του Σωκράτη Μουτίδη, από το www.kozani.tv
Στο ρεπορτάζ που ακολουθεί θα διαβάσετε τι μας είπαν οι συγγενείς δυο θυμάτων απο την Αιανή Κοζάνης, δυο χρόνια πριν, τον Δεκέμβρη του 2011, σε έρευνα που έγινε απο το περιοδικό Omikron Magazine και δημοσιεύτηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Σήμερα, 15 χρόνια μετά, δεν άλλαξε σχεδόν…τίποτα.
Δεκατρία χρόνια μετά… κάποιες ψυχές ζητούν ακόµη δικαίωση
Του Σωκράτη Μουτίδη
Η Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 1997 πλησίαζε και ήδη είχαν ξεκινήσει οι προετοιμασίες για την υποδοχή των ξενιτεμένων. Ήταν να προσγειωθούν στη Θεσσαλονίκη στις 9:40 το πρωί εκείνης της ημέρας, αλλά η πτήση από την Οδησσό της Ουκρανίας είχε καθυστέρηση. Μια καθυστέρηση… παντοτινή.
Η συντριβή του αεροσκάφους Γιάκοβλεφ 42 στα Πιέρια Όρη εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ άλλαξε τη ζωή πολλών. Μεταξύ αυτών και του Χαρίση Στάμου από την Αιανή Κοζάνης, ο γιος του οποίου επέβαινε στο αεροσκάφος και επρόκειτο να αρραβωνιαστεί τέσσερις μέρες μετά την άφιξή του από την Οδησσό. Πίσω από κάθε τραγική ιστορία κρύβονται παιχνίδια της τύχης. Ο 68χρονος σήμερα Χάρης όπως τον φωνάζουν, πατέρας του Νίκου, μας διηγείται με λεπτομέρειες τα γεγονότα που μεσολάβησαν από την ημέρα του δυστυχήματος μέχρι και δυο μέρες μετά, όταν εντοπίστηκαν τα συντρίμμια του αεροπλάνου σε μια πλαγιά των Πιερίων σε ύψος 3300 ποδών.
«Όλοι οι άνθρωποι μας επέστρεφαν από την Ουκρανία, γιατί το έργο στο οποίο δούλευαν σταμάτησε λόγω του ολικού παγετού που επικρατούσε στη χώρα. Κανονικά θα έρχονταν έξι μήνες μετά αλλά….» διηγείται ο
κ. Χάρης και σκύβει το κεφάλι μελαγχολικά. Ο Γιάννης που κάθεται δίπλα του συμπληρώνει τη μισοτελειωμένη κουβέντα του «θείου», όπως τον αποκαλεί από μικρό παιδί παρότι δεν έχουν συγγένεια, «ούτε να μας κοροϊδέψει δεν ήταν ικανό το ελληνικό δημόσιο. Ισχυρίστηκε ότι οι Ουκρανοί πιλότοι πριν την πτήση μάζευαν πατάτες για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και ήταν κουρασμένοι. Έλα όμως που στους μείον 25 βαθμούς Κελσίου τα πάντα είναι παγωμένα, πόσο μάλλον οι… πατάτες». «Την πατάτα την έκαναν οι δικοί μας» ολοκληρώνει χωρίς κανένα δισταγμό ο κ. Χάρης.
κ. Χάρης και σκύβει το κεφάλι μελαγχολικά. Ο Γιάννης που κάθεται δίπλα του συμπληρώνει τη μισοτελειωμένη κουβέντα του «θείου», όπως τον αποκαλεί από μικρό παιδί παρότι δεν έχουν συγγένεια, «ούτε να μας κοροϊδέψει δεν ήταν ικανό το ελληνικό δημόσιο. Ισχυρίστηκε ότι οι Ουκρανοί πιλότοι πριν την πτήση μάζευαν πατάτες για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και ήταν κουρασμένοι. Έλα όμως που στους μείον 25 βαθμούς Κελσίου τα πάντα είναι παγωμένα, πόσο μάλλον οι… πατάτες». «Την πατάτα την έκαναν οι δικοί μας» ολοκληρώνει χωρίς κανένα δισταγμό ο κ. Χάρης.
Ο κ. Στάμος ένα χρόνο αφού έχασε το παιδί του, ξεκίνησε έναν μαραθώνιο αγώνα ανεύρεσης και συλλογής κάθε λογής στοιχείων που αφορούσαν στο δυστύχημα. Είναι πεπεισμένος πως το αεροπλάνο μπορούσε να σωθεί αν έδινε την δέουσα προσοχή ο πύργος ελέγχου του αεροδρομίου «Μακεδονία». «Εννοείται ότι κανένας δεν έπιασε δουλειά με την πρόθεση να σκοτώσει κόσμο. Επίσης, εννοείται ότι και οι πιλότοι δεν ήταν χαζοί και άσχετοι και ούτε ήθελαν να αυτοκτονήσουν. Εγώ μιλάω για αδιαφορία και αμέλεια, μιλώ για βλακεία που στοίχησε όμως ζωές» λέει.
