Με την πάροδο του χρόνου, η ευρεία διάδοση του διαδικτύου έχει καταστήσει πιο εύκολη την γνωριμία ανθρώπων με κοινά ενδιαφέροντα μέσω ιστοσελίδων και εφαρμογών. Αν και στο παρελθόν κάποιες μελέτες έχουν υποδείξει συσχετισμό μεταξύ εύρεσης συντρόφων στο διαδίκτυο και ριψοκίνδυνων σεξουαλικών συμπεριφορών, η ερευνητική ομάδα εντόπισε ανάγκη περαιτέρω διερεύνησης ιδιαίτερα στην Βόρεια Ευρώπη.
Οι επιστήμονες εργάστηκαν με δεδομένα από 9.575 Σουηδούς άνδρες και γυναίκες που συμμετείχαν στο project SRHR2017 (σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και δικαιώματα), που διενεργήθηκε από τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας της Σουηδίας. Οι συμμετέχοντες ήταν από 16 έως 84 ετών, με το 60% να είναι γυανίκες.
Το 1% των γυναικών αυτοπροσιορίζονταν ως λεσβίες και το 5% ως αμφιφυλόφιλες. Στους άνδρες τα ποσοστά ήταν 2% και 3% αντιστοίχως. Όλοι οι υπόλοιποι συμμετέχοντες ήταν ετεροφυλόφιλοι.
Όλοι οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν φυσικά ερωτηματολόγια και παρείχαν πληροφορίες γύρω από την σεξουαλική του υγεία και τις σεξουαλικές συμπεριφορές.
Συνολικά, το 7% των γυναικών και το 11% των ανδρών σημείωσαν ότι χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να βρουν σεξουαλικούς συντρόφους. Η πρακτική αυτή ήταν πιο συνηθισμένη μεταξύ των νεότερων συμμετεχόντων, ιδιαίτερα στην ηλικιακή ομάδα 16 – 29 ετών και λιγότερο συνηθισμένη στους ανθρώπους 45 – 64 ετών. Σχεδόν το 14% των ανδρών 30 – 44 ετών είχαν χρησιμοποιήσει παρόμοιες υπηρεσίες.
Σχεδόν τα 2/3 των ομοφυλόφιλων ανδρών ηλικίας 30 – 44 ετών είχαν συναντήσει συντρόφους στο διαδίκτυο. Το ποσοστό αυτό ήταν το υψηλότερο από οποιαδήποτε άλλη υπό-ομάδα. Μετά από προσαρμογή των δεδομένων ως προς την ηλικία και τα χρόνια εκπαίδευσης, οι μη ετεροφυλόφιλες γυναίκες είχαν 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να γνωρίσουν συντρόφους διαδικτυακά σε σχέση με τις ετεροφυλόφιλες γυναίκες.
Η συνάντηση σεξουαλικών συντρόφων μέσω διαδικτύου συνδέθηκε επίσης με ριψοκίνδυνες σεξουαλικές συμπεριφορές, όπως μη χρήση προφυλακτικού με εφήμερο παρτενέρ, απουσία ελέγχου για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα, διάγνωση τουλάχιστον μια φορά με σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα και συνεύρεση επί πληρωμή
Αυτά τα ευρήματα μπορεί να χρησιμεύσουν ως προς την στόχευση των καμπανιών δημόσιας υγείας, ιδιαίτερα στους άνδρες 30 – 44 ετών, καθώς διαφαίνεται ότι είναι η ομάδα που απευθύνεται λιγότερο σε γιατρούς. Επίσης φαίνεται ότι οι διαδικτυακοί τρόποι ενημέρωσης έχουν μεγάλη αποτελεσματικότητα στα μη ετεροφυλόφιλα άτομα.
Η μελέτη παρουσιάζει κάποιους περιορισμούς. Για παράδειγμα δεν είναι γνωστό αν οι ριψοκίνδυνες συμπεριφορές ήταν διαφορετικές με συντρόφους εκτός διαδικτύου. Συνεπώς δεν είναι ξεκάθαρο αν η χρήση αυτών των εφαρμογών γνωριμιών είναι ενδεικτική σεξουαλικού κινδύνου.
Επιπλέον δεν καταμετρήθηκε ο αριθμός σεξουαλικών συντρόφων των συμμετεχόντων, συνεπώς δε μπορούσε να καθοριστούν σχέσεις αιτίου αιτιατού.