ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ
1821: ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΣΤΗΝ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΣΕΚΟΥ
ΔΕΝ ΑΡΜΟΖΕΙ ΑΥΤΗ Η ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ........ΝΤΡΟΠΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ.
2012: ΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΟΜΗ ΓΕΩΡΓΑΚΗ ΟΛΥΜΠΙΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΗ
ΤΟΑΥΤΟΝΟΗΤΟ: Η διοίκηση του Δήμου Κατερίνης προχώρησε σε ένα μεγάλο ατόπημα.....
Η τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων, εφαπτομένων με την προτομή του Γεωργάκη Ολυμπίου την οποία αποκλείουν, στον δρόμο που φέρει το όνομά του, είναι μια πράξη που προσβάλλει την μνήμη και την συνέχεια της πόλης της Κατερίνης και δίνει μια λανθασμένη (;) εικόνα για όλους τους Πιεριείς, που όχι μονο δεν τιμούν, αλλά ΑΤΙΜΑΖΟΥΝ τους ήρωές τους......
Αλήθεια θα τολμούσε να επιτρέψει ο Δήμος Κατερίνης κάτι ανάλογο σε μια προτομή ενός σύγχρονου πολιτικού προσώπου, οποιουδήποτε χώρου (πχ Βελουχιώτη ή Καραμανλή);
Ενός σύγχρονου ήρωα, (πχ. του Κατερινιώτη πεσόντος Ιπταμένου Αθανασιου Μπατσαρά) ή θύματος (Θάνου Αξαρλιάν ή Αλέξη Γρηγορόπουλου);
Δεν νομίζουμε.....
Επειδή, λοιπόν, από τον Γεωργάκη Ολύμπιο μας χωρίζουν σχεδόν 200 χρόνια του οφείλουμε μικρότερη τιμή και μπορούμε να σερβίρουμε φραπέδες δίπλα του ;
Γεωργάκης Ολύμπιος
O Γεωργάκης Ολύμπιος (1772-1821) ήταν αρματολός,[1] Φιλικός, αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, από τους πιο άξιους συνεργάτες του ΑλεξάνδρουΥψηλάντη κατά τον Αγώνα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (αρχικό επώνυμο Ταρταγκάς).[2]
O Γεωργάκης Ολύμπιος γεννήθηκε την άνοιξη του 1772 στο Λιβάδι (4/3/1772). Η μητέρα του ήταν κόρη Λιβαδιώτη προύχοντα, ο δε πατέρας του Νικόλαος γεννήθηκε στη Φτέρη Πιερίας και καταγόταν από τους φημισμένους αρματωλούς του Ολύμπου, τους Λαζαίους, τους οποίους η Δημοτική μούσα έχει υμνήσει:
"«Εκεί μοιράζουν τα φλωριά, και τα καπετανάτα
Του Νίκου πέφτ’ η Ποταμιά, του Χρίστου η Ελασσώνα
ο Τόλιος καπετάνευε στην Κατερίνη εφέτος
και το μικρό Λαζόπουλο πήρε την Πλαταμώνα»"
Η μητέρα του Νικολέτα πέθανε λίγα χρόνια μετά τη γέννηση του γιου της. Το χαϊδευτικό όνομα Γιωργάκης, με το οποίο έμεινε στην Ιστορία, δείχνει την άμετρη στοργή, τις φροντίδες και τις περιποιήσεις της γιαγιάς του Αγνής και ολόκληρης της οικογένειάς του, που τον είχε μοναχογιό. Το οικογενειακό του περιβάλλον, των Λαζαίων, δεν τον έκανε μόνο καλό πολεμιστή, αλλά του έδωσε και την καλοψυχία, τη γενναιοψυχία, τη μετριοφροσύνη. Αργότερα ο Γιωργάκης φοίτησε στο ονομαστό Σχολείο του Λιβαδίου κοντά στους σοφούς δασκάλους Ιωνά Σπαρμιώτη και Ιωάννη Πέζαρο. Αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον δεν έπαιξε μικρό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του Ολύμπιου. Σ’ όλα τα χρόνια της μαύρης σκλαβιάς ο Όλυμπος και τα Πιέρια υπήρξαν αδούλωτα κάστρα Λευτεριάς για το σκλαβωμένο Γένος. Οι καπεταναίοι Ζήδρος, Λάζος, Βλαχάβας κ.ά. αποτέλεσαν πρότυπα παλικαριάς, αντρειοσύνης και φιλελευθερισμού για τον Ολύμπιο και έβαλαν ανεξίτηλη σφραγίδα στο χαρακτήρα, στο φρόνημα και στις ιδέες του. Όταν τελείωσε το σχολείο, ο πατέρας του, επιθυμώντας την τελειότερη πολεμική μόρφωση του γιου του, τον παρέδωσε στο περίφημο στρατόπεδο του συγγενή του Έξαρχου Λάζου. Τα σωματικά αλλά προπαντώς τα πνευματικά του προσόντα τον έκαναν σύντομα να διακριθεί, να αγαπηθεί απ’ όλους και να γίνει πρωτοπαλίκαρο του θείου του Τόλιου Λάζου. Με το αρματολίκι του Ολύμπου δοξάζεται στους αγώνες κατά των Τούρκων. Είναι η εποχή που ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων μεθοδεύει την ίδρυση μεγάλου Αλβανικού κράτους, αποσχιστικά προς τη Μεγάλη Πύλη.
