Tα τελευταία χρόνια είμαστε θεατές μιας επίθεσης προς το δημόσιο πανεπιστήμιο και μιας καταστολής σε οποιαδήποτε κινητοποίηση προσπαθεί να γεννηθεί για την προστασία του.
Η λογική της εξυπηρέτησης των επιχειρηματικών συμφερόντων από τους θεσμούς της κοινωνίας και το ίδιο το κράτος δεν είναι κάτι το πρωτοφανές. Με την εμφάνιση, όμως, του νόμου Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου (ν. 4009) μπαίνουμε σε μία νέα σελίδα...
για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Με αυτόν τον νόμο δημιουργούνται όλες οι συνθήκες για τη δόμηση του “επιχειρηματικού πανεπιστημίου”.
Η κατάργηση του πανεπιστημιακού Ασύλου έρχεται να δώσει ένα νέο νόημα για τα ιδρύματα που πλέον από χώροι ελεύθερης διακίνησης ιδεών μπαίνουν αμέσως-αμέσως σε μία λογική αποστειρωμένων κτιρίων που ο φοιτητής είναι το υποκείμενο εκείνο που θα σπουδάζει, θα παίρνει το πτυχίο του και θα μεταβαίνει στην ανεργία και την επισφάλεια. Η εμπλοκή, έπειτα, των συμβουλίων διοίκησης στα πανεπιστημιακά ιδρύματα καταργούν την έννοια του αυτοδιοίκητου πανεπιστημίου καθώς τα εξωπανεπιστημιακά αυτά όργανα, τα οποία είναι φορείς ιδιωτικού δικαίου, έχουν λόγο στις λειτουργίες των ιδρυμάτων, καταργώντας έτσι το δικαίωμα του πανεπιστημίου να αποφασίζει μόνο του για τις ίδιες τις λειτουργίες του.
Η κοινωνική ανάλυση και έρευνα δεν έχουν θέση στην πραγματικότητα που επιβάλλει η αγορά
Αυτά και πολλά ακόμα, έρχονται να ολοκληρωθούν με την εφαρμογή του νέου οργανισμού, του νέου νομικού πλαισίου για τα πανεπιστήμια. Ο οργανισμός έρχεται να ολοκληρώσει το σχέδιο της συγκρότησης ενός πανεπιστημίου σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο. Το πανεπιστήμιο θα υπάρχει πλέον για την εξυπηρέτηση των αναγκών της αγοράς. Αυτό σημαίνει αυτόματα την συρρίκνωση των θεωρητικών σπουδών, καθώς δε θα έχουν καμία χρησιμότητα για τις επιχειρήσεις. Η κοινωνική ανάλυση και έρευνα δεν έχουν θέση στην πραγματικότητα που επιβάλλει η αγορά. Οι φοιτητικοί σύλλογοι, οι δημοκρατικές διαδικασίες και η πολυφωνία δεν εξυπηρετούν καμία ανάγκη της κοινωνίας των πολυεθνικών. Η ιστορική μνήμη και η κριτική σκέψη δεν έχουν καμία σημασία για τον κυνισμό των επιχειρήσεων.
Στη θέση όλων αυτών θα υπάρχει μια σύντομη επιμόρφωση που θα καθιστά τον νέο “αξιοποιήσιμο” για το νέο σύστημα. Στη λογική αυτή κινούνται και τα προγράμματα voucher, στα οποία έπειτα από μία σύντομη εκπαίδευση, ο νέος εντάσσεται σε έναν κλάδο, ενδεχομένως άσχετο με το αντικείμενο σπουδών του και εργάζεται με ελάχιστα χρήματα και χωρίς κανένα εργασιακό δικαίωμα και ασφάλεια.
Το επόμενο στάδιο είναι η εθελοντική εργασία, η οποία δεν είναι καθόλου μακριά από την πραγματικότητα που βιώνουμε. Σύμφωνα με τον νέο υπουργό παιδείας οι νέοι εκπαιδευτικοί για να καταλάβουν μια θέση στο δημόσιο υποχρεούνται να δουλεύουν στον κλάδο τους εθελοντικά, ώστε να μαζέψουν τα απαραίτητα μόρια, τα οποία προσμετρούνται για την απόκτηση της θέσης.
Ο τρόπος που πάνε να περάσουν όλα αυτά τα μέτρα έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Πέρα από την έλλειψη διαφάνειας και τον αποπροσανατολισμό από τα ΜΜΕ, βλέπουμε πως ακόμα και στα νομοσχέδια αλλοιώνουν λέξεις και νοήματα ή ακόμα χειρότερα δεν διασαφηνίζουν λεπτές νομικές ρυθμίσεις με αποτέλεσμα να τους δίνεται το περιθώριο να εφαρμόζουν τις πολιτικές τους με υπόγειο τρόπο.
Είναι χρέος όλων μας να μην τους αφήσουμε να μας κλέψουν το μέλλον
Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που η συμμετοχή για την υπεράσπιση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας με ελευθερία και δημοκρατικές διαδικασίες είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη. Το στοίχημα για τους νέους είναι να μπορούν να αποκρυπτογραφούν τα νοήματα πίσω από τις λέξεις και τον ταξικό προσανατολισμό της κυβέρνησης και των πολιτικών που ασκεί πίσω από το πατριωτικό της προσωπείο. Είναι χρέος των νέων να χτίσουν πυρήνες αντίστασης παντού και να ξαναφτιάξουν το φοιτητικό κίνημα, που έχει καταστρατηγηθεί από τις κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης. Είναι χρέος όλων μας να μην τους αφήσουμε να μας κλέψουν το μέλλον και από θεατές να γίνουμε οι πρωταγωνιστές των γεγονότων.
Tης Αθηνάς Σπανολιού, φοιτήτριας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης