Το παιδί μαθαίνει να ξεχωρίζει τα δύο σεξουαλικά φύλα γύρω στα 2 με 3 χρόνια της ζωής του, με τον ίδιο τρόπο που μαθαίνει ότι ένα λαστιχένιο στρογγυλό αντικείμενο που χοροπηδά όταν το χτυπάμε στο πάτωμα ή στον τοίχο το λέμε μπάλα.
Μεγαλώνοντας σε οικογένειες όπου υπάρχουν δυο γονείς, τα παιδιά αναπτύσσουν μια έντονη κοινωνική, ψυχολογική αλλά και σωματική ταύτιση με το γονιό του ίδιου φύλου.
Ψυχο-κοινωνικό πιπεράτο του Καθηγητή Πιπερόπουλου
Θεώρησα χρήσιμο σήμερα, και ελπίζω να σμφωνήσετε, να χρησιμοποιήσω τον χώρο που μου παρέχει εδώ κάθε εβδομάδα ο αγαπημένος διαδικτυακός τόπος να προσεγγίσω ένα σημαντικό και επίκαιρο ψυχοκοινωνικό θέμα και συγκεκριμένα την έννοια της σεξουαλικής μας «ταυτότητας»...
Η «ταυτότητα» που σχετίζεται με το φύλο μας και το ρόλο που θα διαδραματίσουμε στην κοινωνία όπου θα ζήσουμε, στηρίζεται στην υποκειμενική εκτίμηση που έχουμε για τα σωματικά και ψυχοκοινωνικά μας χαρακτηριστικά.
Ο Αμερικανός σεξολόγος Dr. HavelockEllis έγραψε ότι «οι πανίσχυρες διαδικασίες του σεξ είναι συνυφασμένες με την υπαρξιακή οντότητα κάθε άνδρα και κάθε γυναίκας, καθώς αποτελούν θεμελιακές οργανικές λειτουργίες, που είναι ίσως συνώνυμες και με την ίδια τη διαδικασία της ζωής…». Η θέση του Ellis δεν σημαίνει, όμως, ότι το σεξ αποτελεί θεμελιακή ανθρώπινη ανάγκη και ο άνθρωπος αδυνατεί να επιβιώσει δίχως σεξ (στο πέρασμα των αιώνων αυτό το έχουν επιβεβαιώσει και οι «μοναστικές» επιλογές μυριάδων ανδρών και γυναικών). Αντιθέτως, όμως, είναι σίγουρο, ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει δίχως νερό, αέρα ή τροφή.
Το παιδί μαθαίνει να ξεχωρίζει τα δύο σεξουαλικά φύλα γύρω στα 2 με 3 χρόνια της ζωής του, με τον ίδιο τρόπο που μαθαίνει ότι ένα λαστιχένιο στρογγυλό αντικείμενο που χοροπηδά όταν το χτυπάμε στο πάτωμα ή στον τοίχο το λέμε μπάλα. Σε μια κλασική έρευνα, ο Αμερικανός συνάδελφος DrJeromeKagan, ένα από τα πλέον διακεκριμένα μέλη της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας (στην οποία έχω και εγώ την τιμή να ανήκω ως τακτικό μέλος από την δεκαετία του 1970), ανακάλυψε ότι στην αντίληψη παιδιών του νηπιαγωγείου «ο τίγρης είναι αρσενικός, ενώ σε αντιδιαστολή το κουνελάκι είναι θηλυκό».
Στην διαδικασία ενηλικίωσής μας προστίθενται στην αρχική αντίληψη της διαφοράς των δυο φύλων πέρα από τα σωματικά και άλλα χαρακτηριστικά ψυχοκοινωνικής φύσης. Συνειδητοποιούμε, δηλαδή, με το πέρασμα του χρόνου, και με οπτικοακουστικές αντιλήψεις για παράδειγμα ότι οι άνδρες είναι «σκληροί», ενώ οι γυναίκες είναι «ευαίσθητες».
Σίγουρα σε αυτό το σημείο θα με ρωτήσουν οι φίλες αναγνώστριες και φίλοι αναγνώστες «Κύριε Πιπερόπουλε ά πώς αποκτά ο καθένας και η καθεμιά μας την σεξουαλική μας ταυτότητα;»
Απαντώ χωρίς καμία καθυστέρηση. Μεγαλώνοντας σε οικογένειες όπου υπάρχουν δυο γονείς, τα παιδιά αναπτύσσουν μια έντονη κοινωνική, ψυχολογική αλλά και σωματική ταύτιση με το γονιό του ίδιου φύλου. Δίνω ιδιαίτερο τόνο στις οικογένειες όπου υπάρχουν δύο γονείς καθώς σε ΗΠΑ και Ευρώπη και στην Ελλάδα οι μονογονεϊκές οικογένειες αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς (σε κάποιες χώρες σχεδόν ένα στα δύο παιδιά ζούνε σε μονογονεϊκή οικογένεια, ενώ το ποσοστό στην πατρίδα μας έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες 2 δεκαετίες με τη δραματική αύξηση των διαζυγίων ή την αποφυγή γάμου).
Στη συνέχεια της πορείας προς την ενηλικίωση, μέσα στην παρέα και στην κλίκα, τα παιδιά σφυρηλατούν την αντίληψη του φύλου με γνώμονα τις θέσεις της ομάδας. Έτσι για παράδειγμα, ένα παιδί υπέρβαρο ή με πολλές ευαισθησίες ενδέχεται να βιώσει υποκειμενικές αμφιβολίες για τη σεξουαλική του ταυτότητα, εφόσον ζει σε μια γειτονιά όπου τα αγόρια ξεχωρίζουν από τα κορίτσια με κυρίαρχο κριτήριο τη σωματική διάπλαση και τις αθλητικές ικανότητες. Αντίθετα, ένα τέτοιο αγόρι δεν θα αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα μεγαλώνοντας μέσα σε παρέες όπου η αξία του ατόμου εστιάζεται σε εγκεφαλικούς προβληματισμούς και πνευματικές ανησυχίες.
Ο DrFreud πίστευε ότι η διαφορά των κοινωνικών ρόλων ανδρών – γυναικών ήταν πρώτιστα βιολογική υπόθεση συγκεκριμένης ανατομικής κατασκευής. Ενώ ο ανθρωπολόγος Dr Lionel Tiger διατείνεται ότι μεταξύ των ανδρών υπάρχει μια «άγραφη συμφωνία» σκοπιμότητας, επειδή πιστεύουν ότι σε σημαντικές κοινωνικές, πολιτισμικές, στρατιωτικές ή οικονομικές λειτουργίες η συνύπαρξη ανδρών γυναικών σε ίση βάση θα ήταν … Καταστροφική!
Πολλές κοινωνίες διαφοροποιούν τους ρόλους του άνδρα και της γυναίκας με βάση βιολογικά χαρακτηριστικά, τα οποία, όμως δεν εντοπίζονται μετά από προσεκτική ανάλυση και αξιολόγηση!..
Στην Ευρώπη, όπως και στην Ελλάδα, ο θηλυκός ρόλος έχει περισσότερα στοιχεία συναισθηματικής ευαισθησίας από τον ανδρικό ρόλο. Στην ‘προ-Αγιατολάχ’ Περσίαοι άνδρες έπρεπε να δείχνουν τα συναισθήματά τους, γιατί αν δεν το έκαναν, μπορούσε να υποθέσει κανείς «ότι υστερούν σε ένα σημαντικό δεδομένο βιολογικό τομέα». Εκεί οι άνδρες ήταν τα ευαίσθητα άτομα που δεν χρειάζονταν να είναι πρακτικά και λογικά όντα, καθώς οι γυναίκες θεωρούνταν πρακτικές και ως άτομα που διακρίνονταν για την ψυχρή λογική τους.
Υπάρχει διαφοροποίηση ταυτότητας ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες;
Η ανθρωπολόγος Dr Margaret Mead τον περασμένο αιώνα μας πληροφόρησε ότι στη Νέα Γουινέα υπήρχε ταύτιση σε βασικά στοιχεία των ρόλων του άνδρα και της γυναίκας, ενώ ανάμεσα σε ορισμένες φυλές της Αφρικής και Ινδιάνων της Αμερικής, οι γυναίκες θεωρούνται σεξουαλικά πιο ικανές από τους άνδρες και γίνονται περισσότερο επιθετικές, παίρνοντας πολλές σεξουαλικές πρωτοβουλίες.
Στον τομέα της σεξουαλικής επιθετικότητας, στην πατρίδα μας και άλλες δυτικές κοινωνίες την πρωτοβουλία, μέχρι και πριν μερικά χρόνια, κατά κανόνα έπαιρνε ο άνδρας. Στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, όμως, και με ιδιαίτερη έμφαση στον 21ο αιώνα αυτή η δεδομένη πραγματικότητα έχει αλλάξει σε αξιοπαρατήρητο βαθμό καθώς τώρα κορίτσια και γυναίκες παρουσιάζονται περισσότερο επιθετικές και αγόρια και άνδρες μοιάζει να έχουν χάσει τον αρχέγονο χαρακτήρα του Κυνηγού!».
Ακόμη και σε θέματα μυϊκής αντοχής και δύναμης, ενώ στη Δύση πιστεύουμε ότι ο άνδρας υπερέχει, σε πολλές φυλές της Αφρικής οι γυναίκες αποτελούν τον κύριο κορμό της εργατικής – παραγωγικής τάξης, ακριβώς επειδή οι άνδρες θεωρούνται αδύναμα όντα.
Η θέση του DrFreud ότι η γυναίκα διακατέχεται από «φαλλικό φθόνο», δεν φαίνεται να ισχύει σήμερα. Αν όντως υπάρχει φθόνος στις γυναίκες, αυτός εστιάζεται περισσότερο στην κοινωνική ισχύ και κοινωνική αναγνώριση (το «prestige») που αποκτούν οι άνδρες κα λιγότερο στην κατοχή του ανδρικού φαλλού…
Υπάρχουν σήμερα άνδρες που βλέπουν με καλό μάτι τις προσπάθειες εξίσωσης των ρόλων των δύο φύλων στη διάρκεια του 21ου αιώνα, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν οι ομάδες υπεράσπισης του ανδρικού ρόλου που αντιμάχονται με φανατισμό μια τέτοια ιδέα, όπως ακριβώς τη υπερασπίζονται με φανατισμό κάποιες φεμινιστικές ομάδες.
Σήμερα έχει βελτιωθεί η θέση της σύγχρονης γυναίκας σε σύγκριση με εκείνη μαμάδων και γιαγιάδων, αλλά η ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα παραμένει ως επιθυμία που δεν φαίνεται να πραγματώθηκε, στην πληρότητά της, ακόμη και στις «προηγμένες» κοινωνίες της Δύσης».