Σε αυτό συμφωνούν τόσο οι ψυχολόγοι, όσο και οι ειδικοί του κοινωνικού και του τεχνολογικού ιστού, ενόσω τελευταία όλο και περισσότερες πλατφόρμες στο διαδίκτυο αλλάζουν την πολιτική τους και αναπροσαρμόζονται ώστε να περιορίσουν τις ύβρεις και τα απρεπή σχόλια των χρηστών τους. Ζούμε σε μια εποχή που οι προσβολές διανέμονται τόσο ελεύθερα που απειλούν την οικονομική βιωσιμότητα των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης όπως είναι το Twitter.
Πράγματι, το Twitter εξέδωσε πρόσφατα έναν κώδικα συμπεριφοράς για τους χρήστες, που έχει σχεδιαστεί για να αποκλείει τους χειρότερους παραβάτες. Άλλοι ιστότοποι όπως το Facebook ακολούθησαν γρήγορα το παράδειγμά τους και αναζητούν νέα μέτρα για τη διαχείριση αυτών των χρηστών που παραβαίνουν το κανονιστικό πλαίσιο.
Για όσους απολαμβάνουν να διανέμουν προσβολές, το διαδίκτυο είναι (ακόμη) ένα τέλειο περιβάλλον που μπορεί να προσφέρει την άνεση και την ασπίδα της ανωνυμίας, μαζί με την απουσία συνεπειών. Ένα ερώτημα είναι εάν αυτή η συχνότητα των προσωπικών επιθέσεων με κακό κίνητρο θα οδηγήσει σε ένα κύμα της αυξανόμενης κριτικής και ύβρεων ή θα υποκύψει στους κοινωνικούς ελέγχους;
Οι διαδικτυακές κοινότητες ανησυχούν όλο και περισσότερο για τις καταστροφικές συνέπειες της ανοχής των αυξανόμενων θερμόαιμων χρηστών, των τρολ και των βανδάλων ανάμεσά τους. Για αυτόν το λόγο θεσπίζουν μηχανισμούς ομαδικής τιμωρίας με βάση τους οποίους εντοπίζονται και αποκλείονται όσοι παραβιάζουν τους κώδικες ευπρέπειας. Αυτή η τάση των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης να λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα, για την προστασία των κοινοτήτων τους από προσβλητικά σχόλια και δυσάρεστες συμπεριφορές είναι μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη.
Μελλοντικά, αυτή η τάση μπορεί να εξελιχθεί με πολλούς τρόπους, όπως ήδη προτείνονται οι Βελτιωμένοι Αλγόριθμοι Φιλτραρίσματος, όπου οι πλατφόρμες μπορεί να ενσωματώσουν πιο προηγμένους αλγόριθμους, που χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη για να ανιχνεύουν και να φιλτράρουν προσβλητικό ή καταχρηστικό περιεχόμενο αποτελεσματικότερα.
Ακόμη φαίνεται ότι θα αυξηθούν οι διαφανείς πολιτικές ελέγχου, όπως επίσης η ενίσχυση της κοινοτικής διαχείρισης μαζί και με μία ενισχυμένη νομοθεσία και πολλά ρυθμιστικά μέτρα. Για παράδειγμα μπορεί να υπάρξουν νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες και ρυθμιστικές απαιτήσεις που θα υποχρεώνουν τις πλατφόρμες να λαμβάνουν πιο αυστηρά μέτρα ενάντια στην προσβλητική συμπεριφορά.
Όλα αυτά, όμως, αφορούν στη διαχείριση από πλευράς των διαδικτυακών υπηρεσιών και νομοθετικών παρεμβάσεων, αλλά αφήνουν ανοιχτό το ζήτημα που αφορά στις ψυχικές συνέπειες και το οποίο χρήζει της προσοχής μας. Το ερώτημα εν προκειμένω αφορά στο πώς μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη επίγνωση και ευαισθητοποίηση σχετικά με τις ψυχικές συνέπειες της προσβλητικής συμπεριφοράς στο διαδίκτυο, οδηγώντας σε πιο συνειδητή, πιο πολιτισμένη και πιο υπεύθυνη χρήση των πλατφορμών προστατεύοντας έτσι την κοινωνική αρμονία και την ψυχική ισορροπία.