Η οικογένεια του Γεωργάκη Ολύμπιου [Επεξεργασία]
O Γεωργάκης Ολύμπιος γεννήθηκε την άνοιξη του 1772 στο Λιβάδι (4/3/1772). Η μητέρα του ήταν κόρη Λιβαδιώτη προύχοντα, ο δε πατέρας του Νικόλαος γεννήθηκε στη Φτέρη Πιερίας και καταγόταν από τους φημισμένους αρματωλούς του Ολύμπου, τους Λαζαίους, τους οποίους η Δημοτική μούσα έχει υμνήσει:
"«Εκεί μοιράζουν τα φλωριά, και τα καπετανάτα
Του Νίκου πέφτ’ η Ποταμιά, του Χρίστου η Ελασσώνα
ο Τόλιος καπετάνευε στην Κατερίνη εφέτος
και το μικρό Λαζόπουλο πήρε την Πλαταμώνα»"
Η μητέρα του Νικολέτα πέθανε λίγα χρόνια μετά τη γέννηση του γιου της. Το χαϊδευτικό όνομα Γιωργάκης, με το οποίο έμεινε στην Ιστορία, δείχνει την άμετρη στοργή, τις φροντίδες και τις περιποιήσεις της γιαγιάς του Αγνής και ολόκληρης της οικογένειάς του, που τον είχε μοναχογιό. Το οικογενειακό του περιβάλλον, των Λαζαίων, δεν τον έκανε μόνο καλό πολεμιστή, αλλά του έδωσε και την καλοψυχία, τη γενναιοψυχία, τη μετριοφροσύνη. Αργότερα ο Γιωργάκης φοίτησε στο ονομαστό Σχολείο του Λιβαδίου κοντά στους σοφούς δασκάλους Ιωνά Σπαρμιώτη και Ιωάννη Πέζαρο. Αλλά και το κοινωνικό περιβάλλον δεν έπαιξε μικρό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του Ολύμπιου. Σ’ όλα τα χρόνια της μαύρης σκλαβιάς ο Όλυμπος και τα Πιέρια υπήρξαν αδούλωτα κάστρα Λευτεριάς για το σκλαβωμένο Γένος. Οι καπεταναίοι Ζήδρος, Λάζος, Βλαχάβας κ.ά. αποτέλεσαν πρότυπα παλικαριάς, αντρειοσύνης και φιλελευθερισμού για τον Ολύμπιο και έβαλαν ανεξίτηλη σφραγίδα στο χαρακτήρα, στο φρόνημα και στις ιδέες του. Όταν τελείωσε το σχολείο, ο πατέρας του, επιθυμώντας την τελειότερη πολεμική μόρφωση του γιου του, τον παρέδωσε στο περίφημο στρατόπεδο του συγγενή του Έξαρχου Λάζου. Τα σωματικά αλλά προπαντώς τα πνευματικά του προσόντα τον έκαναν σύντομα να διακριθεί, να αγαπηθεί απ’ όλους και να γίνει πρωτοπαλίκαρο του θείου του Τόλιου Λάζου. Με το αρματολίκι του Ολύμπου δοξάζεται στους αγώνες κατά των Τούρκων. Είναι η εποχή που ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων μεθοδεύει την ίδρυση μεγάλου Αλβανικού κράτους, αποσχιστικά προς τη Μεγάλη Πύλη.
