Οι αμερικάνοι προτείνουν τρόπους για την ενίσχυση της αξίας της εταιρείας
Το αμερικανικό fund Fernbank Partners LLC, στις αρχές του 2011 κατέθεσε πρόταση για το πώς η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει την αξία του ΟΠΑΠ και να συγκεντρώσει αρκετά δισ. ευρώ αποπληρώνοντας το 10% του τότε πακέτου διάσωσης.
Η Αθήνα, ανέφερε, θα πρέπει να επεκτείνει το συμβόλαιο του ΟΠΑΠ ως αποκλειστικού παρόχου τυχερών νόμιμων παιχνιδιών στην Ελλάδα έως το 2014, να νομιμοποιήσει τα on line τυχερά παιχνίδια και να δώσει στον ΟΠΑΠ την αποκλειστική άδεια παροχής τους έως το 2041 και να συμφωνήσει ότι δεν θα αλλάξει τη φορολογική αντιμετώπιση του οργανισμού έως το 2041.
Την ίδια ώρα η ΕΕ θα πρέπει να δώσει τέλος στη νομική διαμάχη των Stanleybet, William Hill και Sportingbet με τον ΟΠΑΠ, ενώ τέλος θα πρέπει ο μελλοντικός αγοραστής του ΟΠΑΠ να διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας και τους μισθούς των υπαλλήλων του.
Σύμφωνα με την Fernbank, η αξία του ΟΠΑΠ θα μπορούσε να αυξηθεί ως τα 47 δισ. ευρώ, εάν ακολουθηθεί το σχέδιο που προτείνει. Εάν η Αθήνα δεν κάνει όλα αυτά, θα χάσει μία μοναδική ευκαιρία να αυξήσει την αξία του 34% του ΟΠΑΠ που κατέχει περίπου κατά 10 δισ. ευρώ (τότε).
Σήμερα με δεδομένο ότι η χρηματιστηριακή αξία του οργανισμού κυμαίνεται στα 1,4 δις. ευρώ το ποσοστό του δημοσίου (34%) αξίζει μόλις 476 δις. ευρώ και το ποσοστό προς πώληση (29%) λίγο πάνω από τα 400 εκατ. ευρώ, την ώρα που το 2011 είχε κέρδη 537 εκατ. ευρώ, πλήρωσε σε φόρους 162 εκατ. ευρώ, το Δημόσιο εισέπραξε μέρισμα 60 εκατ. ευρώ, ενώ οι χορηγίες, δωρεές και προωθητικές ενέργειες προσέγγισαν τα 110 εκατ. ευρώ.
Και αυτά χωρίς να έχούν αποτιμηθούν τα οφέλη από την ενεργοποίηση του διαγωνισμού στο διαδικτυακό στοίχημα, αλλά κυρίως από την άδεια εγκατάστασης 35.000 VLTs που έχει εξασφαλίσει ο Οργανισμός πληρώνοντας 935 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο. Σε κάθε περίπτωση ο ΟΠΑΠ αποτελούσε μία αγελάδα που μπορούσε να προσφέρει φρέσκο γάλα σε πολλούς, από τα ιδιωτικά συμφέροντα ως τον προϋπολογισμό.
Ενώ οι Χρηματιστηριακές Αρχές φαίνεται να αναζητούν τυχών παρατυπίες στις συναλλαγές των μετοχών του ΟΠΑΠ κατά τις τελευταίες συνεδριάσεις που οδήγησαν σε μεγάλη πτώση της χρηματιστηριακής αξίας του οργανισμού, ενόψει και της λήξης των παραγώγων της Παρασκευής, ενδιαφέρων παρουσιάζει η στάση ορισμένων συμμετεχόντων στην αγορά.
Αρχικώς το έγκυρο «ξεφόρτωμα» των μετοχών του ΟΠΑΠ της Capital Research and Management Company, που κατείχε το 14,77% του οργανισμού, ενώ το τελευταίο διάστημα ορισμένες κινήσεις χρηματιστηριακών εταιρειών, αλλά και ξένων οίκων που δείχνουν μεγάλη διορατικότητα δημιουργούν αρκετά ερωτηματικά
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε η Γενική Εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού ΔικαστηρίουΕλεανόρ Σάρπστον εξετάζοντας τα ερωτήματα που υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας στο Δικαστήριο για την έκδοση προδικαστικής απόφασης σε σχέση με την ελληνική νομοθεσία, η οποία παρέχει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης οργάνωσης και λειτουργίας των τυχερών παιγνίων σε μία μόνον επιχείρηση, μεταδίδει το ΑΠΕ.
