ολομέλεια της
Κ.Ε. του ΚΚΕ (Οκτώβριος 1949) έλεγε «…η Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν ένας αναγκαίος ελιγμός για την ανασύνταξη των δημοκρατικών
δυνάμεων του Λαού» και το 1950 ο ίδιος
στο βιβλίο του «Προβλήματα Καθοδήγησης» αναφέρει ότι η Συμφωνία της Βάρκιζας «...ήταν
μία ανάπαυλα για την ανασυγκρότηση… μπροστά στην καινούργια αποφασιστική
αναμέτρηση που έρχεται αναπόφευκτα» (σελ. 19).
Φαίνεται από τα παραπάνω ότι το
ΚΚΕ με ορθή πολιτική σκέψη και ψυχρό κομματικό υπολογισμό μετά τα τραγικά
Δεκεμβριανά, πήγε στη Συμφωνία της
Βάρκιζας για να δημιουργήσει μια επίφαση Δημοκρατικότητας-νομιμότητας για το
κόμμα και ταυτόχρονα εξασφαλίζοντας:
·
Ευχέρεια πολιτικής δράσης υπό συνθήκες
νομιμότητας αλλά και με μεθόδους «παράνομης δουλειάς».
·
Καθεστώς νόμιμου πολιτικού κόμματος, με τις
εφημερίδες του να κυκλοφορούν ελεύθερα, με τα μέλη του να γίνονται δεκτά στις
ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας (εφόσον καλύπτονταν από την αμνηστία),
με τους ηγέτες να κυκλοφορούν ελεύθερα.
·
Τους μη αμνηστευόμενους οπαδούς- αντάρτες, τους απλούς μαχητές,
υποχρεωτικά στην παρανομία, εντός της χώρας ή στις γειτονικές
κομμουνιστικές χώρες και κυρίως στο
Μπούλκες, περιμένοντας την εντολή για ένοπλη σύρραξη, για την έναρξη του Τρίτου
Γύρου.
Παρέδωσαν οι κομμουνιστές τον οπλισμό που προέβλεπε η Συμφωνία της
Βάρκιζας;
Ο Σαράφης, ο οποίος
συμμετείχε στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ,
πρόθυμα δέχθηκε να παραδώσει ο ΕΛΑΣ 41.500 τυφέκια, 2015 αυτόματα, 163 όλμους
και 32 πυροβόλα. Έκπληκτοι, οι Βρετανοί και Έλληνες Αξιωματικοί διαπίστωσαν
όταν καταμετρήθηκαν τα όπλα βρέθηκαν περισσότερα: 44.000 τυφέκια, 2.500
αυτόματα, 220 όλμοι και 100 πυροβόλα!! (Ζαούσης, 1992, σελ. 24). Για το ίδιο
θέμα ο Ιωαννίδης λέει: «…αυτοί ζήτησαν
να παραδώσουμε σαράντα χιλιάδες όπλα…
Και ο Σαράφης τους είπε: Σαράντα έξι χιλιάδες θα σας δώσουμε. Αυτό
δηλαδή έγινε για να μην αποκαλυφθεί ότι εμείς κρύβουμε όπλα». (Αναμνήσεις, σελ.
371).
Ήταν τα όπλα που παραδόθηκαν σε καλή κατάσταση;
Ο Κ. Τσουκαλάς (1981)
ανεπιφύλακτα δέχεται «...ότι μία μεγάλη ποσότητα όπλων και πυρομαχικών δεν
παραδόθηκε» (σελ. 81). Ο Ιωαννίδης αναφέρει για το θέμα αυτό «Και βέβαια μέσα σε
αυτά που παρέδωσαν ήταν και «...εικοσιπέντε χιλιάδες που ήτανε άχρηστα, δεν
χρησιμοποιόντουσαν». (Αναμνήσεις, σελ. 371).
