ΟΑντ. Σαμαράς επιχείρησε να τρομοκρατήσει και να εκβιάσει τoυς βουλευτές πριν από την τρίτη ψηφοφορία στη Βουλή, απειλώντας τους ότι η ψήφος τους έχει «ονοματεπώνυμο». Τώρα γνωρίζουμε ότι η αποτυχία, η ιστορική ήττα, έχει πράγματι «ονοματεπώνυμα». Αυτά των Αντώνη Σαμαρά και Ευάγγελου Βενιζέλου που μαζί με τον Γ. Παπανδρέου, τον Λ. Παπαδήμο και μια κουστωδία μνημονιακών πολιτικών οδήγησαν συνειδητά τη χώρα στην καταστροφή και έναν ολόκληρο λαό στη φτώχεια και στην απόγνωση.
Μέσα από την αποτυχία της... συγκέντρωσης των 180 ψήφων, μέσα από το τυπικό-αριθμητικό αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, αποκαλύπτεται η ιστορικής σημασίας ήττα μιας οργανωμένα και πανίσχυρα πολιτικοοικονομικής δομής συμφερόντων, ΕΝΟΣ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ που διατήρησε τα κρίσιμα πέντε χρόνια της μνημονιακής περιόδου τον πλήρη έλεγχο των κατασταλτικών και ιδεολογικών-προπαγανδιστικών μηχανισμών, η ήττα ΜΙΑΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ, ΜΙΑΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, που αγωνίζεται με νύχια και με δόντια να διατηρήσει την ισχύ και την επιρροή της.
Κάποιοι αποδίδουν στο επιτελείο της συγκυβέρνησής και στον Ευ. Βενιζέλο μια σειρά από λανθασμένες επιλογές που οδήγησαν στην πτώση της συγκυβέρνησης: Επίσπευση της Προεδρικής εκλογής, «διαβεβαίωση» για τη διασφάλιση του αριθμού των «180», υποψηφιότητας ενός «άχρωμου» κεντροδεξιού, πόλωση και ακραία εκβιαστικά διλήμματα προς ανεξάρτητοί βουλευτές, ακόμα και υποσχέσεις για τοποθέτησή τους σε μια νέα κυβέρνηση και τέλος την περίφημη συνέντευξη στη ΝΕΡΙΤ που αποτέλεσε -και σε επικοινωνιακό επίπεδο και σε επίπεδο πολιτικού περιεχομένου- το ρέκβιεμ της πρωθυπουργικής θητείας του Αντ. Σαμαρά και το τέλος μιας κρίσιμης και καταστροφικής πορείας για τη χώρα και τον λαό της.
Κι όμως, τα λάθη τακτικής δεν αποτελούν προϊόντα αυθαίρετων επιλογών. Οι τακτικές επιλογές και κινήσεις της συγκυβέρνησης προέκυψαν από την ήττα και την απονομιμοποίηση τόσο των μνημονιακών πολιτικών όσο και των κυβερνητικών χειρισμών. Ακόμα κι αν δεν επελέγετο η επίσπευση της Προεδρικής εκλογής, ακόμα κι αν δεν ήταν υποψήφιος ο Στ. Δήμας, αλλά κάποιος «κεντροαριστερός», ακόμα κι αν δεν επιστρατεύονταν οι εκβιασμοί και οι απειλές, τίποτα δεν επρόκειτο να διαφοροποιηθεί επί της ουσίας.
Η ιστορική κατάρρευση της συγκυβέρνησης είχε ήδη επέλθει σε επίπεδο κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών εδώ και μήνες, από τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Η αλλαγή αυτή των συσχετισμών ήταν και είναι μη αντιστρεπτή γιατί περιέχει και αποτυπώνει την πικρή, την τραγική εμπειρία πέντε χρόνων μιας κοινωνίας που οδηγήθηκε στη διάλυση και στη φτωχοποίηση. Γιατί εκφράζει ακόμα τη συνείδηση, την πίστη, την απόφαση μιας ισχυρής, μιας μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας να διεκδικήσει και να αγωνιστεί για την επιβίωσή της, για το μέλλον των παιδιών της, για την αξιοπρέπειά της, για την πατρίδα της.
ΝΔ - ΠΑΣΟΚ: κόμματα χωρίς πολιτική
Οι μεταβολές των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών, οι oποίες συντελέστηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια, θα εκφραστούν και θα αποτυπωθούν συμπυκνωμένες -και σε κομματικό και πολιτικοΐδεολογικό επίπεδο- στις εκλογές της 25ης Ιανουάριου. Η πολιτικοϊδεολογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ προηγήθηκε της κοινωνικής-εκλογικής του κατάρρευσης. Ανεπίσημα το ΠΑΣΟΚ είχε υιοθετήσει στρατηγικές πτυχές του νεοφιλελεύθερου «εγχειρήματος» από την περίοδο του σημιτικού εκσυγχρονισμού, ενώ επισήμως άσκησε τον ρόλο του νεοφιλελεύθερου πρωταγωνιστή από το 2010.