Εδώ υπεισέρχονται ποικίλα ζητήματα, από την ανάπτυξη του φαινομένου των προσβολών και της κριτικής, τον ατομικό και κοινωνικό αναβρασμό, που με τη σειρά τους οδηγούν σε αναμόχλευση των συναισθημάτων καταπίεσης και έλλειψης ασφάλειας. Αυτά οδηγούν την διόγκωση του ναρκισσισμού σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο με τα παράγωγά του σε υβρεολογίες και κακεντρεχείς επιθέσεις, τις ψυχικές επιπτώσεις στα άτομα έως την ανάδυση και την επέκταση των μηχανισμών ελέγχου και περιορισμού ως απαντήσεις σε μια «κοινωνική επιδημία» που φέρει πολλές απειλές και κλυδωνισμούς σε όλα τα επίπεδα της ύπαρξης.
Αυτά όλα μπορούν να επηρεάσουν την καθημερινότητα και τον ψυχισμό των ανθρώπων εάν εκτραχύνονται και προεκτείνονται έξω από την εικονική σφαίρα μιας φαινομενικής ανοσίας και ανοχής, μολονότι αυτό αλλάζει ταχύτατα. Επειδή φαίνεται ότι η πολυπόθητη ελευθερία που αναζητούσαν οι χρήστες του διαδικτύου τα τελευταία χρόνια επισκιάστηκε από μια αμετροέπεια και την έλλειψη συνειδητής χρήσης των υπηρεσιών του παγκοσμίου ιστού, έχοντας ως συνέπεια μεταξύ άλλων και μια αναπτυσσόμενη λογοκρισία και ελέγχους.
Στη χώρα μας είναι εύκολο να παρατηρήσει κάποιος το πόσο εύκολα εκτροχιάζονται τα αρνητικά σχόλια καταλήγοντας σε επιθέσεις και προσβολές πάσης φύσεως και επί προσωπικού. Κοινώς τα αίματα ανάβουν πολύ εύκολα έπειτα από μια δημοσίευση απόψεων ή κάποιο σχόλιο που δεν είναι της αρεσκείας ή του γούστου κάποιου. Εδώ απλώς επιτονίζονται τα αρνητικά όρια της ψηφιακής ύφανσης καθώς στο διαδίκτυο έχει περάσει μάλλον σε πολύν κόσμο η εσφαλμένη αντίληψη ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα εάν ο καθένας γράφει και λέει οτιδήποτε του έρθει εκείνη την ώρα.
Υπήρξε ένα καθεστώς ανοχής και ατιμωρησίας που, βέβαια, ενίσχυσε όλα τα αρνητικά αυτά φαινόμενα σε βαθμό που σήμερα αυτό έχει γυρίσει μπούμερανγκ σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Αρχικώς τέτοιου είδους πρακτικές έχουν αναστατώσει το διαδίκτυο, όπως και τους ψυχισμούς των χρηστών καθώς η εικονική πραγματικότητα έχει πάρει τη θέση του Πραγματικού της ζωής και οι άνθρωποι δίνουν ίσως ακόμη περισσότερη βαρύτητα και αξία στα όσα συμβαίνουν μέσα στις πλατφόρμες.
Σε ένα τέτοιο φαντασιακό πλαίσιο οι άνθρωποι θεωρούν πιο σημαντική την εικόνα που βγάζουν προς τα έξω μέσω του εκάστοτε προφίλ που διατηρούν στο διαδίκτυο, πολλές φορές δίχως να τους απασχολεί ιδιαίτερα η αληθινή κατάσταση της ζωής και του Είναι τους. Αυτή η κυριαρχία της περσόνας ή ταυτότητας που εν τέλει διαμορφώνεται πλέον εικονικά και ενισχύει το ναρκισσισμό των ανθρώπων μέσα από τη φαντασιακή παρουσία και αντίληψη. Κάποτε ήταν το διαδίκτυο που αποτύπωνε τη ζωή, τώρα μάλλον συμβαίνει το αντίστροφο καθώς το φαντασιακό υπερτερεί σε «υποσχόμενο δυναμικό».
