ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

Τρίτη 28 Μαΐου 2024

Η ήττα του μητσοτακισμού είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη ατομικής και συλλογικής βιολογικής επιβίωσης

 

Με αναφορά τις προσεχείς ευρωεκλογές, στα δύο προηγούμενα άρθρα επιχειρήθηκε να αναλυθούν η κατανόηση της οικονομικής πολιτικής και η αποδόμηση των μέχρι πρότινος ιδεολογικών δομών του νεοελληνικού κράτους, μέσω της εισαγωγής του πολιτικού όρου «μητσοτακισμός», ως εκείνης της πολιτικής θεωρίας και πράξης που αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στα οικονομικά οφέλη της ολιγάριθμης πολιτικής ολιγαρχίας, μέσω της βαριάς φορολογίας και της διαχείρισης των ευρωπαϊκών χρημάτων.

Στο σημερινό άρθρο θα επιχειρηθεί η τοποθέτηση του μητσοτακισμού μέσα στη σημερινή ταξική ιεράρχηση της παγκοσμιοποίησης. Η χρονική περίοδος από τη Γαλλική Επανάσταση μέχρι τη δεκαετία του 1970 χαρακτηρίστηκε από τον μαζικό μετασχηματισμό των αγροτικών δουλοπαροικιών σε αστικές κοινωνίες με τη βοήθεια της πολιτικής Αρχής του έθνους-κράτους. Το αποτέλεσμα ήταν η μετατροπή των φεουδαρχικών δομών σε αποκεντρωμένα φιλελεύθερα σχήματα.

Η κοινωνική, οικονομική και πολιτική αποκέντρωση που ανδρώθηκε μέσω της πολιτικής Αρχής του έθνους-κράτους σήμερα υποδομείται με την παγκοσμιοποίηση, επειδή η τελευταία επιδιώκει να επαναφέρει εκ νέου τις φεουδαρχικές δομές (νεοκομμουνισμός, μεγάλη επανεκκίνηση, υπερεξουσίες παγκόσμιων οργανισμών, ισλαμοποίηση).

Η «εταιρική φεουδαρχία» στην παγκοσμιοποίηση έχει αντικαταστήσει τη μεσαιωνική φεουδαρχία. Ο φεουδάρχης-μονάρχης μετασχηματίστηκε σε κεντρικό τραπεζίτη, η αριστοκρατία στους μεγάλους τραπεζίτες (J. P. Morgan, κ.λπ.), ο κλήρος και η Εκκλησία στην εταιρική ελίτ (500+ πλουσιότεροι στον πλανήτη), οι υπουργοί της μοναρχίας σε πρωθυπουργούς (Μητσοτάκης, Τσίπρας), η μεσαιωνική γραφειοκρατία σε κυβερνήσεις, οι έμποροι σε υψηλόβαθμους γραφειοκράτες (επίτροποι, δικαστές), οι ενοικιαστές των φόρων σε κατηρτισμένους επαγγελματίες (γιατροί, δικηγόροι, ακαδημαϊκοί) και, τέλος, οι εναπομείναντες (δουλοπάροικοι) σε όλους τους άλλους (πλέμπα, επιδοματίες).

Όπως στη φεουδαρχία, που άπαντες εργάζονταν για να συσσωρεύουν τον πλούτο στον μονάρχη, έτσι και στη νεοφεουδαρχία άπαντες συσσωρεύουν τον παγκόσμιο πλούτο στους κεντρικούς τραπεζίτες με κάποιο οικονομικό όφελος που είναι ανάλογο της θέσης τους στην κοινωνική ιεραρχία.

Ο μητσοτακισμός βρίσκεται στη μέση της κοινωνικής ιεράρχησης. Η αποστολή του είναι να λεηλατήσει τον πλούτο των τάξεων που βρίσκονται κάτω από αυτόν και να τον μεταφέρει στους ευρισκόμενους κοινωνικά και ιεραρχικά υψηλότερα, δηλαδή στην εταιρική ελίτ και στους κεντρικούς και μεγάλους τραπεζίτες.

Άπαξ η πλέμπα και οι επιδοματίες, στην ψήφο των οποίων στηρίζεται ο μητσοτακισμός, κατανοήσουν την κοινωνική και οικονομική ιεραρχία, καθώς και τη δική τους θέση σε αυτή τη δομή, τότε η διαδικασία αποδόμησης του μητσοτακισμού έχει αρχίσει.

Ο Μητσοτάκης, ο Ανδρουλάκης, ο Κασσελάκης και ο μελλοντικός «Μπαουλάκης» αποτελούν τις έξι πλευρές του κύβου του Rubik, που τις διαφοροποιεί μόνο η σχετική θέση των χρωμάτων στις επιφάνειες.

Αυτός είναι και ο λόγος που τα κόμματα εξουσίας έχουν ταυτόσημη οικονομική, κρατική και κοινωνική πολιτική (οικονομική ληστεία της μεσαίας τάξης και του εγχώριου πληθυσμού, αποβιομηχανοποίηση, αφαίρεση ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων, ενθάρρυνση μουσουλμανικού εποικισμού, αντικατάσταση συμβόλων, κ.λπ.).

Επειδή στην κοινωνική ιεραρχία, όπως παρουσιάζεται ανωτέρω, η ευρωπαϊκή πρωθυπουργική τάξη πλουτίζει από τη διαχείριση των ευρωπαϊκών χρημάτων, δηλαδή από τους φόρους των βαριά φορολογούμενων Ευρωπαίων πολιτών, σε όλες τις τοποθετήσεις της συνεχώς προτάσσει την «ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμών», τον μύθο της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και το πλέον ανησυχητικό, την επιτάχυνση της ενσωμάτωσης των οδηγιών των Βρυξελλών στην εθνική νομοθεσία, που αποσκοπεί στην απόλυτη σοβιετοποίηση της Ευρώπης (νεοκομμουνισμός), προς όφελος όλων των δομών εξουσίας υπεράνω της ευρωπαϊκής πρωθυπουργικής τάξης.

Παρά το γεγονός ότι η αφύπνιση της πλέμπας είναι αδύνατη (Bertrand Russell, The Impact of Science on Society, 1953), η κατανόηση των νεοφεουδαρχικών δομών και η λειτουργία των κομμάτων εξουσίας στην κοινωνική ιεραρχία, καθώς και η διαπίστωση ότι άπαντα διακατέχονται από την ιδεολογία του μητσοτακισμού, ίσως ωθήσουν τους πλέον νοήμονες των πολιτών να ακυρώσουν τον μητσοτακισμό, συμμετέχοντες στην εκλογική διαδικασία μέσω της απόρριψης των κομμάτων εξουσίας.

Η ήττα του μητσοτακισμού είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη ατομικής και συλλογικής βιολογικής επιβίωσης.

Στα σκοτεινά πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε»

Τις τελευταίες δεκαετίες οι Έλληνες πολίτες (τουλάχιστον όσοι είναι ενεργοί πολίτες) δικαιολογημένα ανησυχούν για το μέλλον της χώρας, γιατί μπορεί σε τεχνικό επίπεδο να γίνεται τα τελευταία χρόνια μια σοβαρή προσπάθεια ψηφιακού εκσυγχρονισμού, αλλά σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού της χώρας δεν ασχολείται με τα μεγάλα προβλήματά της, αναζητώντας λύσεις που θα διασφαλίζουν καλύτερο μέλλον για τη χώρα, ενώ ήδη οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες του 2023 απέδειξαν ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού ακόμη και για αντιμετώπιση ακραίων καιρικών φαινομένων.

Ενδεικτικά και μόνο θα αναφέρουμε κάποια από τα προβλήματα, που, αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα, οι συνέπειες θα είναι καταστρεπτικές για τη χώρα στο μέλλον.

Το δημογραφικό πρόβλημα είναι από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας, αλλά ουσιαστικά κανείς δεν ασχολείται. Θα έπρεπε ο πολιτικός μας κόσμος, ξεπερνώντας τα παιχνίδια μικροπολιτικής, με ευρεία συναίνεση να συμφωνήσει σε εκπόνηση και υλοποίηση προγράμματος για αντιμετώπιση του προβλήματος με στήριξη πολυτέκνων, ενίσχυση της οικογένειας, κίνητρα για αύξηση γεννήσεων κ.λπ. Αντί αυτού ακούμε από δήθεν προοδευτικούς πολιτικούς φωνές για αντιμετώπιση του προβλήματος κυρίως με ενσωμάτωση μεταναστών από τρίτες χώρες, αλλά ο τρόπος που μιλούν δίνει την εντύπωση αποδοχής μιας ακραίας κατάστασης αντικατάστασης του πληθυσμού. Μπορεί, βέβαια, να ενσωματώσαμε επιτυχώς τα τελευταία 30 χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανούς, αλλά αυτό ήταν εφικτό, γιατί προέρχονταν από γειτονική χώρα, μέρος αυτών ήταν χριστιανοί και οι άλλοι αδιάφοροι σε θέματα θρησκείας λόγω απαγόρευσης έκφρασης θρησκευτικού συναισθήματος που είχε επιβάλει το καθεστώς Χότζα και όλοι ήθελαν διακαώς την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία. Αλλά τώρα οι μετανάστες από μεσανατολικές χώρες είναι στην πλειονότητά τους φανατικοί μουσουλμάνοι, και κυρίως προέρχονται από χώρες με πολιτιστικά στοιχεία ασύμβατα με τον ελληνικό τρόπο σκέψης και ζωής

Σε ό,τι αφορά την παιδεία μας υπενθυμίζουμε ότι από πανεπιστημιακούς και πολιτικούς ακούστηκε ότι ο απόφοιτος δημοτικού σχολείου πριν από δεκαετίες ήξερε περισσότερα από τον σημερινό απόφοιτο λυκείου.

Για τον ρόλο μας στα Βαλκάνια μιλάμε για πρωταγωνιστικό και σταθεροποιητικό ρόλο που θέλουμε να παίζουμε εκεί, αλλά η περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας και η εν γένει συμπεριφορά τους απέναντι στη χώρα μας αποδεικνύει ότι μειώθηκε το κύρος της χώρας μας και ότι δεν κερδίσαμε τους γειτονικούς λαούς. Και όχι μόνο δεν κάναμε όσα έπρεπε για να έχουμε φιλικά τα Βαλκάνια, αλλά αφήσαμε να ατονήσουν ακόμα και φορείς που προωθούσαν τη διαβαλκανική φιλία και τη συνεργασία που είχαν ιδρυθεί με έδρα τη Θεσσαλονίκη από επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς του βορειοελλαδικού χώρου, η δράση των οποίων συνέβαλε στην εμπέδωση κλίματος φιλίας και συνεργασίας με ανάδειξη του ελληνικού πρωταγωνιστικού – σταθεροποιητικού ρόλου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για να έχουμε αποτρεπτική ισχύ έναντι του εξ ανατολών γείτονα χρειαζόμαστε φιλικά προς εμάς τα Βαλκάνια

Κι ενώ οι πολιτικοί μας δεν ασχολούνται με τα πραγματικά προβλήματα της χώρας, αντιθέτως προωθούνται πολιτικές για διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής ισότητας μεταξύ ετεροφύλων και ομοφύλων σαν να αποτελεί αυτό το μέγιστο πρόβλημα για τη χώρα μας, ενώ ουσιαστικά δεν υπάρχει πρόβλημα, γιατί η ελληνική κοινωνία είναι ανεκτική στο διαφορετικό και στην ιδιαιτερότητα, και δεν πρέπει λόγω υπερβολής να δίνουμε την εντύπωση ότι προωθούμε την ιδιαιτερότητα ως κανόνα με θεσμούς που μπορεί να λειτουργήσουν διαλυτικά για την ελληνική οικογένεια.

Από αυτήν τη στήλη δεν μπορούμε να πούμε περισσότερα. Ο πολιτικός μας κόσμος στην πλειονότητά του δείχνει να μην ακούει τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων και ασχολείται κυρίως με τη μικροπολιτική, οδηγώντας τη χώρα σε παρακμή, δίνοντας την εικόνα ότι, όπως έλεγε ο Γ. Σεφέρης, «στα σκοτεινά πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε».