Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη
«Άκου λοιπόν. Είτε φταις είτε
όχι, αν δεν μπορείς άλλο να
παλέψεις θα πεθάνεις»
Μπ. Μπρεχτ
Είναι απλά τα πράγματα φίλε. Η αποικιοκρατία δεν τελείωσε ποτέ. Αν δεν γίνεις ο Κινέζος του 1900 δεν θα ησυχάσουν. Θα σε κάνουν παράδειγμα για τις επόμενες γενιές. Το 2100 θα λένε για τον Έλληνα του 2000.
Την απόφαση την έχουν πάρει και ισχύει και για σένα, κυρίως για σένα. Είτε το πιστεύεις είτε όχι είσαι και συ μέσα στα σχέδιά τους.
Απαγορεύεται να κάνεις τη δουλειά που θέλεις, απαγορεύεται ακόμη και να δουλεύεις συνέχεια έστω κι αν δεν σ’ αρέσει η δουλειά που κάνεις, απαγορεύεται ακόμη και να έχεις μια οποιαδήποτε δουλειά.
Απαγορεύεται να πληρώνεσαι ακόμη κι αν έχεις μια οποιαδήποτε δουλειά αλλά κι όταν πληρώνεσαι, απαγορεύεται να μπορείς να ζεις με τα λεφτά που παίρνεις.
Απαγορεύεται να αρρωστήσεις γιατί αν αρρωστήσεις, απαγορεύεται να ζήσεις. Πρέπει να πεθάνεις.
Απαγορεύεται να κρυώνεις γιατί άμα κρυώνεις απαγορεύεται να ζεσταθείς. Πρέπει να πεθάνεις ή από το κρύο ή από μονοξείδιο του άνθρακα ή από απελπισία.
Οι σύγχρονοι εισπράκτορες σου έχουν περάσει τη θηλιά στο λαιμό και όλο ζητάνε. Ζητάνε οι τραπεζίτες για να μην κλείσουν οι τράπεζές τους, ζητάνε οι Στουρναρέοι και οι Θεοχαρέοι για να ευχαριστήσουν τα αφεντικά της τρόικας.
Σε τρομοκρατούν κάθε μέρα πότε απειλώντας πως θα σε κλείσουν φυλακή αν δεν τους δώσεις αυτό που θέλουν και πότε πως θα σου κάνουν κατάσχεση στον μισθό σου.
Δεν τους νοιάζει φίλε πώς θα ζήσεις. Δεν τους νοιάζει πόσο θα ζήσεις. Δεν τους νοιάζει καν αν θα ζήσεις. Τόσοι και τόσοι συμπολίτες μας έδωσαν τέλος στη ζωή τους γιατί ντρέπονταν να βλέπουν τα παιδιά τους στα μάτια και τον εαυτό τους στον καθρέφτη. Ναι, διάλεξαν το λανθασμένο δρόμο, κάνοντας ουσιαστικά τη χάρη σε όλους εκείνους που τους οδήγησαν στο αδιέξοδο. Όμως, αν μη τι άλλο, εκείνοι είχαν τσίπα, είχαν φιλότιμο. Μόνο χρήματα δεν είχαν. Όχι πλούτο. Χρήματα για τα απαραίτητα. Για σπίτι, για φαΐ, για φάρμακα, για τετράδια και για ένα ποτήρι κρασί κάποια Σαββατόβραδα.
Τους είδες τους «τρομοκράτες» που λήστεψαν μερικές δεκάδες χιλιάδες ευρώ από το «Ναό-Τράπεζα»; Χρειάστηκε photoshop από το Δένδια για να αναγνωρίζονται. Παραδέχτηκε φόρα-παρτίδα ότι τους έκανε αγνώριστους ο υπουργάρας.
Τον είδες τον «φτερωτό γιατρό», τον προσωπικό φίλο του πρωθυπουργού μας, τον «έντιμο» δήμαρχο; Δεν υπήρξε photoshop, αν και θα χρειαζόταν ώστε να γίνει αγνώριστος και να μη θιγούν οι καθώς πρέπει φίλοι του. Τι κι αν έκλεψε 13 εκατομμύρια; Σοφός ο λαός μας: Δείξε μου τους φίλους σου να σου πω ποιος είσαι.