Πότε αποφασίστηκε να γίνει η απόκρυψη του οπλισμού και πού;
Γι’ αυτό ας αφήσουμε τον Ιωαννίδη να μας πει τί ακριβώς έγινε: «…προτού έρθουν από την Βάρκιζα εγώ είχα
σκεφθεί ότι είτε κάνουμε είτε όχι συμφωνία πρέπει να κρύψουμε οπλισμό. Να τον
κρύψουμε έξω από τις πόλεις και κοντά, όσο μπορούμε πιο κοντά… μέσα στις πόλεις
...και να τον χρησιμοποιήσουμε σε ώρα ανάγκης…». (Αναμνήσεις, σελ. 371).
Πώς όμως έγινε η δουλειά της απόκρυψης;
Ήταν μία ολόκληρη επιχείρηση στην οποία υπό πλήρη μυστικότητα πρωτοστατούσαν οι πρωτοκλασάτοι κομματικοί
ηγέτες. Ο ίδιος ο Ιωαννίδης, Β΄ Γραμματέας του ΚΚΕ, πηγαίνει στην Μακεδονία για να εποπτεύσει.
Εκεί έρχεται σε επαφή με όλους τους κομματικούς: Στρίγγο Λ., Μάρκο Βαφειάδη,
Στέργιο Αναστασιάδη, υπεύθυνο της ΟΠΛΑ, τον Πέτρο Ερυθριάδη κλπ και τους εξηγεί
«...πω ς πρέπει να κρύψουμε οπλισμό για ώρα ανάγκης…». Η δουλειά της απόκρυψης
παντού «...ήταν η ίδια». «Τόσες χιλιάδες όπλα εκεί και τόσες εκεί, τόσα
οπλοπολυβόλα και πολυβόλα, τόσα κανόνια». (Αναμνήσεις,
σελ. 372).
Ποιοί έκαναν τη δουλειά;
Η απόκρυψη έπρεπε να γίνει έτσι
ώστε «δεν έπρεπε να πάρουνε χαμπάρι όλοι οι μαχητές» και θα γινόταν «...από δύο
μαχητές και με την ευθύνη των επικεφαλής…».
«Εκείνοι δε που θα κρύψουν τον οπλισμό
θα φύγουνε για το Μπούλκες, ώστε να μην πιαστούν και πει κανένας ότι κρύψαμε
και πού οπλισμό. Μέχρι αυτό το σημείο πήραμε μέτρα. Και μόλις τέλειωναν την
απόκρυψη, γραμμή για το Μπούλκες». (Αναμνήσεις,
σελ. 372).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
Αβέρωφ-Τοσίτσας, Ε. 1973. Φωτιά και τσεκούρι! Ελλάς, 1946-49 και τα
προηγηθέντα.
Βιβλιοπωλείον
της «Εστίας».
Γρηγοριάδης, Σ., 1979. Δεκέμβριος 1944: Το ανεξήγητο λάθος. Εκδόσεις
Φυτράκη.
Ζαούσης, Αλεξ. 1992. Η Τραγική Αναμέτρηση (1945-1949). Ο μύθος και η
αλήθεια. Τομ. Α. Εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ.
Ζαχαριάδης, Ν., 1950. Προβλήματα Καθοδήγησης στο ΚΚΕ.
Ιωαννίδης, Γ., 1979. Αναμνήσεις. Επιμέλεια: Παπαπαναγιώτου Αλέκος, Εκδόσεις
Θεμέλιο.
Κούσουλας, Δ. 1987. ΚΚΕ Τα Πρώτα Τριάντα Χρόνια 1918-1949. Εκδόσεις
Ελληνική Ευρωεκδοτική.
Ξανθόπουλος, Ν. 2013. «Ποίος Έπταισεν;» Εμφύλιος 1941-1944. Εκδόσεις
Αφών Κυριακίδη Α.Ε.
Τσουκαλάς, Κ., 1981. Η Τραγική Αναμέτρηση. Από την απελευθέρωση ως τους
συνταγματάρχες. Εκδόσεις νέα σύνορα. Α. Λιβάνης.