Όπως ομολογεί και ο Γιάννης Κουμπούρας, ο «θείος» έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην υπόθεση και πολλές φορές υπήρξε εκείνος σύμβουλος των δικηγόρων. Η επιμονή του να ανακαλύψει την αλήθεια έφερε πολλά στοιχεία στο φως, όπως το γεγονός ότι το Γιάκοβλεφ δεν επιτρεπόταν να πετάξει στη Θεσσαλονίκη, αλλά παρόλα αυτά ήταν η 13η φορά που εκτελούσε το δρομολόγιο. Βάση της σχετικής σύμβασης, η πτήση Οδησσός – Θεσσαλονίκη εκτελείτο με αεροσκάφος Boeing 737, αλλά λόγω βλάβης αυτό δεν πέταξε, όπως και το εφεδρικό ίδιου τύπου αεροσκάφος, με αποτέλεσμα η Aerosweet να νοικιάσει το μοιραίο Γιάκοβλεφ. «Το αεροσκάφος δεν έπρεπε να το δεχτούν και έπρεπε να το γυρίσουν πίσω, όπως έγινε λίγο καιρό πριν το δυστύχημα στο Μόναχο. Παρόλα αυτά το Γιάκοβλεφ έδειξε ότι δεν είχε πρόβλημα να εκτελέσει το δρομολόγιο υπό φυσιολογικές συνθήκες, γιατί έφτασε πάνω από το αεροδρόμιο και πήγε να προσγειωθεί. Γι’ αυτό λέμε ότι δεν έδωσαν την δέουσα προσοχή οι ελεγκτές» μας λέει ο Γιάννης Κουμπούρας.
Το βιβλίο του στέκεται με λεπτομέρεια στα γεγονότα των ημερών εκείνων και προσεγγίζει από τη δική του σκοπιά τους λόγους που οδήγησαν στο μοιραίο συμβάν. Μόνος τους ζητά να μας πει την άποψή του για τους πιλότους του Γιάκοβλεφ, «εγώ τα λάθη των Ουκρανών δεν τα εντάσσω στα θανάσιμα λάθη. Υπήρξε ασυνεννοησία μεταξύ τους και πρέπει να τους χάλασε κι ένα όργανο, κάτι όμως που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ. Από τον πανικό τους δεν ήξεραν που πηγαίνουν, αλλά αν έδιναν τη δέουσα προσοχή οι επίγειοι και έκαναν πέρα τον ψευτοεγωισμό και τον τσαμπουκά που έχουν με την πολεμική αεροπορία, θα ζητούσαν τη βοήθεια του ραντάρ στο Χορτιάτη. Ο χρόνος για να μη γίνει το κακό ήταν αρκετός, 18,5 ολόκληρα λεπτά» μας εξηγεί ο κ. Χάρης και ο Γιάννης συμπληρώνει, «από την πρώτη στιγμή θέλησαν να ρίξουν όλη την ευθύνη στους πιλότους. Μα είναι δυνατόν πάντα να φταίει ο νεκρός;» μας λέει.
Η κουβέντα μας με τους δύο Αιανιώτες διήρκησε περισσότερο από μιάμιση ώρα. Δεν έχουν μιλήσει με τόσες λεπτομέρειες ποτέ σε άλλον, παρά μόνο με τα προσφιλή τους πρόσωπα. Μας εξηγούν λεπτομέρειες για το συμβάν, όπως για το ότι δεν υπήρχε ραντάρ προσέγγισης, για την απουσία συστήματος τυφλής προσγείωσης, για τους χάρτες του αεροπλάνου, για την εμπειρία του πιλότου κ.α. Και φτάνουν να μας διηγηθούν τη στιγμή που όλα άρχισαν, όταν το αεροσκάφος χάθηκε από το ραντάρ και η τηλεόραση έγινε ο αγγελιοφόρος των κακών μαντάτων. «Έβλεπα έναν αγώνα μπάσκετ εκείνη την ώρα και είδα το μήνυμα που περνούσε στο κάτω μέρος της οθόνης. Αμέσως κατάλαβα ότι τα νέα δεν θα ήταν καλά και με το που έφτασα στο χωριό είδα ότι υπήρχε κινητοποίηση» λέει ο Γιάννης. Ο κ. Χάρης είδε κι εκείνος το έκτακτο δελτίο ειδήσεων, αλλά δεν ξύπνησε αμέσως τη σύζυγο του γιατί ήθελε να είναι απόλυτα σίγουρος για το τι έγινε. Μόλις μετά από λίγο διέκοψαν και πάλι τη μετάδοση του προγράμματος για νέο έκτακτο και άκουσε τι είχε συμβεί, τότε την ενημέρωσε κι εκείνη ξέσπασε σε κλάματα.
Σήμερα στο σημείο που βρέθηκαν τα συντρίμμια του Γιάκοβλεφ υπάρχουν μερικά εκκλησάκια στη μνήμη των νεκρών. Δίπλα τους μια μαρμάρινη επιγραφή, η οποία καλεί τον διαβάτη να προσευχηθεί «το αιφνίδιον της ώρα εκείνης και υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των αθρόως αναρπασθέντων αδελφών, κάνε και εσύ με ευλάβεια μια ταπεινή προσευχή». Οι συγγενείς των θυμάτων πηγαίνουν τακτικά στο σημείο που άφησαν την τελευταία τους πνοή οι άνθρωποί τους, για να ανάψουν ένα κερί στα μικρά εκκλησάκια. Η φλόγα του κεριού θα σβήσει γρήγορα, η θύμησή τους ποτέ…