Τα ‘μαθες για τον Άδωνι; Όσοι δεν προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες θα πεθαίνουν, τουιτάρισε ο άξιος ανήρ με αφορμή το θάνατο δύο φοιτητών στη Λάρισα από τις αναθυμιάσεις. Σκεφτόμενος τον εαυτό του, είπε αλήθεια. Ο ίδιος και οι όμοιοί τους επέδειξαν αξιοζήλευτη προσαρμοστικότητα. Έγλειψε εκεί που έφτυνε. Από το ΛαΟΣ στη ΝΔ για να γλυτώσει το πολιτικό του τομάρι. Να τον χαίρονται οι ψηφοφόροι του, που του έδωσαν το δικαίωμα να δηλητηριάζει τις μέρες μας.
Τα έμαθες για τη λίστα Λαγκάρντ και τις άλλες λίστες των ληστών; Δύο υπαλλήλους διέθεσε ο Στουρνάρας για να ελέγξουν τις λίστες παρόλο που του ζητήθηκαν εκατό.
Στην εποχή της πιο βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, μας κυβερνούν πολιτικοί μιας χρήσης. Άνθρωποι που δέχτηκαν να κάνουν τη «βρώμικη δουλειά» για λογαριασμό αυτών που πλούτιζαν και εξακολουθούν να πλουτίζουν ρουφώντας το αίμα και τη ζωή σου. Τη δική σου και των παιδιών σου.
Φίλε! Μήπως γίναμε δούλοι και δεν το καταλάβαμε; Μόνο οι δούλοι περιμένουν από τους άλλους να τους σώσουν.
Κρέμεσαι από τα χείλη της Στάη, του Πρετεντέρη και του παντογνώστη Μπάμπη ελπίζοντας να ακούσεις «μια θετική εξέλιξη» και ξεχνιέσαι με κους-κους, μεσημεριανά ξεκατινιάσματα, βραδινές τηλεοπτικές γαστρονομίες και λαμπερούς διαγωνισμούς ξεγοφιάσματος εκστασιασμένος με τις ατάκες του Λιάτσου και τα ξενέρωτα του Φωκά.
Γεμίζεις τα πρακτορεία του ΟΠΑΠ προσπαθώντας να προβλέψεις τα «στημένα», πιστεύοντας αλήθεια πως η μπάλα γυρίζει. Έλα όμως που δεν γυρίζει. Ο Γαλιλαίος αναφέρθηκε στη Γη και όχι στη χρυσοφόρα στρογγυλή θεά.
Αφού το νιώθεις κι εσύ ο ίδιος. Το καταλαβαίνεις πως αυτό που ζεις δεν είναι ζωή. Άλλα ονειρευόσουν σαν ήσουν μικρός καθώς ακουμπούσες το παιδικό σου κεφάλι στο μαξιλάρι. Ονειρευόσουν όλα αυτά που τώρα στερούν από σένα και τα παιδιά σου. Όχι πολλά, γιατί εσύ δεν ξέρεις να κλέβεις και κυρίως δεν θέλεις να κλέβεις.
Μια δουλειά, ονειρευόσουν, ένα σπίτι, μια οικογένεια, ένα θέατρο το βράδυ, ένα βιβλίο το απόγευμα, μια βόλτα στη θάλασσα την Κυριακή και μόρφωση για τα παιδιά σου.
Όμως φίλε, αυτά απαγορεύονται για σένα.
Το χειρότερο όμως είναι πως απαγορεύονται τα όνειρα. Όχι μόνο τα δικά σου, αυτά στείλ’ τα στο διάολο. Των παιδιών σου όμως; Πώς το δέχεσαι.
Φίλε!
Απαγορεύεται να τους αφήνεις να σου καταστρέφουν τη ζωή. Κατάστρεψε εσύ πρώτος αυτά που σχεδιάζουν. Μη φοβάσαι. Δεν είσαι μόνος. Είμαστε πολλοί.