Άλλωστε στο διαδίκτυο όλοι μπορούν να παρουσιαστούν ως διάσημοι, κοσμοπολίτες, σημαντικοί, επιτυχημένοι, αληθινοί, όμορφοι, πλούσιοι, σοφοί, ταξιδευτές κοκ., εντούτοις, όμως, άνετα όλα ετούτα αναποδογυρίζουν καθώς υπάρχουν πολλοί που αμέσως θα σπεύσουν να κατακρίνουν, να κατακεραυνώσουν, να επιτεθούν με προσβολές και με υποτιμήσεις, είτε λεκτικές, είτε μέσω άλλων τρόπων.
Μεγάλο πλήγμα αυτό για το ναρκισσισμό, που όπως φαίνεται ανταποκρίνεται μέσα από θυμό, από την περαιτέρω χρήση της κριτικής και των ύβρεων και έτσι ξεκινά ένας φαύλος κύκλος τροφοδοτώντας ακόμη περισσότερο τη γέννηση προσβολών και αντιπαραθέσεων. Σήμερα οι άνθρωποι πλήττονται από το εικονοφαντασιακό μιας τέτοιας κυριαρχίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με αποτελέσματα και συνέπειες εξίσου αληθινές για το σώμα, τα συναισθήματα και την προσωπικότητα τους.
Κάποιοι ίσως απλώς αρέσκονται και το θεωρούν όλο αυτό ως αναψυχή, είτε βλέποντάς το και σαν ένα παιχνίδι που ελάχιστη σημασία έχει στην πραγματικότητα, αλλά πολλοί άνθρωποι πλήττονται και ειδικά οι πιο ευαίσθητοι. Επίσης οι νέοι, οι οποίοι πολλές φορές φτάνουν να έχουν ζητήματα αυτοεκτίμησης, κατάθλιψης, αυξημένου άγχους, θέματα απαξίωσης του εαυτού ή/και των άλλων, ή ακόμη και των κοινωνικών θεσμών, ενώ δεν είναι λίγα τα περιστατικά όπου νεαρής ηλικίας άτομα έχουν κάνει κακό στον εαυτό τους και απειλείται ακόμη και η ζωή τους όταν αντιδρούν με υπερβολή και νιώθουν να απορρίπτονται, να προσβάλλονται ή να αποκλείονται από το κοινωνικό τους περιβάλλον.
Αυτά τα δεδομένα μας οδηγούν να αναλογιστούμε μια νέα κατάσταση στην οποία μοιάζει να ζούμε, λοιπόν, σε μια περίοδο ακραίας ανησυχίας για το πώς μας αντιλαμβάνονται οι άλλοι και αυτό επιδρά ποικιλοτρόπως αρνητικά. Ο ψυχισμός διαμορφώνεται κυρίως μέσα από το πώς μας βλέπουν οι άλλοι με συνέπεια αυτό να συμπαρασύρει τις κοινωνικές μας κατασκευές και πραγματικότητες αντίστοιχα, ενώ οι ανταγωνισμοί και ο ναρκισσισμός φαίνεται να κερδίζουν έδαφος συνεχώς σε μια απόπειρα ανακατασκευής της εικόνας και του εαυτού μας.
Ενός εαυτού που δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στα αληθινά δεδομένα και που αντλεί την ταυτότητα του μέσα από φαντασιακές ταυτίσεις με την ψηφιακή του εκδοχή. Αυτός ο ναρκισσιστικός χαρακτήρας αποπνέει μια έντονη αίσθηση σπουδαιότητας και μεγαλείου, έχοντας έντονη την ανάγκη για να τον θαυμάζουν, ακόμη και εις βάρος των άλλων και ξεχωρίζει με σαφή έλλειψη «εμπάθειας» και «ενσυναίσθησης» σε σχέση με τις επιθυμίες, τα βιώματα και τις ανάγκες των άλλων.
Έτσι αυτή η «περσόνα» ή «κοινωνική μάσκα δικτύου» θεωρεί πολύ σημαντικό τον εαυτό της, υπερεκτιμώντας τις δυνατότητες και τα επιτεύγματά της, υποτιμώντας παράλληλα τις ικανότητες και τα επιτεύγματα των άλλων. Επίσης εύκολα παρασύρεται στο να αφεθεί σε φαντασίες δύναμης, γοήτρου, ομορφιάς, ευφυίας, πλούτου κοκ. Όλα αυτά δείχνουν μια εικόνα για το προφίλ του ναρκισσιστικού και μάλλον εύκολα αναγνωρίζονται στις τάξεις των κοινωνικών μέσων δικτύωσης.
