Της Ζέζας Ζήκου
Οταν αιμορραγείς ανεξέλεγκτα από μια ανοιχτή πληγή, χρειάζεσαι έναν γιατρό που αμέσως θα την επιδέσει – όχι έναν γιατρό που θα σου κάνει κήρυγμα. Και, όταν εκατομμύρια πρόθυμοι και ικανοί εργαζόμενοι παραμένουν άνεργοι, και όλο αυτό το τεράστιο ανθρώπινο δυναμικό πετιέται στα σκουπίδια, έχεις ανάγκη από πολιτικούς ηγέτες που εργάζονται για μια ταχεία ανάκαμψη, όχι από ανθρώπους που κάνουν κηρύγματα. Δυστυχώς, τα κηρύγματα είναι πολύ της μόδας. Γιατί αυτό που παρακολουθούμε σήμερα είναι αυτό που συμβαίνει όταν οι πολιτικοί που διαθέτουν επιρροή εξουσίας εκμεταλλεύονται μια κρίση, αντί να προσπαθούν να την επιλύσουν.
Ομως, η απόγνωση που προκαλεί η ανεργία απελευθερώνει τα «ζωώδη ένστικτα» των ανθρώπων. Θα επιβάλουν το διττό καθήκον για αλήθεια και δικαιοσύνη. Χωρίς φόβο. Χωρίς οργή καν. Ψυχρά, υπολογισμένα, με βαθιά αίσθηση της Ιστορίας.
Πάνω στον φόβο... των λέξεων, οι πολιτικοί έχτιζαν ανέκαθεν ολόκληρες καριέρες. Οι λέξεις όμως δεν φόβιζαν πάντα όλους το ίδιο. Η λέξη «πτώχευση» αντηχεί μάλλον τρομερή, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την πτώχευση μιας χώρας έναντι των δανειστών της. Οι κυβερνήσεις την αποφεύγουν. Την επισείουν μονάχα ως φόβητρο στον λαό, ώστε να υποταχθεί στη λογική της υποταγής στους δανειστές. Για την πτώχευση έναντι των δανειστών προτιμούν πιο κομψές εκφράσεις: επιμηκύνσεις, μετακυλίσεις, επαναγορές, αναδιαρθρώσεις (και άλλα συνώνυμα της στάσης πληρωμών).
Οι ίδιες κυβερνήσεις χρησιμοποιούν το ίδιο διακριτικά τη λέξη «εσωτερική υποτίμηση» (μείωση του γενικού επιπέδου των μισθών και των τιμών), που όμως στην πραγματικότητα δεν είναι και αυτή παρά μια πτώχευση: η πτώχευση του λαού. Επειδή είναι άκομψο να παραδεχθούν ότι, προκειμένου να πτωχεύσουν έναντι των δανειστών τους, προτιμούν να πτωχεύσουν έναντι των πολιτών τους, αθετώντας όλα όσα τούς οφείλουν: δημόσιες υπηρεσίες, μισθούς, συντάξεις, ασφάλιση, παιδεία, υγεία και πολλά άλλα που θυσιάζονται για να εξοφληθεί το χρέος.
Ωσότου να πεθάνει από τα χρέη η κοινωνία. Και τότε μπαίνουν στο τραπέζι όλες αυτές οι επιμηκύνσεις, οι μετακυλίσεις, οι επαναγορές, οι αναδιαρθρώσεις και οι ευφημισμοί της στάσης πληρωμών, που διαρκούν όσο ακόμη ο οφειλέτης αναπνέει. Αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα στη χρεοκοπημένη Ελλάδα και στην υπερχρεωμένη Ευρώπη. Οπως και στις υπερχρεωμένες ΗΠΑ. Τα συμφέροντα της ολιγαρχίας του χρήματος βλέπουν την κρίση του χρέους σαν μια μεγάλη ευκαιρία διαρπαγής. Με τη συνενοχή κυβερνήσεων, η κρίση του χρέους λειτουργεί γι’ αυτά τα συμφέροντα σαν μονόδρομος. «Ποτέ άλλοτε σε περίοδο κρίσης, οι εκατομμυριούχοι δεν είχαν συγκεντρώσει τόσο πλούτο», έγραφε η εφημερίδα Financial Times. Η κρίση του χρέους δεσμεύει τους πολίτες των χωρών να εργάζονται στο διηνεκές για την αποπληρωμή του, με όρους που καθιστούν ουσιαστικά ανέφικτη την απαλλαγή τους από αυτό, σε αυτό το σύστημα που είναι φτιαγμένο για να γεννά εκατομμυριούχους.
