Ήταν 9 Νοεμβρίου 1989 όταν κατέρρευσε το τείχος του Βερολίνου, το σύμβολο του Ψυχρού πολέμου που σηματοδοτούσε τον διαχωρισμό ανάμεσα στις νικήτριες δυνάμεις του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου καθώς και την μεταξύ τους αντιπαλότητα για την πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα.
To Τείχος του Βερολίνου από την ανέγερσή του στις 13 Αυγούστου 1961 μέχρι την πτώση του στις 9 Νοεμβρίου 1989 χώριζε το Δυτικό Βερολίνο από το Ανατολικό και τη γύρω περιοχή της Ανατολικής Γερμανίας. Για αρκετούς αποτελεί την ενσάρκωση του «σιδηρούντος παραπετάσματος» το οποίο είχε εισαγάγει στην πολιτική διαλεκτική της μεταπολεμικής Ευρώπης ο Ουίνστον Τσόρτσιλ.
Στις 9 Νοεμβρίου 1989 και με μία ανακοίνωση που κανείς δεν περίμενε, το τείχος έχασε την πολιτική και ουσιαστική του ισχύ. Κατά την προσπάθειά τους να περάσουν στο Δυτικό Βερολίνο μέσα από τις καλά φρουρούμενες συνοριακές εγκαταστάσεις του Τείχους θανατώθηκαν τουλάχιστον 86 άνθρωποι, μεταξύ αυτών και 2 Έλληνες, από βίαιες ενέργειες των ανατολικογερμανικών δυνάμεων ασφάλειας.
Τους τελευταίους μήνες του 1989 η Σοβιετική Ενωση και όλα τα κομμουνιστικά καθεστώτα παρέπαιαν με τις ηγεσίες τους να δείχνουν ανήμπορες να αντιστρέψουν την κατάσταση. Στη Γερμανία ήδη από τις 4 Νοέμβρη πλήθος κόσμου συγκεντρωνόταν κάθε βράδυ στο Τείχος σύμβολο της διχοτόμησης της ηπείρου απαιτώντας την κατεδάφισή του.
Στις 9 του μήνα ξεκινά η κατεδάφιση του Τείχους με χιλιάδες πολιτών να βρίσκονται και στις δύο πλευρές, να πανηγυρίζουν, να κλαίνε και να αγκαλιάζονται σφραγίζοντας με τρόπο εμβληματικό μία από τις πιο σημαντικες στιγμές στη σύγρχρονη ευρωπαϊκή Ιστορία.
Ο φωτογραφικός φακός της εποχής κατέγραψε τις εικόνες εκείνες που έμμειναν στην ιστορία με αμφότερους δυτικογερμανούς και ανατολικογερμανούς να κατεδαφίζουν με κάθε μέσο το «τείχος της διχόνοιας», όπως το αποκαλούσαν.