Οι κοινωνικοί ψυχολόγοι πάντως καταγράφουν μια σταθερή αύξηση του ναρκισσισμού μεταξύ των φοιτητών και των νέων γενικότερα παγκοσμίως. Υπάρχει ελάχιστη συμφωνία μεταξύ των ειδικών σχετικά με το γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι όσο περισσότερα παιδιά μετρώνται σε αξιολογικές κλίμακες – τεστ επάρκειας, βαθμολογίες IQ κοκ., – τόσο πιο ευαίσθητα γίνονται και οι αξιολογήσεις αποτελούν απειλές για την ανάπτυξη τους όσο και για την κοινωνική τους τάξη.
Φυσικά, αυτή η τάση ναρκισσισμού τονίζεται μόνο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου οι συμμετέχοντες υπόκεινται σε αμείλικτη αξιολόγηση από άλλα μέλη του δικτύου που ενθαρρύνουν τους χρήστες να διογκώσουν τον εγωισμό τους, συχνά εις βάρος των άλλων. Η ανησυχία για το πώς γίνεται κάποιος αντιληπτός είναι κάτι που δημιουργεί άγχος και κοινωνική ανασφάλεια, που συνήθως μοιάζει να μπορεί να ανακουφιστεί με την επίθεση σε άλλους ανθρώπους στην «ευρύτερη περιοχή».
Τα κοινωνικά δίκτυα είναι γεμάτα με άτομα που εκφράζουν καυστικές επιπλήξεις επειδή τους αρέσει να το κάνουν και επειδή ως επί το πλείστον απαλλάσσονται από τα αντίποινα που θα περίμενε κανείς για τις αποδοκιμασίες που θα συνέβαιναν στον πραγματικό κόσμο.
Πού θα μας οδηγήσει όλο αυτό όμως; Σίγουρα προδιαγράφεται αύξηση των μέτρων περιορισμού αυτών των κακώς κειμένων και μάλιστα ήδη πολλές ενότητες περιφρουρούν τις ομάδες τους, τηρώντας κώδικες συμπεριφοράς και αποβάλλοντας όποιον δεν συμμορφώνεται.
Αυτό μοιάζει να λειτουργεί ως ένα βαθμό, αλλά ενέχει έναν άλλο κίνδυνο αυτόν της αύξησης ενός συλλογικού ναρκισσισμού, καθώς εμφανίζονται «καλές» ή «κακές» κοινότητες, ανώτερες και κατώτερες κοκ, αλλά αυτό εγκυμονεί κινδύνους απρόβλεπτων δυαδικών πολώσεων και εστίαση στις διαφορές και τις αντιπαραθέσεις σε κοινωνικές ομάδες.
Αυτό μπορεί να έχει σοβαρές προεκτάσεις μελλοντικά και ίσως να μοιάζει υπερβολική αυτή η τοποθέτηση, αλλά επί της ουσίας δεν είναι, διότι ακόμη και εάν δεν μας απασχολήσει το διαδικτυακό γίγνεσθαι, η ανάπτυξη και η ενθάρρυνση στοιχείων όπως είναι η ενθάρρυνση ενός άκρατου ναρκισσισμού με παράγωγα όπως η κριτική, οι προσβολές, οι ανταγωνισμοί και η έλλειψη αποδοχής και ενσυναίσθησης, όλα αυτά έχουν πολλές και σοβαρές συνέπειες στα άτομα και στις κοινωνίες.
Η ανθρώπινη υγεία, η ευεξία και η αξιοπρέπεια, το ήθος και οι αξίες υποβιβάζονται, ενόσω τα ψυχοσυναισθηματικά συμπτώματα αυξάνονται, οι ηθικοί κώδικες και φραγμοί αναστέλλονται με αποτέλεσμα τα δικαιώματα των ανθρώπων να βάλλονται και να απειλούνται, το ίδιο συμβαίνει σε επίπεδο σχέσεων και αλληλεπίδρασης των ανθρώπων μέσα στην κοινωνία και πολλά άλλα. Όλα αυτά συμβαίνουν εν πολλοίς λόγω μιας μη συμβολικής διαμεσολάβησης ανάμεσα σε ένα Πραγματικό επίπεδο της ζωής, το οποίο φαίνεται να διαφεύγει ολοένα και περισσότερο και ενός Φαντασιακού που διογκώνεται και δίνει νομιμοποίηση σε πάσης φύσεως μη πολιτισμένες πράξεις, ενόσω οι ψυχισμοί βάλλονται.
