ΜΕΙΩΝΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΔΟΚΙΜΟ ΖΩΗΣ 2 - 3 ΧΡΟΝΙΑ, ΜΕΙΩΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ...
ΟΤΑΝ η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου Ευρώπης (ΣτΕ) αποφάσιζε τον περασμένο Σεπτέμβριο να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου προς την ελληνική κυβέρνηση και την τρόικα για επικείμενη κατάρρευση του ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα εξαιτίας των μέτρων λιτότητας, της διογκούμενης ανεργίας και των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις, είχε ως αφετηρία εκτίμησης το πόρισμα της αποστολής της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) στην Ελλάδα, σύμφωνα με το οποίο η ανεργία θα φθάσει το ένα εκατομμύριο ανθρώπους (από τους 800.000 που ήταν τον καιρό της επίσκεψής της) και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να χάνουν 5 δισ. ευρώ το χρόνο τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, γεγονός...
που θέτει υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητά τους.
Τέσσερις μήνες μετά γνωρίζουμε πως το 2012 έκλεισε με πάνω από 1.400.000 ανέργους και πως μόνο το ΙΚΑ έχασε 3 δισ. από εισφορές, ενώ οι ζημιές των αποθεματικών των Ταμείων από το κούρεμα του χρέους τον Μάρτιο ξεπέρασαν τα 11 δισ. Ακόμη χειρότερα το 2013 θα είναι έτος ύφεσης και νέας εκτίναξης της ανεργίας πάνω από το 30%. Η ΓΣΕΕ προβλέπει 35% ανεργία και τονίζει το γεγονός ότι από το 2010 έως και το 2013 μισθωτοί και συνταξιούχοι θα έχουν χάσει το 50% του εισοδήματός τους, ενώ στο τέλος του έτους 3.900.000 άτομα θα ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Επίσης, τονίζει πως η φορολογική επιβάρυνση μισθωτών και συνταξιούχων στην Ελλάδα αυξήθηκε και το 2011 και έφθασε στο 35,6% των μεικτών αμοιβών, όταν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ο μέσος όρος υποχώρησε στο 31,7%.
Αμοιβές εξαρτημένης εργασίας
Συνεπώς, με δεδομένο ότι οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας έχουν μειωθεί 22,5% την τελευταία τριετία και ότι ο κατώτατος μισθός το 2013 είναι πιθανόν να πέσει και κάτω από τα 500 ευρώ (δηλ. 400 καθαρά που ισοδυναμούν με 300 καθαρά για την κατώτατη σύνταξη), η κατάρρευση του ασφαλιστικού συστήματος είναι πλέον γεγονός και δεν αποτελεί πια πρόβλεψη η φτωχοποίηση του 1/3 του ελληνικού πληθυσμού με τη συρρίκνωση των παρεχόμενων ασφαλιστικών και κοινωνικών υπηρεσιών σε επίπεδα πολύ κάτω από τα ελάχιστα που προβλέπει ο Ευρωπαϊκός Κώδικας Κοινωνικής Ασφάλισης.
Ενδεικτικά αναφέρουμε την κατάργηση σειράς κοινωνικών επιδοτήσεων και φοροαπαλλαγών, τα μεγάλα λειτουργικά κενά σε εξοπλισμό και προσωπικό των νοσοκομείων, την έλλειψη φαρμάκων στην αγορά εξαιτίας των ανεξόφλητων οφειλών προς τις φαρμακευτικές εταιρείες, του κουρέματος των χρεών προς αυτές και των νέων χαμηλότερων τιμών που επιβάλλονται μέσω γενοσήμων, όπως επίσης την έλλειψη γιατρών στον ΕΟΠΥΥ καθώς το 27% των συμβεβλημένων έχει ήδη αποχωρήσει από το σύστημα που τους πληρώνει ελάχιστα και καθυστερημένα.
Το χειρότερο όλων, όμως, είναι πως με τις διαδικασίες δήμευσης και κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων (ακόμη και καταθέσεων) που θεσπίζονται για όσους αδυνατούν να πληρώσουν τα χρέη προς τράπεζες, εφορίες και επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, ακόμη και η δυνατότητα επιβίωσης περιορίζεται σημαντικά για κάποιον που έχασε τη δουλειά του κι αδυνατεί να αντεπεξέλθει σε τρέχουσες υποχρεώσεις. Γιατί εκτός από το εισόδημα που είχε ως εργαζόμενος απειλείται να χάσει και τις αποταμιεύσεις ή το σπίτι του. Με άλλα λόγια, ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι η φτωχοποίηση αλλά η εξαθλίωση και ο αποκλεισμός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, την ίδια ώρα που και πολλοί εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν επιδείνωση των συνθηκών εργασίας τους (βλ. παραμέληση μέτρων υγιεινής και ασφάλειας, εντατικοποίηση εργασίας και ψυχική εξουθένωση μέσω του άγχους του ανταγωνισμού) με συνέπεια την κατάθλιψη και τις δυσμενείς συνέπειες που αυτή έχει στην υγεία τους (καρδιοπάθειες, εγκεφαλικά, καρκίνοι κ.λπ.).
