Κρίσιμη εβδομάδα για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και την κατάληξη σε αμοιβαία επωφελή συμφωνία, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση, ξεκινά σήμερα, με τις διαβουλεύσεις τόσο σε τεχνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο να έχουν επιταχυνθεί.
Το στίγμα ως προς την πολιτική βούληση όλων των πλευρών για την επίτευξη συμφωνίας δόθηκε εκ νέου στη χτεσινή τηλεδιάσκεψη –τη δεύτερη εντός τριών ημερών– του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, με πηγές της κυβέρνησης να επισημαίνουν ότι αυτή διεξήχθη σε πολύ καλό κλίμα και με κοινή παραδοχή όλων ότι πρέπει να βρεθεί γρήγορα συμφωνία.
Ωστόσο, οι πληροφορίες που δεν διαψεύστηκαν, ότι η Κομισιόν απέστειλε «Μνημόνιο» στη λογική του take it or leave it, βαρύνει τις διαπραγματεύσεις αφού τα χρονικά περιθώρια στενεύουν και οι απαιτήσεις των δανειστών παραμένουν.
Τα μέτρα φορο-εισπρακτικού χαρακτήρα, με τους Θεσμούς να ζητούν 3,5 δισ. ευρώ για φέτος, αποτελούν το αγκάθι της συμφωνίας, όπως και το «μείγμα» της οικονομικής πολιτικής που θα ακολουθηθεί. Η κυβέρνηση επιμένει στον... αντιμνημονιακό της αγώνα και στις κόκκινες γραμμές και οι δανειστές στην ανάγκη να υπάρξουν επιπλέον έσοδα τα οποία θα βρεθούν μόνο με φορολογικές επιβαρύνσεις.
Συγκλίσεις μπορεί να υπάρχουν σε ήσσονος σημασία θέματα ή στο ότι πρέπει τα «καυτά» θέματα του ασφαλιστικού και των εργασιακών να μετατεθούν για το φθινόπωρο, ωστόσο, τα μηνύματα από το εξωτερικό συντείνουν στο ότι πρέπει να υπάρξει μεγάλη πρόοδος στο Brussels Group προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία.
Ουσιαστικά, το προηγούμενο τριήμερο δε φαίνεται να υπήρξε καμιά ουσιαστική πρόοδος και χάθηκε μια ακόμη ημερομηνία για την κυβέρνηση, η Κυριακή την οποία ανώτερα κυβερνητικά στελέχη θεωρούσαν ότι είναι η τελευταία για επίτευξη συμφωνίας. Μάλιστα δεν απέκλειαν έκτακτο Eurogroup Δευτέρα ή Τρίτη, κάτι που τώρα φαντάζει αδύνατο.
Με τα δεδομένα αυτά οι διαπραγματεύσεις μπαίνουν στην πιο κρίσιμη φάση, υπό το φόβο μιας «επιθετικής» κίνησης την Τετάρτη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κι ενός capital control σε περίπτωση που οι συζητήσεις δεν έχουν κάποιο αποτέλεσμα. Και βεβαίως κανείς δεν ξέρει αν την Παρασκευή η Ελλάδα μπορεί να αποπληρώσει τα 300 εκατ. ευρώ στο ΔΝΤ ή θα υπάρξει ομαδοποίηση των δόσεων και καταβολή τους στο τέλος του μήνα.
Η Ελλάδα, ακόμα κι αν δεν είναι ο επίσημος λόγος για τις συνομιλίες τους, θα είναι στην ατζέντα και της σημερινής συνάντησης που θα έχουν ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ με την κυρία Μέρκελ και τον κ. Ολάντ στο Βερολίνο, όπως είπε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Süddeutsche Zeitung, σύμφωνα με προδημοσίευση αποσπασμάτων μιας συνέντευξής του που δημοσιεύεται σήμερα Δευτέρα στην εφημερίδα.
Ενδεικτική της επιτάχυνσης των συζητήσεων είναι και η αναφορά: "κλείνουμε" που έκανε, ερωτηθείς από δημοσιογράφους για το εάν κλείνει η συμφωνία, κυβερνητικός αξιωματούχος, μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου ο πρωθυπουργός με τον υπουργό Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, και η οποία πραγματοποιήθηκε μετά την τηλεδιάσκεψη του κ. Τσίπρα με τους Άγγελα Μέρκελ - Φρανσουά Ολάντ.
Χαρακτηριστική του σημείου των διαπραγματεύσεων και η συνέντευξη του υπουργού Οικονομίας Γιώργου Σταθάκη στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, στην οποία ανέφερε ότι "υπάρχει συμφωνία", διευκρινίζοντας πως προβλέπει ότι αυτή "θα κλείσει εντός ολίγων ημερών" και ότι "θα ακολουθήσει Eurogroup για την έγκριση της χρηματοδότησης".
Την ίδια στιγμή, οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμφωνίας στις Βρυξέλλες φαίνεται ότι προχωρούν με ταχείς ρυθμούς, με κύκλους προσκείμενους στις συζητήσεις να αναφέρουν χθες ότι σε γενικές γραμμές ο ρυθμός των διαβουλεύσεων επιταχύνεται και η σταδιακή επίτευξη συμφωνίας στο τεχνικό επίπεδο θεωρείται εφικτή. Κατά πάσα πιθανότητα οι διαβουλεύσεις θα συνεχιστούν και σήμερα τόσο στο τεχνικό επίπεδο όσο και στο επίπεδο των επικεφαλής του "Brussels Group".
Στο μεταξύ με χθεσινό άρθρο του στη γαλλική εφημερίδα Le Monde, ο Αλέξης Τσίπρας έδειξε στην κατεύθυνση της πολιτικής λύσης, σημειώνοντας: "Η Ευρώπη, λοιπόν, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μετά από τις σοβαρές παραχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση είναι στα χέρια όχι των θεσμών που άλλωστε –με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή– δεν εκλέγονται και δεν λογοδοτούν στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης".
Και έθεσε το ερώτημα: "Ποια στρατηγική θα επικρατήσει; Εκείνη του ρεαλισμού για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισότητας και της δημοκρατίας ή η στρατηγική της ρήξης και της διχοτόμησης;". Υπογράμμισε ότι "το ζήτημα της Ελλάδας δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αποτελεί το επίκεντρο της σύγκρουσης δύο εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης".
Στο ίδιο πλαίσιο, ο Έλληνας πρωθυπουργός επισήμανε και ανέπτυξε διεξοδικά το ευρύτατο πακέτο μεταρρυθμιστικών προτάσεων που έχει καταθέσει η ελληνική κυβέρνηση, καθώς επίσης και τις εξειδικευμένες προτάσεις που έχει καταθέσει στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους θεσμούς, "που έχουν καλύψει ένα τεράστιο μέρος της απόστασης που μας χώριζε πριν από μερικούς μήνες". Σημείωσε ακόμα ότι "η μη επίτευξη συμφωνίας, μέχρι στιγμής, δεν οφείλεται σε μια υποτιθέμενη άτεγκτη, αδιάλλακτη και ακατανόητη στάση της Ελλάδας", αλλά "στην επιμονή ορισμένων θεσμικών παραγόντων να καταθέτουν προτάσεις παράλογες και να δείχνουν παντελή αδιαφορία τόσο στην πρόσφατη δημοκρατική επιλογή του ελληνικού λαού, όσο και στη δημόσια παραδοχή και των τριών θεσμών ότι θα υπάρξει η αναγκαία ευελιξία, ώστε να γίνει σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία".
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