Επειδή όλα αυτά που φαίνονται παιχνίδια στο διαδίκτυο, εάν μεταφερθούν στην αληθινή ζωή ενέχουν συνέπειες και δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι υπάρχει έξαρση της βίας στην καθημερινότητα των χωρών του δυτικού κόσμου. Κάποτε λέγαμε ότι δεν αυξήθηκε η βία, απλώς εμείς τη μαθαίνουμε πλέον γρήγορα, ωστόσο, εάν ρίξει κανείς μια ματιά στις ειδήσεις βλέπει ότι υπάρχουν όχι μονάχα ποσοτικές διαφορές, αλλά και ποιοτικές αναφορικώς με τη βία.
Μοιάζει κάποιες φορές σαν να μεταφέρεται η εικονική πραγματικότητα με κινηματογραφικό τρόπο στους δρόμους, καθώς βλέπουμε ολοένα και περισσότερη βία και φυσικά εδώ υπάρχουν κατάλοιπα θυμού, προσβολών, ανταγωνισμού, ναρκισσισμού και φαντασιακών εξάρσεων και συμπτωμάτων, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Φαίνεται ότι η πραγματικότητα μοιάζει πια σαν μια προσομοίωση και επειδή ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν κάνει διάκριση μεταξύ του τι είναι πραγματικό και του τι πιστεύει ότι είναι, υπάρχουν πολλαπλές ανησυχίες και πολλές φαντασιακές εκφορτίσεις στην πραγματικότητα, με αποτέλεσμα την ανισορροπία των ψυχισμών και των δομών.
Εάν συνεχίσουμε να οδηγούμαστε από εγωιστικά και ναρκισσιστικά κατάλοιπα τότε σίγουρα αυτό δεν θα ωφελήσει κανέναν και θα φτιάξουμε την πραγματικότητά μας με τα ίδια υλικά που φτιάχνουμε και την εικονική προσομοίωση.
Οπότε καλό είναι να αρχίσουμε να λειτουργούμε πιο συνειδητά διερωτώμενοι πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε μια πιο συνειδητή, υγιή και όμορφη πραγματικότητα; Διότι κι αυτό μπορεί να συμβεί εάν το θέλουμε δίχως να χρειάζεται να φτάσουμε σε επιβολή μέτρων επαναφοράς ώστε να αρχίζουμε να ζούμε με βάση ανθρώπινες αξίες, με σεβασμό, αλληλοκατανόηση και αποδοχή των διαφορών, με ισορροπία και διαύγεια, υψώνοντας γέφυρες μεταξύ μας αντί για τείχη ανταγωνισμού και υπεροψίας.
Μπορούμε να επικροτούμε τα καλά που βλέπουμε γύρω και να τα μιμούμαστε, αντί να κάνουμε προσβολές, ύβρεις και κριτική απλώς για να νιώσουμε καλύτερα ή να βγάλουμε τα απωθημένα μας. Αυτό είναι στο χέρι όλων μας και η προσπάθεια για ένα πιο ασφαλές και αξιοπρεπές διαδικτυακό περιβάλλον είναι πολύπλοκη και περιλαμβάνει τη συνεργασία μεταξύ των πλατφορμών, των χρηστών, των νομοθετών και της κοινωνίας γενικότερα, αλλά εδώ μένει να αναλάβουμε ο καθένας μας ξεχωριστά μια υποκειμενική εργασία, να αντιληφθούμε ότι ο ναρκισσιμός και οι αλλαζονικές ή επιθετικές συμπεριφορές που ενισχύονται και από την εικονική παρουσία, μπορούν να έχουν επιπτώσεις σοβαρές τόσο σε εμάς, όσο και στους άλλους.
Διότι ο ναρκισσισμός δεν αφορά στα μέσα δικτύωσης, ούτε μονάχα στους άλλους, αλλά πρωτίστως αφορά εμάς και είναι ζήτημα υγείας για όλους. Είναι, λοιπόν, υπόθεση δική μας η αναγνώριση και η αλλαγή τέτοιων μοτίβων συμπεριφοράς και ειδικά εάν θέλουμε να έχουμε μια αρμονική συνύπαρξη με τον εαυτό και με τους γύρω μας.