Πρόκειται για υπηρεσίες όπως η διεξαγωγή, διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία στοιχημάτων σταθερής ή μη απόδοσης επί γεγονότων αθλητικού ή μη χαρακτήρα, μέσω δικτύου πρακτόρων και μέσω Διαδικτύου.
Σύμφωνα με τον ΟΠΑΠ, οι προτάσεις επαναλαμβάνουν την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία «τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι εθνική νομοθεσία η οποία παρέχει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων σε μία και μόνη επιχείρηση η οποία έχει τη μορφή εισηγμένης στο Χρηματιστήριο ανώνυμης εταιρίας μπορεί να είναι δικαιολογημένη στο μέτρο που η νομοθεσία αυτή πράγματι επιδιώκει τον σκοπό του περιορισμού της προσφοράς των τυχερών παιγνίων ή τον σκοπό της καταπολεμήσεως της συναφούς προς τα τυχερά παίγνια εγκληματικότητας, κατευθύνοντας τους παίκτες σε ελεγχόμενα κυκλώματα και στο μέτρο που σκοπεί στην επίτευξη των σκοπών αυτών κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο».
Στην περίπτωση που οι προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα γίνουν δεκτές από το Τμήμα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δίκασε τις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις στις 13/6/2012, αυτό σημαίνει ότι εναπόκειται στην δικαστική κρίση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει ποιον από τους ανωτέρω σκοπούς, ήτοι τον περιορισμό της προσφοράς των τυχερών παιγνίων ή/και την καταπολέμηση της συναφούς προς τα τυχερά παίγνια εγκληματικότητας, επιδιώκει στην πραγματικότητα η εθνική νομοθεσία και αν η νομοθεσία αυτή όντως εξυπηρετεί τους σκοπούς αυτούς κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο.
Η Αθήνα, ανέφερε, θα πρέπει να επεκτείνει το συμβόλαιο του ΟΠΑΠ ως αποκλειστικού παρόχου τυχερών νόμιμων παιχνιδιών στην Ελλάδα έως το 2014, να νομιμοποιήσει τα on line τυχερά παιχνίδια και να δώσει στον ΟΠΑΠ την αποκλειστική άδεια παροχής τους έως το 2041 και να συμφωνήσει ότι δεν θα αλλάξει τη φορολογική αντιμετώπιση του οργανισμού έως το 2041.
Την ίδια ώρα η ΕΕ θα πρέπει να δώσει τέλος στη νομική διαμάχη των Stanleybet, William Hill και Sportingbet με τον ΟΠΑΠ, ενώ τέλος θα πρέπει ο μελλοντικός αγοραστής του ΟΠΑΠ να διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας και τους μισθούς των υπαλλήλων του.
Σύμφωνα με την Fernbank, η αξία του ΟΠΑΠ θα μπορούσε να αυξηθεί ως τα 47 δισ. ευρώ, εάν ακολουθηθεί το σχέδιο που προτείνει. Εάν η Αθήνα δεν κάνει όλα αυτά, θα χάσει μία μοναδική ευκαιρία να αυξήσει την αξία του 34% του ΟΠΑΠ που κατέχει περίπου κατά 10 δισ. ευρώ (τότε).
Σήμερα με δεδομένο ότι η χρηματιστηριακή αξία του οργανισμού κυμαίνεται στα 1,4 δις. ευρώ το ποσοστό του δημοσίου (34%) αξίζει μόλις 476 δις. ευρώ και το ποσοστό προς πώληση (29%) λίγο πάνω από τα 400 εκατ. ευρώ, την ώρα που το 2011 είχε κέρδη 537 εκατ. ευρώ, πλήρωσε σε φόρους 162 εκατ. ευρώ, το Δημόσιο εισέπραξε μέρισμα 60 εκατ. ευρώ, ενώ οι χορηγίες, δωρεές και προωθητικές ενέργειες προσέγγισαν τα 110 εκατ. ευρώ.