Ο φαύλος κύκλος «δάνεια για αποπληρωμή του χρέους –συνταγές που προκαλούν βαθιά ύφεση και μεγαλώνουν το χρέος– νέα δάνεια και νέα Μνημόνια», που διαπιστώνεται με τις οδυνηρές συνέπειες στην πραγματική οικονομία, δεν τερματίζεται. Οι Ελληνες που είχαν πριν από την κρίση κατακτήσει ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο είναι σήμερα οι πιο χρεωμένοι. Αυτό που πριν από την κρίση έμοιαζε με «δημιουργία πλούτου», αποδείχτηκε κατόπιν ότι δεν ήταν παρά δημιουργία χρέους. Ομως, είναι υποκρισία και αυταπάτη να λέμε ότι δεν ζούμε μια καταστροφή, μάλιστα εν προόδω. Είναι προδοσία να μη σκεφτούμε τα πρόσωπα που μας έφεραν στην καταστροφή. Και είναι προδοσία ιστορική, ασυγχώρητη, έναντι εαυτών και τέκνων να μην αναιρέσουμε μία μία τις αιτίες, τις δομές και τα πρόσωπα που μας οδήγησαν στην παρούσα καταβύθιση.
Εχουμε μπει σε έναν άλλο πολιτικό κύκλο, σε μια νέα κοινωνική συνθήκη. Ποιοι, όμως, θα επιβιώσουν μιας πραγματικής κατάρρευσης του υπάρχοντος κόσμου; Κάπως έτσι συνέβη και την ημέρα που τέλειωσε η Μεταπολίτευση. Ανησυχητική, δυσοίωνη η εικόνα φτώχειας. Στις δυσοίωνες εικόνες προστίθενται εξίσου δυσοίωνα μηνύματα: για νέους απολυμένους, για επιχειρήσεις που κλείνουν, για κλάδους που φθίνουν. Το ξεχασμένο και απωθημένο φάσμα της φτώχειας, αυτό που είχε παρέλθει οριστικά από την αυτοσυνείδηση των μεσαίων στρωμάτων, κατά τις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης, επανήλθε. Το κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης, άλλωστε, στηρίχθηκε σε αυτή τη συνομολογία: ποτέ πια φτώχεια, ποτέ πια διχαστικές διακρίσεις, πολιτικές ή ταξικές.
Τώρα, η ένταση της φτώχειας συνοδεύεται από υπόδηλες απειλές κοινωνικών αποκλεισμών και νέων ταξικών διαφορισμών. Γκρεμίζει το κοινωνικό συμβόλαιο μιας 35ετίας. Τα απειλούμενα πλήθη το αισθάνονται· ίσως δεν το συνειδητοποιούν, δεν το αναλύουν, αλλά το αισθάνονται σε κάθε πόρο του δέρματός τους: η απειλή είναι υλική, βιοτική, δεν απειλούνται αορίστως πολιτικά οικουμενικά δικαιώματα. Εξ ου και οι όποιες αντιδράσεις θα είναι αντιδράσεις προς υπεράσπιση των υλικών θεμελίων του βίου, και θα είναι αντιδράσεις εν τω βάθει, υπαρξιακά, πολιτικές. Δηλαδή, απρόβλεπτες, πέραν του παρόντος εννοιολογικού πλαισίου με το οποίο αντιλαμβανόμαστε το πολιτικό παιχνίδι.
Η «οργή» για την ανεργία και για τις χαμένες ζωές των ηλικιωμένων και τις χαμένες προοπτικές των νέων είναι πραγματική, υπαρκτή. Η μετατροπή της χώρας μας σε άτυπο προτεκτοράτο, έχει γελοιοποιήσει κάθε ιδέα θεσμικής ισοτιμίας στην Ευρωζώνη. Η ταπείνωση... είναι η πιο υποτιμημένη δύναμη στην πολιτική. Οι άνθρωποι θα αφομοιώσουν τις δυσκολίες, την πείνα και τον πόνο. Ομως, τα πιο ανθρώπινα αισθήματα της αναζήτησης αξιοπρέπειας και δικαιοσύνης δεν απορρέουν από συγκεκριμένες ιδεολογίες...
