Η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή και η ψύχωση έχει αποδειχθεί ότι σχετίζονται με την σεξουαλική δυσλειτουργία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι όλες αυτές οι ψυχικές νόσοι παρουσιάζονται με συμπτώματα που μπορούν απευθείας να επηρεάσουν την σεξουαλικότητα του ατόμου. Πιο συγκεκριμένα μπορεί να προκαλέσουν χαμηλή σεξουαλική επιθυμία, προβληματική διέγερση και χαμηλή σεξουαλική ικανοποίηση.
Επιπλέον ακόμα και οι θεραπείες αυτών των παθήσεων μπορούν να προκαλέσουν σεξουαλικές παρενέργειες. Για παράδειγμα, οι αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), που αποτελούν έναν κοινά συνταγογραφούμενο τύπο αντικαταθλιπτικών, μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα στην σεξουαλική λειτουργία. Αυτά τα φάρμακα σχετίζονται με χαμηλή ερωτική επιθυμία, δυσκολότερη διέγερση, στυτική δυσλειτουργία, καθυστερημένη εκσπερμάτιση και διαταραχές του οργασμού.
Κάποια προβλήματα ψυχικής υγείας μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την σεξουαλικότητα του ατόμου. Αν ένας άνδρας νιώθει άγχος για τις σεξουαλικές του επιδόσεις και ανησυχεί για το αν θα καταφέρει να έχει στύση κατά την διάρκεια του σεξ, είναι πιο πιθανό να αντιμετωπίσει αυτήν ακριβώς την σεξουαλική δυσλειτουργία. Παρομοίως οι γυναίκες με κολεόσπασμο (διαταραχή κατά την οποία οι μύες του κόλπου συσπώνται ακούσια κατά την απόπειρα διείσδυσης) μπορεί να αναπτύξουν συναισθήματα άγχους γύρω από το σεξ σαν αποτέλεσμα παλιότερων επώδυνων αναμνήσεων, τροφοδοτώντας έναν φαύλο κύκλο.
Ιστορικό σεξουαλικής κακοποίησης αποτελεί πολύ συχνά παράγοντα εμφάνισης προβλημάτων ψυχικής υγείας. Αρκετοί επιζώντες σεξουαλικής κακοποίησης εμφανίζουν διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD), με συμπτώματα όπως εφιάλτες, αναδρομές σε τραυματικά γεγονότα, προβλήματα στον ύπνο, δυσκολίες στην συγκέντρωση και ακραίες αντιδράσεις σε καταστάσεις που υπενθυμίζουν το τραύμα. Πολλοί επιζήσαντες σεξουαλικής κακοποίησης έχουν αισθήματα ντροπής, ενοχής ή έντονου άγχους που σχετίζονται με την εμπειρία τους, κάτι που οδηγεί κάποια θύματα σε προσπάθειες αντιμετώπισης μέσα από αλκοόλ, φάρμακα ή άλλες ουσίες.
Τέλος, ακόμα και όταν το αίτιο των σεξουαλικών προβλημάτων δεν είναι ψυχολογικό, τα αποτελέσματα της σεξουαλικής δυσλειτουργίας μπορεί να έχουν τεράστια επίδραση στην ψυχική υγεία του ατόμου. Για την ακρίβεια, αρκετές μελέτες έχουν αποδείξει ότι υπάρχει αμφίδρομος συσχετισμός μεταξύ στυτικής δυσλειτουργίας και κατάθλιψης, κάτι που σημαίνει ότι ένας άνδρας που πάσχει από στυτική δυσλειτουργία είναι πιο πιθανό να παρουσιάσει καταθλιπτικά συμπτώματα και το αντίστροφο. Η σχέση στυτικής δυσλειτουργίας και κατάθλιψης μπορεί εν μέρει να αποδοθεί σε αισθήματα θλίψης και απώλειας σχετικά με την εξασθένηση της σεξουαλικής λειτουργίας, συνεπώς είναι απαραίτητο τα άτομα να εκπαιδευτούν να διαχειρίζονται αυτά τα συναισθήματα με έναν υγιή τρόπο.