Και αυτά χωρίς να έχούν αποτιμηθούν τα οφέλη από την ενεργοποίηση του διαγωνισμού στο διαδικτυακό στοίχημα, αλλά κυρίως από την άδεια εγκατάστασης 35.000 VLTs που έχει εξασφαλίσει ο Οργανισμός πληρώνοντας 935 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο. Σε κάθε περίπτωση ο ΟΠΑΠ αποτελούσε μία αγελάδα που μπορούσε να προσφέρει φρέσκο γάλα σε πολλούς, από τα ιδιωτικά συμφέροντα ως τον προϋπολογισμό.
Ενώ οι Χρηματιστηριακές Αρχές φαίνεται να αναζητούν τυχών παρατυπίες στις συναλλαγές των μετοχών του ΟΠΑΠ κατά τις τελευταίες συνεδριάσεις που οδήγησαν σε μεγάλη πτώση της χρηματιστηριακής αξίας του οργανισμού, ενόψει και της λήξης των παραγώγων της Παρασκευής, ενδιαφέρων παρουσιάζει η στάση ορισμένων συμμετεχόντων στην αγορά.
Αρχικώς το έγκυρο «ξεφόρτωμα» των μετοχών του ΟΠΑΠ της Capital Research and Management Company, που κατείχε το 14,77% του οργανισμού, ενώ το τελευταίο διάστημα ορισμένες κινήσεις χρηματιστηριακών εταιρειών, αλλά και ξένων οίκων που δείχνουν μεγάλη διορατικότητα δημιουργούν αρκετά ερωτηματικά
Σύμφωνα με το τότε σχέδιο της Fernbank, το δημόσιο θα έπρεπε να κάνει μία «απλή αλλαγή» στην άδεια του οργανισμού, το κράτος θα πρέπει να αλλάξει την άδεια του ΟΠΑΠ, ώστε αυτή να μην λήγει ποτέ, μία κίνηση που υπολογίζεται ότι θα αυξήσει την αξία του οργανισμού κατά 21 δισ. ευρώ
Εν τω μεταξύ η χορήγηση στον ΟΠΑΠ του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης και λειτουργίας τυχερών παιγνίων επιβάλλει περιορισμούς τόσο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών όσο και στην ελευθερία εγκατάστασης.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε η Γενική Εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού ΔικαστηρίουΕλεανόρ Σάρπστον εξετάζοντας τα ερωτήματα που υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας στο Δικαστήριο για την έκδοση προδικαστικής απόφασης σε σχέση με την ελληνική νομοθεσία, η οποία παρέχει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης οργάνωσης και λειτουργίας των τυχερών παιγνίων σε μία μόνον επιχείρηση, μεταδίδει το ΑΠΕ.
Παράλληλα, η εισαγγελέας υποστηρίζει ότι στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει αν η ελληνική νομοθεσία επιδιώκει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας τυχερών παιγνίων σε μία και μόνη επιχείρηση, η οποία έχει τη μορφή εισηγμένης στο Χρηματιστήριο ανώνυμης εταιρίας.
Σύμφωνα με τη γενική εισαγγελέα, το εθνικό δικαστήριο θα πρέπει ακόμη να κρίνει αν η νομοθεσία αυτή όντως εξυπηρετεί το σκοπό αυτό κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο.
Οι εταιρείες Stanleybet, William Hill και Sportingbet εγκατεστημένες στο Ηνωμένο Βασίλειο, ζήτησαν από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές να τους επιτραπεί η άσκηση δραστηριότητας παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων στην Ελλάδα ή να αναγνωρισθεί η νομιμότητα της έναρξης της δραστηριότητας αυτής.
Πρόκειται για υπηρεσίες όπως η διεξαγωγή, διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία στοιχημάτων σταθερής ή μη απόδοσης επί γεγονότων αθλητικού ή μη χαρακτήρα, μέσω δικτύου πρακτόρων και μέσω Διαδικτύου.