Οταν αιμορραγείς ανεξέλεγκτα από μια ανοιχτή πληγή, χρειάζεσαι έναν γιατρό που αμέσως θα την επιδέσει – όχι έναν γιατρό που θα σου κάνει κήρυγμα. Και, όταν εκατομμύρια πρόθυμοι και ικανοί εργαζόμενοι παραμένουν άνεργοι, και όλο αυτό το τεράστιο ανθρώπινο δυναμικό πετιέται στα σκουπίδια, έχεις ανάγκη από πολιτικούς ηγέτες που εργάζονται για μια ταχεία ανάκαμψη, όχι από ανθρώπους που κάνουν κηρύγματα. Δυστυχώς, τα κηρύγματα είναι πολύ της μόδας. Γιατί αυτό που παρακολουθούμε σήμερα είναι αυτό που συμβαίνει όταν οι πολιτικοί που διαθέτουν επιρροή εξουσίας εκμεταλλεύονται μια κρίση, αντί να προσπαθούν να την επιλύσουν.
Ομως, η απόγνωση που προκαλεί η ανεργία απελευθερώνει τα «ζωώδη ένστικτα» των ανθρώπων. Θα επιβάλουν το διττό καθήκον για αλήθεια και δικαιοσύνη. Χωρίς φόβο. Χωρίς οργή καν. Ψυχρά, υπολογισμένα, με βαθιά αίσθηση της Ιστορίας.
Πάνω στον φόβο... των λέξεων, οι πολιτικοί έχτιζαν ανέκαθεν ολόκληρες καριέρες. Οι λέξεις όμως δεν φόβιζαν πάντα όλους το ίδιο. Η λέξη «πτώχευση» αντηχεί μάλλον τρομερή, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την πτώχευση μιας χώρας έναντι των δανειστών της. Οι κυβερνήσεις την αποφεύγουν. Την επισείουν μονάχα ως φόβητρο στον λαό, ώστε να υποταχθεί στη λογική της υποταγής στους δανειστές. Για την πτώχευση έναντι των δανειστών προτιμούν πιο κομψές εκφράσεις: επιμηκύνσεις, μετακυλίσεις, επαναγορές, αναδιαρθρώσεις (και άλλα συνώνυμα της στάσης πληρωμών).
Οι ίδιες κυβερνήσεις χρησιμοποιούν το ίδιο διακριτικά τη λέξη «εσωτερική υποτίμηση» (μείωση του γενικού επιπέδου των μισθών και των τιμών), που όμως στην πραγματικότητα δεν είναι και αυτή παρά μια πτώχευση: η πτώχευση του λαού. Επειδή είναι άκομψο να παραδεχθούν ότι, προκειμένου να πτωχεύσουν έναντι των δανειστών τους, προτιμούν να πτωχεύσουν έναντι των πολιτών τους, αθετώντας όλα όσα τούς οφείλουν: δημόσιες υπηρεσίες, μισθούς, συντάξεις, ασφάλιση, παιδεία, υγεία και πολλά άλλα που θυσιάζονται για να εξοφληθεί το χρέος.
Ωσότου να πεθάνει από τα χρέη η κοινωνία. Και τότε μπαίνουν στο τραπέζι όλες αυτές οι επιμηκύνσεις, οι μετακυλίσεις, οι επαναγορές, οι αναδιαρθρώσεις και οι ευφημισμοί της στάσης πληρωμών, που διαρκούν όσο ακόμη ο οφειλέτης αναπνέει. Αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα στη χρεοκοπημένη Ελλάδα και στην υπερχρεωμένη Ευρώπη. Οπως και στις υπερχρεωμένες ΗΠΑ. Τα συμφέροντα της ολιγαρχίας του χρήματος βλέπουν την κρίση του χρέους σαν μια μεγάλη ευκαιρία διαρπαγής. Με τη συνενοχή κυβερνήσεων, η κρίση του χρέους λειτουργεί γι’ αυτά τα συμφέροντα σαν μονόδρομος. «Ποτέ άλλοτε σε περίοδο κρίσης, οι εκατομμυριούχοι δεν είχαν συγκεντρώσει τόσο πλούτο», έγραφε η εφημερίδα Financial Times. Η κρίση του χρέους δεσμεύει τους πολίτες των χωρών να εργάζονται στο διηνεκές για την αποπληρωμή του, με όρους που καθιστούν ουσιαστικά ανέφικτη την απαλλαγή τους από αυτό, σε αυτό το σύστημα που είναι φτιαγμένο για να γεννά εκατομμυριούχους.
Ο φαύλος κύκλος «δάνεια για αποπληρωμή του χρέους –συνταγές που προκαλούν βαθιά ύφεση και μεγαλώνουν το χρέος– νέα δάνεια και νέα Μνημόνια», που διαπιστώνεται με τις οδυνηρές συνέπειες στην πραγματική οικονομία, δεν τερματίζεται. Οι Ελληνες που είχαν πριν από την κρίση κατακτήσει ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο είναι σήμερα οι πιο χρεωμένοι. Αυτό που πριν από την κρίση έμοιαζε με «δημιουργία πλούτου», αποδείχτηκε κατόπιν ότι δεν ήταν παρά δημιουργία χρέους. Ομως, είναι υποκρισία και αυταπάτη να λέμε ότι δεν ζούμε μια καταστροφή, μάλιστα εν προόδω. Είναι προδοσία να μη σκεφτούμε τα πρόσωπα που μας έφεραν στην καταστροφή. Και είναι προδοσία ιστορική, ασυγχώρητη, έναντι εαυτών και τέκνων να μην αναιρέσουμε μία μία τις αιτίες, τις δομές και τα πρόσωπα που μας οδήγησαν στην παρούσα καταβύθιση.
Εχουμε μπει σε έναν άλλο πολιτικό κύκλο, σε μια νέα κοινωνική συνθήκη. Ποιοι, όμως, θα επιβιώσουν μιας πραγματικής κατάρρευσης του υπάρχοντος κόσμου; Κάπως έτσι συνέβη και την ημέρα που τέλειωσε η Μεταπολίτευση. Ανησυχητική, δυσοίωνη η εικόνα φτώχειας. Στις δυσοίωνες εικόνες προστίθενται εξίσου δυσοίωνα μηνύματα: για νέους απολυμένους, για επιχειρήσεις που κλείνουν, για κλάδους που φθίνουν. Το ξεχασμένο και απωθημένο φάσμα της φτώχειας, αυτό που είχε παρέλθει οριστικά από την αυτοσυνείδηση των μεσαίων στρωμάτων, κατά τις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης, επανήλθε. Το κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης, άλλωστε, στηρίχθηκε σε αυτή τη συνομολογία: ποτέ πια φτώχεια, ποτέ πια διχαστικές διακρίσεις, πολιτικές ή ταξικές.
Τώρα, η ένταση της φτώχειας συνοδεύεται από υπόδηλες απειλές κοινωνικών αποκλεισμών και νέων ταξικών διαφορισμών. Γκρεμίζει το κοινωνικό συμβόλαιο μιας 35ετίας. Τα απειλούμενα πλήθη το αισθάνονται· ίσως δεν το συνειδητοποιούν, δεν το αναλύουν, αλλά το αισθάνονται σε κάθε πόρο του δέρματός τους: η απειλή είναι υλική, βιοτική, δεν απειλούνται αορίστως πολιτικά οικουμενικά δικαιώματα. Εξ ου και οι όποιες αντιδράσεις θα είναι αντιδράσεις προς υπεράσπιση των υλικών θεμελίων του βίου, και θα είναι αντιδράσεις εν τω βάθει, υπαρξιακά, πολιτικές. Δηλαδή, απρόβλεπτες, πέραν του παρόντος εννοιολογικού πλαισίου με το οποίο αντιλαμβανόμαστε το πολιτικό παιχνίδι.
Η «οργή» για την ανεργία και για τις χαμένες ζωές των ηλικιωμένων και τις χαμένες προοπτικές των νέων είναι πραγματική, υπαρκτή. Η μετατροπή της χώρας μας σε άτυπο προτεκτοράτο, έχει γελοιοποιήσει κάθε ιδέα θεσμικής ισοτιμίας στην Ευρωζώνη. Η ταπείνωση... είναι η πιο υποτιμημένη δύναμη στην πολιτική. Οι άνθρωποι θα αφομοιώσουν τις δυσκολίες, την πείνα και τον πόνο. Ομως, τα πιο ανθρώπινα αισθήματα της αναζήτησης αξιοπρέπειας και δικαιοσύνης δεν απορρέουν από συγκεκριμένες ιδεολογίες...