Η ΝΔ, που μετά την «αποχώρηση» του Κ. Καραμανλή το 2009 αναζητούσε την αυτότητα της σε αντιμνημονιακές σημαίες ευκαιρίας, παρέλαβε από το ΠΑΣΟΚ και από το δίδυμο Γ. Παπανδρέου - Ευ. Βενιζέλου το νεοφιλελεύθερο «σκήπτρο» και μεταλλάχθηκε με ραγδαίους ρυθμούς σ' ένα ακροδεξιό μόρφωμα, που ενσωμάτωσε τον ύστερο χουντισμό, ακόμα και νεοφασίζουσες εκδοχές.
Ποιο είναι σήμερα το «χαρακτηριστικό» της; Αποτελεί ένα ακροδεξιό κόμμα χωρίς τη φιλελεύθερη-αστική κοινωνική του βάση. Εκπροσωπεί τον πυρήνα -κοινωνικό και οικονομικό- των στυγνών συμφερόντων και της διαπλοκής και κάποιους παραδοσιακούς ψηφοφόρους της ανώτερης ηλικιακής κλίμακας, που συσπειρώνονται όχι από πίστη σε αρχές και επιλογές, αλλά από τον φόβο και την απόγνωση.
Σήμερα το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο βρίσκεται στα όρια της εξαφάνισης σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, αλλά κινδυνεύει να μετατραπεί σε κεντρικό -αρνητικό- πρωταγωνιστή της εκλογικής αναμέτρησης μέσα από την ευθεία σύγκρουση και αντιπαράθεση μεταξύ του Γ. Παπανδρέου και του Ευ. Βενιζέλου. Ίσως μάλιστα αυτή η σύγκρουση των δύο «υπολειμμάτων» του ΠΑΣΟΚ να υπερβεί σε οξύτητα και ένταση τη -στρατηγικού χαρακτήρα- αντιπαράθεση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ.
Η στρατηγική του φόβου
Το 2015 δεν είναι 2012. Τότε η κινδυνολογία και η τρομοκράτηση του ελληνικού λαού από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ «συνδυάστηκε» με μια πολιτική πρόταση - έστω και ψευδεπίγραφη. θυμίζουμε τα «18 σημεία» του Αντ. Σαμαρά, που μπορούσαν ως προγραμματική αρχή να λειτουργήσουν ωε «αντίβαρο».
Σήμερα η πτώση της συγκυβέρνησης, της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, συνδέεται και απορρέει από την πλήρη ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΑΠΑΞΙΩΣΗ, από την πολιτική τους κατάρρευση. Ποιο θα είναι το προεκλογικό τους πρόγραμμα όταν υπάρχει το e-mail των νέων μέτρων προς την «τρόικα»; Σε ποια κοινωνικά στρώματα θα απευθυνθούν; Σ' αυτούς που εξόντωσαν κοινωνικά και οικονομικά, στους ανέργους, στην πάλαι ποτέ μεσαία τάξη και στα ελεύθερα επαγγέλματα που διέλυσαν;
Γι' αυτό σήμερα η κινδυνολογία, η ακραία πόλωση, οι εμφυλιοπολεμικές κραυγές, ο διχαστικός λόγος, η τρομοκράτηση των πολιτών αποτελούν ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Δεν υπάρχει πρόγραμμα, δεν υπάρχουν αρχές και ιδεολογίες. Στη θέση τους επιστρατεύεται ο ΦΟΒΟΣ που πρέπει να διαχυθεί στο κοινωνικό σώμα, να διαλύσει κάθε ορθολογικό επιχείρημα, να μετατρέψει τους πολίτες σε άβουλα, πανικόβλητα και χειραγωγούμενα όντα που υποτάσσονται χωρίς αντίσταση στον δυνάστη τους, σ' αυτόν που εκπέμπει την απειλή, τον κίνδυνο, τον φόβο.
Ιδιαίτερα για τον Αντ. Σαμαρά η στρατηγική της πόλωσης και της ακραίας σύγκρουσης αποτελεί μια «μέθοδο» συσπείρωσης στο πρόσωπό του και ταυτόχρονα άμβλυνσης των εσωκομματικών αντιθέσεων που έτσι κι αλλιώς θα προκύψουν αναπόφευκτα μετά τις 25 Ιανουάριου.
Η κινδυνολογία και οι άμεσες ή συγκεκαλυμμένες απειλές θα κυριαρχήσουν καθ' όλη τη σύντομη άλλωστε προεκλογική περίοδο. Η κινδυνολογία στη θέση του πολιτικού επιχειρήματος αποτελεί ένα είδος πολιτικού crash test, μιας πολιτικής δοκιμασίας που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με ψυχραιμία τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα τα κόμματα του αντιμνημονιακού τόξου θα πρέπει να συμβάλουν στην ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ με τις προγραμματικές θέσεις τους και την εξειδίκευση των πολιτικών τους επιλογών.
Όμως ο κάθε πολίτης πρέπει να δώσει τη δική του μάχη, να σταθεί όρθιος, να σκεφτεί ψύχραιμα και αντικειμενικά. Άλλωστε, σε τελική ανάλυση, Ο ΦΟΒΟΣ ΟΤΙ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΙ ΤΟ ΠΑΡΟΝ είναι μεγαλύτερος από οποιαδήποτε κινδυνολογία για το μέλλον, το οποίο μπορούμε να το διαμορφώσουμε με τις δικές μας αποφάσεις.
Πηγή: Μενέλαςο Γκίβαλος – «Παρόν»