Οι ελληνικές αρχές απέρριψαν σιωπηρώς τις αιτήσεις αυτές με την αιτιολογία ότι, κατά τους νόμους 2433/1996 και 2843/2000 και κατά τη σύμβαση του 2000 μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του ΟΠΑΠ, έχει χορηγηθεί στον ΟΠΑΠ μέχρι το 2020 αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων στην Ελλάδα (ΠΡΟ-ΠΟ κ.ά)
Το Συμβούλιο της Επικρατείας είναι της γνώμης ότι υπάρχουν δύο σκοποί της ακολουθούμενης από κράτος μέλος πολιτικής οι οποίοι μπορούν να δικαιολογήσουν τα εθνικά μέτρα που θεσπίζουν περιορισμούς στον τομέα των παιγνίων: α) η μείωση της προσφοράς τυχερών παιγνίων ή β) η καταπολέμηση της συναφούς εγκληματικότητας, μέσω της ασκήσεως ελέγχου επί των δραστηριοποιούμενων στον τομέα αυτόν επιχειρήσεων, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι εν λόγω δραστηριότητες ασκούνται μόνο εντός των ελεγχομένων κυκλωμάτων.
Όσον αφορά τους πιθανούς δικαιολογητικούς λόγους το Δικαστήριο έχει κρίνει παγίως ότι οι ηθικής, θρησκευτικής ή πολιτιστικής φύσεως ιδιαιτερότητες, καθώς και οι ηθικώς και οικονομικώς επιζήμιες, για το άτομο και την κοινωνία μπορούν να δικαιολογήσουν την εξουσία των εθνικών αρχών να καθορίζουν τις απαιτήσεις που συνεπάγεται η προστασία των καταναλωτών και της κοινωνικής τάξεως.
Οι σκοποί οι οποίοι ενδέχεται να δικαιολογούν τους επίμαχους περιορισμούς είναι η μείωση των προσφερομένων παιγνίων και η καταπολέμηση της εγκληματικότητας.
Κατά τη Γενική Εισαγγελέα, το ζήτημα ποιον από τους σκοπούς αυτούς επιδιώκει στην πραγματικότητα η επίμαχη ελληνική νομοθεσία πρέπει να επιλυθεί από το αιτούν δικαστήριο.
Ο ΟΠΑΠ, η ελληνική, η πολωνική και η βελγική κυβέρνηση συμφωνούν ότι, αν η επίμαχη ελληνική νομοθεσία είναι ασύμβατη προς το δίκαιο της ΕΕ, πρέπει να χορηγηθεί ένα επιπλέον διάστημα για τη θέσπιση νέας νομοθεσίας. Αντιθέτως, η Stanleybet, η William Hill, η Sportingbet και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι δεν συντρέχει λόγος χορηγήσεως μεταβατικής περιόδου.
Σύμφωνα με τον ΟΠΑΠ, οι προτάσεις επαναλαμβάνουν την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία «τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι εθνική νομοθεσία η οποία παρέχει το αποκλειστικό δικαίωμα διεξαγωγής, διαχειρίσεως, οργανώσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων σε μία και μόνη επιχείρηση η οποία έχει τη μορφή εισηγμένης στο Χρηματιστήριο ανώνυμης εταιρίας μπορεί να είναι δικαιολογημένη στο μέτρο που η νομοθεσία αυτή πράγματι επιδιώκει τον σκοπό του περιορισμού της προσφοράς των τυχερών παιγνίων ή τον σκοπό της καταπολεμήσεως της συναφούς προς τα τυχερά παίγνια εγκληματικότητας, κατευθύνοντας τους παίκτες σε ελεγχόμενα κυκλώματα και στο μέτρο που σκοπεί στην επίτευξη των σκοπών αυτών κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο».
Καταλήγει δε ότι «στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει ποιον από τους σκοπούς αυτούς επιδιώκει στην πραγματικότητα η επίμαχη εθνική νομοθεσία και αν η νομοθεσία αυτή όντως εξυπηρετεί τον σκοπό αυτόν κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο».
Στην περίπτωση που οι προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα γίνουν δεκτές από το Τμήμα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δίκασε τις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις στις 13/6/2012, αυτό σημαίνει ότι εναπόκειται στην δικαστική κρίση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει ποιον από τους ανωτέρω σκοπούς, ήτοι τον περιορισμό της προσφοράς των τυχερών παιγνίων ή/και την καταπολέμηση της συναφούς προς τα τυχερά παίγνια εγκληματικότητας, επιδιώκει στην πραγματικότητα η εθνική νομοθεσία και αν η νομοθεσία αυτή όντως εξυπηρετεί τους σκοπούς αυτούς κατά συνεπή και συστηματικό τρόπο.
Η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται εντός του 2013. Στη συνέχεια θα επιληφθεί η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.