Ολοένα και δυσκολότερη
Στις πρωτόγνωρες αυτές συνθήκες δεν πρέπει, λοιπόν, να προκαλεί έκπληξη σε κανένα το γεγονός :
(α) ότι η ζωή γίνεται ολοένα και δυσκολότερη, τάση που καθρεφτίζεται στη μείωση των γάμων (-2,7% ετησίως την τελευταία τετραετία έναντι αύξησης 0,8% αντίστοιχα την περίοδο 2001-2007) και στην αύξηση των διαζυγίων (2,3% ετησίως έναντι 2% αντίστοιχα) και
(β) ότι δρομολογείται μία «λύση θανάτου» για τη διάσωση του εγχώριου ασφαλιστικού συστήματος. Πράγματι, το σύνολο των θανάτων στη χώρα όχι μόνον αυξήθηκε σε απόλυτους αριθμούς μετά την έναρξη της κρίσης το 2008, αλλά και επιταχύνθηκε η αύξησή τους από 0,7% ετησίως την περίοδο 2001 - 2008 σε 1% το 2008 - 2012. Ο δε δείκτης θνησιμότητας αυξήθηκε από 9,5% το 2006 σε 9,9% το 2012. Ακόμη χειρότερα, ο δείκτης βρεφικής θνησιμότητας, που την περίοδο 2001 - 2008 μειωνόταν 8,7% ετησίως, τη τελευταία τετραετία αυξάνεται 14% αντίστοιχα! Τέτοια αύξηση καταγράφεται πρώτη φορά μεταπολεμικά στην Ελλάδα και οι ειδικοί -με βάση την ιστορική συσχέτιση των δύο μεγεθών σε περιόδους κρίσεων- προβλέπουν πως η επίπτωσή της θα είναι η μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά 2 - 3 χρόνια.
Ανάλογες εκτιμήσεις αναφέρονται σε μελέτες (βλ. Life Expectancy του ΟΗΕ) με βάση τη συμπίεση της μέσης μηνιαίας φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα χάρη στο νέο καθεστώς που επέβαλε η τρόικα για την κατάργηση της παραδοσιακής συνταγογράφησης υπέρ των φθηνών γενοσήμων. Κατάργηση που έχει ως αποτέλεσμα κρίσιμα για την υγεία φάρμακα να μην ανευρίσκονται στην αγορά ή να πρέπει ο ασφαλισμένος να τα πληρώσει από την τσέπη του με συνέπεια συχνά να τα στερείται...
Υπάρχουν, δε, διεθνείς μελέτες που αποδεικνύουν την άμεση συσχέτιση της κατά κεφαλήν φαρμακευτικής δαπάνης και του προσδόκιμου επιβίωσης. Αν για τους Ελληνες περιοριστεί η κατά κεφαλήν φαρμακευτική δαπάνη σε 23 ευρώ μηνιαίως, τότε εκτιμάται πως το προσδόκιμο επιβίωσης στη χώρα θα πέσει κατά 5 χρόνια. Σημειώνεται πως την τριετία 2009 - 2012 η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 56%, από 5,1 δισ. σε 2,2 δισ. ετησίως.
Ομως, πέραν των εκτιμήσεων για τη μείωση του προσδόκιμου ζωής εξαιτίας της αύξησης της βρεφικής θνησιμότητας και της μείωσης της κατά κεφαλήν φαρμακευτικής δαπάνης, υπάρχει και ένας άλλος τρόπος πρόβλεψης των προοπτικών επιβίωσής μας που βασίζεται στην εξέλιξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μιας χώρας. Γιατί ενώ η μακροχρόνια τάση της ανθρωπότητας είναι να αυξάνει το μέσο χρόνο ζωής παράλληλα με την αύξηση της μέσης οικονομικής δραστηριότητας (δηλαδή του κατά κεφαλήν ΑΕΠ), υπάρχουν και ορισμένες σκοτεινές χρονικοί περίοδοι στη διάρκεια των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μαζί με το προσδόκιμο επιβίωσης υποχωρούν (βλ. περιπτώσεις μεγάλων οικονομικών κρίσεων, λιμών, φυσικών καταστροφών, πολέμων κ.λπ.).
Του ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΛΩΝΙΑΤΗ από
enet