Η οικογένεια του Γεωργάκη Ολύμπιου [Επεξεργασία]
Προτομή του Γεωργάκη Ολύμπιου στηνΚατερίνη
Κατά την παραμονή του στη Σερβία ο Γεωργάκης συνδέθηκε με αιώνια φιλία με τον Καραγιώργη και έγινε αδελφοποιτός με το πρωτοπαλίκαρο του τον Βέλκο Πέτροβιτς, του οποίου αργότερα το 1814 παντρεύτηκε τη χήρα σύζυγό του, την πλούσια και όμορφη Στάνα με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Μετά τη μοιραία μάχη του Δραγατσανίου συνάντησε τα παιδιά του Μιλάνο και Αλέξανδρο και τη γυναίκα του που σε λίγο θα γεννούσε το τρίτο τους παιδί, την Ευφροσύνη, που ήταν γραφτό να μην τη γνωρίσει ποτέ. Αποχαιρετώντας την έγκυο γυναίκα του της λέει: «Αν σκοτωθώ μη με κλάψεις, γιατί από μωρό παιδί είχα τάξει τη ζωή μου στην Πατρίδα. Τους γιους μου θέλω να τους δώσεις στην Ελλάδα. Η Ελευθερία της Ελλάδος αξίζει κάθε θυσία». Μετά την απελευθέρωση το ελληνικό κράτος ξέχασε τελείως τον ήρωα της Μονής Σέκου και την οικογένειά του. Αντί να φέρει τα οστά του στην «κλασικήν γην», όπως ήταν και η τελευταία του θέληση και να αναλάβει το έθνος τα παιδιά του, έδωσε στη χήρα Στάνα μια σύνταξη 140 δραχμών το μήνα και επειδή στερούνταν κάθε άλλου πόρου, μ’ αυτήν την πενιχρή σύνταξη έπρεπε να ζήσει αυτή, η κόρη της και τα δύο αγόρια. Στη σύζυγό του που δώρισε όλη της την περιουσία στη Φιλική Εταιρεία, για τον εθνικό αγώνα. Σε σχετικό άρθρο της εφημερίδας «Συνένωσις» που ανατύπωσε ο «Χρόνος» στο φύλλο της 28ης Μαρτίου 1845 διαβάζουμε:
«…Η οικογένεια του Γεωργάκη Ολυμπίου ψωμοζητεί σήμερον. Εκατόν τεσσαράκοντα δραχμών έχει σύνταξιν, οι δε υιοί της ανθυπολοχαγοί της τιμής δεν λαμβάνουν ουδένα μισθόν, με τοιαύτην μικράν σύνταξιν πώς δύναται να ζήση οικογένεια εκ δύο νεανίων, εκ μιας θυγατρός, εκ τριών ανεψιών και μιας μητρός; Οι υιοί Ολυμπίου δεν δύνανται να εξέλθουν τας οικίας των επειδή οι αγκώνες των είναι τετρυπημένοι, η γυνή του Γεωργάκη Ολυμπίου δεν έχει φόρεμα να εξέλθη διά να παρακαλέση τους Υπουργούς. Η ασθένεια προς τοις άλλοις δυστυχήμασι επέπεσεν εις αυτόν τον οίκον, αυτή δε ετοιμάζεται γυμνή και τετραχηλισμένη να φύγη από την Ελλάδα».[3] Στη βιογραφία του ήρωα που έγραψε ο Θεόδωρος Δ. Φράγκος με την ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του ανδριάντα του Γεωργάκη Ολυμπίου το 1964 στο Λιβάδι και εξέδωσε ο Σύλλογος Λιβαδιωτών Αθήνας διαβάζουμε: «Όλες μας οι προσπάθειες όπως βρούμε έστω και έναν απόγονο του Γεωργάκη από τον οποίο θα μαθαίναμε για την τύχη των παιδιών του απέβησαν δυστυχώς άκαρπες».
Η παιδεία του [Επεξεργασία]
Τις πνευματικές του ικανότητες τις εκδήλωνε ο Γεωργάκης στις συνεχείς ομιλίες του, εθνικοαπελευθερωτικού περιεχομένου, παντού και πάντοτε, όπου βρισκόταν. Ορκισμένος στις αξίες και τις αρχές της Φιλικής Εταιρείας και διαθέτοντας το ίδιο όραμα με το Ρήγα Φεραίο γύριζε από πόλη σε πόλη κάνοντας ομιλίες. Σε μνημειώδη ομιλία του στην Ακαδημία Ιασίου, της οποίας ήταν μέλος του διοικητικού συμβουλίου, εκτός από τη γνωστή, προφητική γι’ αυτόν ρήση του ότι: «ο αγωνιστής την ελευθερία ή την κερδίζει μαχόμενος ή την καθαγιάζει πεθαίνοντας», διασώζεται και το εξής απόσπασμα των παροτρύνσεών του προς το ακροατήριο για οικονομική ενίσχυση του αγώνα: «είναι μεγάλο έγκλημα το να συγκεντρώνει κανείς στην κατοχή του αγαθά περισσότερα από αυτά που του χρειάζονται για να ζήσει, γιατί αφαιρεί τη ζωή από άλλους ανθρώπους που στερούνται παντελώς αγαθών». Ο Γεωργάκης Ολύμπιος πίστευε στη μόρφωση του Λαού σα βασικό συντελεστή για την ολοκληρωτική απελευθέρωσή του. Περίφημη είναι η προκήρυξή του, που βρέθηκε στα Αυστριακά αρχεία. Είναι ένα κείμενο που φανερώνει το ηθικό μεγαλείο και την πίστη του στην αξία της παιδείας:
«Ανδρείοι Έλληνες, Όλοι μας, ευγενείς, αδελφοί, υποκύψαμε σε μια τρομερή μοίρα. Από τους ομόδοξους γείτονές μας εκείνοι που μας υποσχέθηκαν βοήθεια, μας εγκατέλειψαν, οι άλλοι με συκοφαντίες εχαρακτήρισαν σαν έγκλημα τους αιματηρούς αγώνες μας για τη θρησκεία μας και την ύπαρξή μας. Ψηλά το κεφάλι αδέλφια. Δείξτε πως είστε αντάξιοι των προγόνων σας.Εσώσαμεν εν τούτοις τη τιμήν μας. Η Ευρώπη εγνώρισε τους γυιούς της Ελλάδας. Η βοήθεια που υποσχέθηκε η Ρωσία έρχεται πολύ αργά για μας. Οι Μοσχοβίτες Μεγιστάνες θέλουν πρώτα να ξέρουν ότι έπεσε νεκρό το άνθος της Ελλάδας προτού να έρθει η βοήθειά τους, για να έχουν να κατακτήσουν μόνο αμόρφωτες μάζες και μετά την εξόντωση των μορφωμένων να μη παραλάβουν κανένα πνευματικό παλμό, που τον φοβούνται στην αναγέννησή μας σα μελλοντικό επαναστατικό υλικό...».[4]
Η λαϊκή μούσα για τον Ολύμπιο [Επεξεργασία]
«Πέντε πασάδες κίνησαν από την Ιμπραΐλα, στράτευμα φέρνουν περισσό,
πεζούρα και καβάλα, σέρνουν και τόπια δώδεκα και βόλια χωρίς μέτρο.
Έρχεται κι’ ο Τσαπάνογλους από το Βουκουρέστι, έχει ανδρείο στράτευμα,
όλο Γιανιτσαραίους, στα δόντια σέρνουν τα σπαθιά, στα χέρια τα τουφέκια.
Τότ’ ο Γιωργάκης φώναξεν’ από το μοναστήρι: Πού είστε, παλικάρια μου,
λεβέντες μ’ ανδρειωμένοι; γλήγορα ζώστε τα σπαθιά, πάρετε τα τουφέκια,
πιάστε τον τόπο δυνατά, πιάστε τα μετερίζια,
ότι Τουρκιά μας πλάκωσε και θέλει να μας φάει.
Δίχως ψωμί, δίχως νερό, τρεις μέρες και τρεις νύχτες,
βαριά βαρούσαν τον εχθρό κάτου στο Κομπουλάκι.
Τούρκων κεφάλια έκοψαν κοντά στις τρεις χιλιάδες.
Και ο Φαρμάκης φώναξεν από το μοναστήρι: Αφήστε τα τουφέκια σας,
σύρετε τα σπαθιά σας, γιουρούσι απάνω κάμετε, στον Άη Λιάν εβγήτε.
Οι Τούρκοι το εχάρηκαν, τρέχουν στο μοναστήρι.
Τότ’ ο Φαρμάκης, ζωντανός, φώναξ’ από του Σέκου:
Που είσαι, Γιώργο μ’, αδερφέ και πρώτε καπετάνιε;
Τουρκιά πολλή μας πλάκωσε και θέλει να μας φάει.
Ρίχνει τα τόπια σα βροχή, τα βόλια σα χαλάζι.
Ο Γιώργης τότ’ είχε χαθεί, και πλέον δεν τον είδαν
Ο Γιώργης είχε σκοτωθεί, τα βόλια δεν τ’ ακούει».
ΚΛΕΦΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ- Του Ολύμπου και του Κισσάβου[5]
Ο μεγάλος πνευματικός φιλέλληνας Κλωντ Φωριέλ από το Σαιντ-Ετιέν της Γαλλίας (1772–1844), εξέδωσε στο Παρίσι το 1824-1825 σε δύο τόμους τα «Νεοελληνικά Τραγούδια», κάνοντας γνωστό στο ευρύτερο κοινό της Ευρώπης το αναμφισβήτητο δικαίωμα των Νεοελλήνων για ελευθερία και βοηθώντας ηθικά τον αγώνα τους, ίσως πολύ περισσότερο από την οποιαδήποτε υλική εξωτερική βοήθεια. Με φιλελληνικό ζήλο και προσοχή, ο Φωριέλ άρχισε να συγκεντρώνει τα τραγούδια της συλλογής του, αμέσως με τα πρώτα μηνύματα των απελευθερωτικών εκδηλώσεων στην Ελλάδα, και το σπουδαιότερο, μπόρεσε ν’ αξιοποιήσει τον ενθουσιασμό που είχαν οι Έλληνες του εξωτερικού, λόγιοι και εμπορευόμενοι και να καταγράψει μέχρι το 1824, τρία τραγούδια, μεταξύ των οποίων ένα για τον Γεωργάκη Ολύμπιο, εμπνευσμένα από την ίδια την Επανάσταση.
Ο Γάλλος φιλέλληνας αξιωματικός Μαξίμ Ραϋμπότ (Maxime Raybaud) αναφέρει τα εξής: «Με κάλεσε σε γεύμα ο Υψηλάντης, μαζί με Έλληνες καπεταναίους, τον Μάιο του 1821, σε ένα στρατόπεδο της Τριπολιτσάς. Εκεί σε μια γωνιά της κάμαρας, ένας σακάτης με βροντερή φωνή σαν άλλος Τυρταίος, τραγουδούσε τα κατορθώματα του Γεωργάκη Ολυμπίου και των Ιερολοχιτών». Ένας άλλος εθελοντής, ο Γερμανός ιατρός Ηahn είδε στα Μέθανα ένα τυφλό Αρβανίτη ραψωδό, που τα βράδια, στις καλύβες, όταν άρχιζε το συμπόσιο με φλογέρες και κιθάρες, με ενθουσιώδη φωνή, τραγουδούσε τα αθάνατα ανδραγαθήματα του Γεωργάκη Ολυμπίου.
Ο Αγώνας στα Βαλκάνια [Επεξεργασία]
Από το Λεύκωμα του 1821
Στα 1804 επικεφαλής πολλών αρματολών δέχεται την έκκληση του Σέρβου αρματολού Βέλκου Πέτροβιτς για να βοηθήσουν τη σέρβικη επανάσταση. Ο Ολύμπιος, όπως και ο Ρήγας Φεραίος, πίστευε πως οι Βαλκανικοί λαοί θα απελευθερωθούν από τους Τούρκους μόνο αν πολεμήσουν ενωμένοι. Στη Σερβία με 550 παλικάρια και άλλους καπεταναίους ενώθηκαν με τους Σέρβους επαναστάτες αιφνιδιάζοντας τους Τούρκους. Μετά από τη σύγκρουση αυτή ο Γεωργάκης Ολύμπιος παρέμεινε στη Σερβία, αγωνιζόμενος ηρωικά στο πλευρό του Σέρβου ηγεμόνα Καραγεώργη και αποκτώντας την αγάπη και το θαυμασμό όλων των Σέρβων. Από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στη Σερβία, αλληλογραφεί με τον ηγεμόνα της Βλαχίας Κων/νο Υψηλάντη και τον παρακαλεί να βοηθήσει τη Σέρβικη επανάσταση και να οργανώσει στη Βλαχία ένα κίνημα παρόμοιο με το σέρβικο. Με τον τρόπο αυτό πίστευε ότι θα ανάψει η επαναστατική φλόγα στα Βαλκάνια. Μετά την αποτυχία της Σέρβικης εξέγερσης συνεργάζεται με τον Έλληνα ηγεμόνα Κων/νο Υψηλάντη για τη δημιουργία αξιόμαχου στρατιωτικού σώματος από Έλληνες και Παραδουνάβιους. Το σώμα αυτό το 1806, μόλις κηρύχθηκε ο ρωσοτουρκικός πόλεμος, με 1300 άντρες αγωνίζεται στο πλευρό του Ρώσου αρχιστράτηγου Κουτούζωφ με μεγάλη επιτυχία στη μάχη της Όστροβας.