ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2024

Ο πιθανός αντίκτυπος του COVID-19 στη γυναικεία σεξουαλική λειτουργία

 


Από τον Ιούνιο του 2023, ο επιπολασμός του COVID-19 στις ΗΠΑ έχει αυξομειώσεις, επηρεάζοντας την υγεία και τις ψυχοκοινωνικές πτυχές, μαζί με έμμεσες επιπτώσεις όπως η κοινωνική απομάκρυνση. Ενώ οι επιπτώσεις του COVID-19 στη σεξουαλική λειτουργία των ανδρών είναι περισσότερο γνωστές, ο αντίκτυπός του στις γυναίκες είναι λιγότερο κατανοητός.

Προκαταρκτικές μελέτες σχετικά με το θέμα αυτό δείχνουν ότι η πανδημία COVID-19 μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη σεξουαλική λειτουργία στις γυναίκες λόγω της αυξημένης επικράτησης του άγχους και της κατάθλιψης. Επιπλέον, ο μακροχρόνιος COVID, (κατάσταση κατά την οποία τα άτομα συνεχίζουν να εμφανίζουν συμπτώματα ή επιπτώσεις της COVID-19 για παρατεταμένο χρονικό διάστημα μετά την υποχώρηση της αρχικής λοίμωξης), μπορεί επίσης να επηρεάσει τη σεξουαλική λειτουργία.

Για να γεφυρωθεί το κενό γνώσης στον τομέα αυτό, μια νέα μελέτη είχε ως στόχο να διερευνήσει τη σχέση μεταξύ COVID-19, μακράς COVID και σεξουαλικής λειτουργίας σε γυναίκες cisgender (που ταυτίζονταν με το φύλο που τους δόθηκε κατά την γέννησή τους δηλαδή), λαμβάνοντας υπόψη τόσο σωματικούς όσο και ψυχολογικούς παράγοντες.

Οι ερευνητές διεξήγαγαν μια διαδικτυακή έρευνα τον Ιανουάριο του 2023, στην οποία συμμετείχαν 2.329 cisgender γυναίκες, εκ των οποίων 1.161 ανέφεραν ότι δεν είχαν ποτέ COVID-19 και 1.168 ανέφεραν ότι είχαν COVID-19. Οι συμμετέχουσες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια για τη σεξουαλική λειτουργία, την κατάθλιψη, το άγχος και τα μακροχρόνια συμπτώματα COVID. Στη συνέχεια, οι ερωτηθείσες κατηγοριοποιήθηκαν σε ομάδες με βάση την κατάσταση COVID-19 και το κατά πόσον εμφάνιζαν μακρά συμπτώματα COVID.

Μετά από αποκλεισμούς για ελλιπή ερωτηματολόγια και άλλους παράγοντες, 1.313 συμμετέχουσες συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση που επικεντρώθηκε στις διαφορές στη σεξουαλική λειτουργία ανάλογα με την κατάσταση COVID-19. Η ανάλυση εξέτασε επίσης κατά πόσον τα μακροχρόνια συμπτώματα COVID μεσολαβούσαν σε αυτό τον συσχετισμό.

Μόλις συλλέχθηκαν τα δεδομένα, η ανάλυση αποκάλυψε σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων με βάση την κατάσταση COVID. Όσες είχαν COVID-19 ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα μακροχρόνιων συμπτωμάτων COVID, κατάθλιψης, άγχους και στρες σε σύγκριση με όσες δεν είχαν.

Επιπλέον, παρατηρήθηκαν διαφορές στη σεξουαλική λειτουργία μεταξύ των ομάδων. Οι γυναίκες που είχαν COVID-19, ιδίως εκείνες με μακρά COVID, εμφάνισαν χαμηλότερες βαθμολογίες στην επιθυμία, τη διέγερση, τη λίπανση, τον οργασμό και την ικανοποίηση, υποδεικνύοντας χειρότερη σεξουαλική λειτουργία.

Επιπλέον, υψηλότερο ποσοστό γυναικών με COVID-19 πληρούσε το κλινικό όριο για σεξουαλική δυσλειτουργία σε σύγκριση με εκείνες που δεν είχαν COVID-19.

Παρ’ όλα αυτά, τα στατιστικά μοντέλα που εξέταζαν τους πιθανούς μηχανισμούς αυτής της σχέσης απέδωσαν φτωχή προσαρμογή. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει πιθανώς μια σύνθετη αλληλεπίδραση παραγόντων που επηρεάζουν την σεξουαλική λειτουργία των γυναικών στο πλαίσιο του COVID-19.

Ακόμα, τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποδηλώνουν ότι οι cisgender γυναίκες που είχαν COVID-19 βίωσαν μειωμένη σεξουαλική λειτουργία σε σύγκριση με εκείνες που δεν είχαν, και εκείνες με μακρά COVID είχαν ακόμη χειρότερη σεξουαλική λειτουργία.

Παράγοντες όπως η κατάθλιψη και το άγχος δεν εξηγούσαν πλήρως αυτά τα αποτελέσματα.

Είναι ενδιαφέρον ότι οι γυναίκες με μακρά COVID είχαν περισσότερα προβλήματα με τη διέγερση, τη λίπανση, τον οργασμό και τον πόνο, γεγονός που υποδηλώνει μια φυσιολογική επίδραση.

Ωστόσο, η μελέτη παρουσίαζε περιορισμούς, όπως το γεγονός ότι βασίστηκε στο διαδίκτυο και επικεντρώθηκε μόνο σε cisgender γυναίκες, οπότε απαιτείται πιο περιεκτική και σε βάθος έρευνα.

Παρά ταύτα, είναι σημαντικό οι ασθενείς και οι κλινικοί γιατροί να γνωρίζουν αυτές τις πιθανές επιπτώσεις, ώστε να αναζητήσουν και να προσφέρουν υποστήριξη στις γυναίκες που επηρεάζονται από το COVID-19.

Ανδρολογικό Ινστιτούτο Αθηνών | Δρ. Κωνσταντινίδης