[6] Για το ανδραγάθημά του αυτό, οι Ρώσοι τον παρασημοφορούν και του απονέμουν το βαθμό του Συνταγματάρχη. Τα επόμενα χρόνια άλλοτε στο πλευρό των Σέρβων κι άλλοτε στο πλευρό των Ρώσων αποκτά δόξα και φήμη μεγάλου πολέμαρχου. Η φήμη και το λαμπρό όνομα του Γεωργάκη έφτασε μέχρι τα ανάκτορα της Πετρούπολης. Γνωρίζοντας τις διπλωματικές του ικανότητες ο Τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας με τον Καποδίστρια συμπεριέλαβαν και τον Γεωργάκη στην αντιπροσωπεία του περίφημου Συνεδρίου της Βιέννης το 1815. Στα 1817, μυείται στη Φιλική Εταιρεία από το Γ. Λεβέντη και δε γίνεται απλό μέλος της αλλά απόστολος. [7] Το καλοκαίρι του 1820 οΑλέξανδρος Υψηλάντης, τον διορίζει Αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων στη Μολδοβλαχία. Το διορισμό του τον παραδίνουν ο Εμμανουήλ Ξάνθος και ο Χριστόφορος Περραιβός και εκείνος δίνει όρκο πως θα θυσιάσει το παν για την επιτυχία του αγώνα. Το διοριστήριο αυτό έγγραφο διέσωσε ο ιστορικός Γούδας: «…διορίζω διά του παρόντος μου Αρχιστράτηγον του Δουναβικού στρατεύματος τον Γεώργιον Ολυμπίτην, γνωρίσας αυτόν ενάρετον, πρόθυμον και άξιον να το διοική και να το διευθύνη κατά την περίστασιν…». Και η απάντηση: «…Τώρα δεν μένει άλλο να σας ειπώ παρά να σας διαβεβαιώσω και εγγράφως την γνώμη μου, ότι οπόταν κριθή αρμόδιος ο καιρός να μας δοθή η αποφασιστική σας προσταγή, υπόσχομαι να την εξακολουθήσω με την υστερινή ρανίδα του αίματός μου, χωρίς ποτέ να με δειλιάση καμμιά ανθρώπινος περίστασις».
Οδεύοντας προς τη Θυσία [Επεξεργασία]
Ο Γεωργάκης Ολύμπιος ανατινάσσωντην μονήν του Σέκου. Πέτερ φον Ες
Στα 1821 ο Υψηλάντης κήρυξε την επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Ο Ολύμπιος με 1500 παλικάρια τον συναντά γεμάτος ενθουσιασμό παρόλο που ο Υψηλάντης του είχε αφαιρέσει τη γενική Αρχιστρατηγία. Σ’ όλη τη διάρκεια της επανάστασης αγωνίζεται με μεγάλο πείσμα και ηρωισμό. Στη μοιραία μάχη του Δραγατσανίου, 7 Ιουνίου 1821,[8] ρίχνεται στη μάχη και με πολύ κόπο και άμεσο κίνδυνο της ζωής του κατόρθωσε να περισώσει τη Σημαία και τα λείψανα του Ιερού Λόχου. Πληγωμένος και ο ίδιος θρηνεί το χαμό τόσων γενναίων παλικαριών. Ο ιστορικός Brofferio γράφει χαρακτηριστικά στο σημείο αυτό:«Κάθε τι που μπορούσε να προσφέρει ο ενθουσιασμός, η γενναιότητα και το θάρρος το επετέλεσεν την ημέραν εκείνην ο θρυλικός Γεωργάκης Ολύμπιος». Μετά την καταστροφή φεύγουν όλοι να γλιτώσουν. Ο Υψηλάντης του οποίου η ζωή κινδύνευε για ύστατη φορά στηρίχτηκε αποκλειστικά στον ηθικό και υπέροχο χαρακτήρα του Ολύμπιου, ο οποίος με απόλυτη ασφάλεια κατόρθωσε να τον οδηγήσει στα Αυστριακά σύνορα. Ο Υψηλάντης συμβουλεύει τον Ολύμπιο να φύγει κι εκείνος αγέρωχα του απαντά:«Δεν σήκωσα τα όπλα για να τα κρύψω!». Στα τέλη Αυγούστου συναντάται με τον άλλο πολέμαρχο και στενό του φίλο, τον Φαρμάκη και αποφασίζουν να αγωνιστούν ως την τελευταία τους πνοή. Μαζί τους έμειναν μόνο 350 διαλεχτοί πολεμιστές, αποφασισμένοι να προσφέρουν τη ζωή τους στο βωμό της πατρίδας. Οι Τουρκικές Αρχές του Βουκουρεστίου θέλουν με κάθε τρόπο να απαλλαγούν από τους επαναστάτες και γι’ αυτό χρησιμοποιούν κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο. Αναγκάζουν τον ορθόδοξο Αρχιεπίσκοπο Ρομάνο να στείλει στον Ολύμπιο επιστολή με την οποία τον παρακαλεί "να σπεύσει" να προστατεύσει τη Μονή Σέκου και τους θησαυρούς της από την καταστροφική μανία των Τούρκων. Σκοπός του παραπλανητικού αυτού γράμματος είναι να παγιδευτεί ο Ολύμπιος και ο Ιωάννης Φαρμάκης στο άγριο αυτό φαράγγι που είναι κτισμένη η Μονή. Δίχως τον παραμικρό δισταγμό οι δύο οπλαρχηγοί κατευθύνθηκαν αμέσως στη Μονή Σέκου, όπου ο Σελήχ πασάς με 10.000 Τούρκους τέλεια οπλισμένους, που παρακολουθούσε κάθε κίνησή τους, τους πολιόρκησε αμέσως. Από τις 2 μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου γίνονται ομηρικές συμπλοκές. Ο Τούρκος πασάς αποστέλλει αντιπροσωπεία που ζητά να δει τον Ολύμπιο και να συζητήσει τους όρους της παράδοσης των Ελλήνων. Η γενναία άρνηση του Γεωργάκη Ολύμπιου σήμανε και την αρχή του τέλους. Ο Θ. Γόρδων στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, αναφέρει ότι ο Γεωργάκης στην απελπιστική θέση που βρισκόταν απηύθυνε στους συντρόφους του την εξής προσλαλιά: «Αδελφοί, εν τη κρισίμω ταύτη περιστάσει μόνον ένδοξον θάνατον πρέπει να ευχόμεθα (... ...) ελεύσεται πιθανώς ημέρα, καθ’ ην η πατρίς θέλει συλλέξει τα οστά μας και θέλει μεταφέρει αυτά προς ενταφιασμόν εις την κλασικήν γην των προγόνων μας.». Με τη δημηγορία του αυτή κλείστηκε με ένδεκα πιστούς στο κωδωνοστάσιο της Μονής. Όταν αργότερα είδε ότι πολυάριθμοι Τούρκοι έσπασαν την εξωτερική πόρτα και πλημμύρισαν τη Μονή, άνοιξε τότε την πόρτα του κωδωνοστασίου για να φύγουν όσοι ήθελαν και είπε: «εγώ θα καώ, όστις θέλει να φύγει ας απομακρυνθεί». Αλλά κανείς δεν φεύγει. Γαλήνιος σηκώνει τα μάτια του στον ουρανό, κάτι ψελλίζει σαν προσευχή, κάνει το σταυρό του και με χέρι σταθερό:«έθεσε πυρ εις την πυρίτιδα και ανετινάχθη εις τον αέρα, ομού μετά πάντων των περί αυτόν ηρώων».[9] Ήταν Σεπτέμβριος του 1821. Κατά τον Wolf κοντά στους αντάρτες έπεσαν θύματα επίσης καί μερικοί καλόγεροι, βογιάροι, αστοί και έμποροι και κατά την επιστροφή των τούρκων Τώρα τραβάει ο αχαλίνωτος όχλος των τούρκων κατά τη Βραίλα ...ακόμα καί οί δικοί μας δυστυχείς Ούγγροι καθολικοί εχουν γίνει έρμαια της τουρκικής κακουργίας. [10].
Ως σήμερα στον ΄Ολυμπο οι γέροι ξέρουν το δημοτικό τραγούδι, που μ΄αυτό απαθανάτισε ο λαός τους ήρωες του Σέκου:
"«Μας ήρθ΄η άνοιξη πικρή, το καλοκαίρι μαύρο
μας ήρθε κι΄ο χινόπωρος πικρός φαρμακωμένος.
Μαζί εσυμβολεύονταν Γιωργάκης και Φαρμάκης:
«Γιωργάκ΄, έλα να φύγουμε στη Μοσκοβιά να πάμε»
«Καλά τα λες, Φαρμάκη μου, καλά το συντυχαίνεις,
μάναι μου φαίνεται ντροπή κι ο κόσμος θα γελάσει.
Καλύτερ΄ας βαστάξουμε σ΄αυτό το μοναστήρι
όσο να βγει ο Μόσκοβος νάρθει να μας βοηθήσει».
Δώστε και στη Φαρμάκαινα μαντάτο του θανάτου.
Και τα λημέρια φώναξαν ΄πο πέρ΄ από του Σέκου:
« Πολύ μαυρίλα πλάκωσε και τα βουνά μαυρίζουν!»
Μήνα βοήθεια έρχεται, μήνα συντρόφοι φτάνουν;
Μόνε Τουρκιά μας πλάκωσε χιλιάδες δεκαπέντε»
Παραπομπές [Επεξεργασία]
↑ Δημήτριος Φωτιάδης, Η Επανάσταση του 21, Τόμ. Ι σ.268 «Ο Ολύμπιος, αρματολός στον Όλυμπο στα χρόνια του Αλή Πασά, πήρε μέρος στη μεγάλη Σερβική επανάσταση του 1804-1812 κάτω από τον Καραγεώργεβιτς.»
↑ Βασίλης Σφυρόρεας, Οι Έλληνες επί τουρκοκρατίας. σ. 18
↑ Οικονόμος κατά Φωτιάδη σ.445
↑ Η προκήρυξη βρέθηκε από τα αυστριακά αρχεία (Γ. Λάιος, ε.α. σ.240)
↑ Κλοντ Φοριέλ (Claude Fauriel) Συλλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών 1824-25 σε δυο τόμους, ελλην. μετάφρ. ΙΙ σ. 44 – 46, ελλ. έκδ. σελ. 217).
↑ Δημήτριος Φωτιάδης, Η Επανάσταση του 21, Τόμ. Ι.σ.373
↑ Δημήτριος Φωτιάδης,ο.π. Τόμ. Ι σ. 278 «Έπειτα από συζητήσεις με τ΄άλλα μέλη της Αρχής ο Σκουφάς όρισε τούτους εδώ τους απόστολους: Γεωργάκης Ολύμπιος απόστολος για τη Σερβία...»
↑ Thomas Gordon, «History of the Greek Revolution», London 1832, όπου παρατίθεται σχεδιάγραμμα της μάχης του Δραγατσανίου με θέσε C. του Γιωργάκη Ολύμπιου
↑ Δημήτριος Φωτιάδης, Η Επανάσταση του 21, Τόμ. Ι σ.448
↑ Απόστολος Βακαλόπουλος, Επίλεκτες Βασικές Ιστορικές Πηγές της Ελληνικης Επαναστάσεως,Εκδόσεις Βάνιας Θεσσαλονίκη 1990,τ.Α.,σ.135
Πηγές [Επεξεργασία]
Ιωάννης Φιλήμων, Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως 1859-1861,Τόμ. Α΄
Δημήτριος Φωτιάδης Η Επανάσταση του 21 2η έκδοση 1971 εκδ.οίκος Ν.Βότση,Τόμ Ι ( σελ. 268-276, 278, 352-353, 359, 364, 372-76,378, 390, 392, 394-395, 412-415, 417-420, 422-423, 425-428, 442, 444-449
Βιβλιογραφία [Επεξεργασία]
Αγαπητός Σ. Αγαπητός (1877). "Οι Ένδοξοι Έλληνες του 1821, ή Οι Πρωταγωνισταί της Ελλάδος". Τυπογραφείον Α. Σ. Αγαπητού, Εν Πάτραις. σσ. 448-457. Ανακτήθηκε την 13 Αυγούστου 2009.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι [Επεξεργασία]
Αξιοσημείωτα Πρόσωπα
Περισσότερες φωτογραφίες για τον Γεωργάκη Ολύμπιο
Λιβάδι Ολύμπου
Μονή Σέκου