Του Δημήτρη Παπαγεωργίου
Τελικά μία μόνον περίπτωση υπάρχει, να ξυπνήσει ο ελληνικός λαός. Και να αποτινάξει από πάνω του τις αλυσίδες της μηντιακής πραγματικότητας, της κομματοκρατίας και των λοιπών δεινών που μαστίζουν την πατρίδα μας.
Πώς; Να γίνει υποχρεωτική για τους Έλληνες η παρακολούθηση του τηλεοπτικού διαύλου της Βουλής, για κάποιες ώρες την εβδομάδα. Να αναγκαστούν οι Έλληνες να δούν με τα ίδια τους τα μάτια, τον τρόπο με τον οποίο οι “εκπρόσωποί” του, οι πολιτικοί άρχοντες της χώρας τούτης διαχειρίζονται τις τύχες του τόπου. Την βλακεία, την ανούσια σπατάλη χρόνου, τον εκνευριστικό τρόπο με τον οποίο σερβίρονται το νεράκι τους, όταν ανεβαίνουν στο Βήμα της Βουλής, τα καβγαδάκια μεταξύ τους, και την αδιαφορία των περισσοτέρων για όταν δεν μιλάνε οι ίδιοι ή όταν δεν καλούνται για λόγο κομματικής πειθαρχίας και επίδειξης κομματικής αφοσίωσης να χειροκροτούν κάποιον ομιλητή.
Σαν “εισαγωγικό” της διαδικασίας αυτής της υποχρεωτικής παρακολούθησης από τους Έλληνες των συνεδριάσεων της Βουλής, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται τα πλάνα από τα όσα έγιναν χτές κατά την διάρκεια των συνεδριάσεων όπου θεωρητικά θα γινόταν συζήτηση για τα μέτρα αυτού που σωστά κατά την άποψη του γράφοντος ονομάζεται “Μνημόνιο 3”, την σειρά δηλαδή των μέτρων που καλείται να υλοποιήσει το ελληνικό κράτος, προκειμένου να συνεχίσει να παίρνει χρήματα από τους μηχανισμούς που εκπροσωπούνται από την Τρόικα.
Ως κομμάτι λοιπόν της δουλειάς μου αφιέρωσα το μεγαλύτερο μέρος του πρωινού της Τετάρτης, παρακολουθώντας την συνεδρίαση της Βουλής. Αν πρέπει να απολύσουμε δημόσιους υπαλλήλους, θα έπρεπε να ξεκινήσουμε από τους βουλευτές!
Γνωρίζω φυσικά ότι οι βουλευτές δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Και γνωρίζω ότι είναι κάπως δύσκολο το να απολύσουν τους εαυτούς τους, καθώς η βουλευτική έδρα ή η βουλευτική καρέκλα, αποτελεί από τα πιο περιζήτητα σημεία που μπορεί να ξεκουραστεί ο… πωπός κάποιου σε αυτή την χώρα.
Ειδικά αφού τίποτε άλλο δεν πρέπει να κάνει παρά να ακολουθεί πιστά τις κομματικές εντολές. Εάν όμως υπήρχε κάποιου είδους “όργανο αξιολόγησης” των βουλευτών, και των βουλευτικών επιδόσεών τους, είναι βέβαιο ότι ο μεγαλύτερος αριθμός αυτών θα έπαιρνε κάτω από την βάση. Ολόκληρο το πρωί, οι Έλληνες βουλευτές, οι οποίοι θα ψήφιζαν για μία σειρά από μέτρα, τα οποία θα επηρεάσουν άμεσα την ζωή του Έλληνα πολίτη για τα επόμενα χρόνια, ασχολιόντουσαν με τυπολατρικές βλακείες.
Περίπου 4 ώρες από τις 10 που είχαν στην διάθεσή τους για να “συζητήσουν” και “διαβουλευτούν” τα μέτρα, ασχολούνταν με ζητήματα που πολύ λίγη σχέση είχαν με την ουσία των μέτρων.
Εάν, λέμε εάν, σε μία ιδιωτική εταιρεία, μαζευόντουσαν κάποιοι άνθρωποι για να συζητήσουν για το μέλλον της και κατασπαταλούσαν τον χρόνο τους κατ' αυτόν τον τρόπο, είναι βέβαιο πώς ο ιδιοκτήτης της εταιρείας θα είχε φροντίσει με πολύ γρήγορες κινήσεις να τους στείλει σπίτια τους.
Και όμως στην ελληνική πολιτική σκηνή, είμαι σχεδόν βέβαιος ότι οι δήθεν συγκρούσεις που έλαβαν χώρα το πρωί, αποτελούν τεκμήριο “μαχητικής ικανότητας” των κομμάτων και οι ηλίθιες αψιμαχίες μεταξύ των βουλευτών αποτελούν κατ' αυτούς πολιτικές διαμάχες.
Γύρω από τι συζήτησαν το πρωί της Τετάρτης οι βουλευτές μας; Για τον εάν ήταν σωστή η διαδικασία με την οποία ζητήθηκε μια πρώτη ψηφοφορία, σχετικά με την συνταγματικότητα των διατάξεων που ήλθαν στην Βουλή προς ψήφιση χτες το βράδυ. Επί τέσσερεις ώρες συζητούσαν θα πει κανείς για την Συνταγματικότητα ή μη των μέτρων αυτών.
Αμ, δεν που ήταν έτσι. Η ουσιώδης συζήτηση περί της Συνταγματικότητας/Αντισυνταγματικότητας των μέτρων κράτησε περίπου 40 λεπτά. Τις υπόλοιπες τρείς ώρες και κάτι οι βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου, αυτή την τόσο κρίσιμη ημέρα, συζητούσαν για διαδικαστικά ζητήματα, για το πώς πρέπει να γίνονται οι ψηφοφορίες και ούτω καθ' εξής. Όχι, δεν σας κάνουμε πλάκα. Επί τρείς ώρες αυτό ήταν το θέμα. Το οποίο έληξε τελικά με μία ονομαστική ψηφοφορία. Φανταστείτε λοιπόν στην ιδιωτική εταιρεία στην οποία αναφερόμασταν, οι συμμετέχοντες στην συνεδρίαση να ξόδευαν τρείς ώρες, την ημέρα μιας κρίσιμης απόφασης, για κάτι πραγματικά επουσιώδες.
Ακολούθησε υποτίθεται η συζήτηση για τα μέτρα. Όπου παρακολουθήσαμε ανάμεσα στα άλλα μία σειρά από προσωπικές αντιπαραθέσεις, με τους ενίοτε ομιλητές να ξοδεύουν παραπάνω από τον μισό χρόνο που τους αναλογούσε προκειμένου να εμπλακούν σε... συζητήσεις με προηγούμενους ομιλητές, ή ακόμη και να αναφερθούν σε δηλώσεις άλλων βουλευτών που είχαν γίνει σε ΜΜΕ και οι οποίες πολύ λίγη σχέση είχαν με τα συγκεκριμένα μέτρα.
Είχαμε μάλιστα και μία σειρά από “καβγάδες” όπως αυτοί ανάμεσα στους Κασιδιάρη και Γεωργιάδη, Γερμενή και Γεωργιάδη, Μητσοτάκη και Κωνσταντοπούλου και ούτω καθ' εξής. Α και κάποια στιγμή σηκώθηκε και ο υπουργός ΠΡΟΠΟ Δένδιας, προκειμένου να καταγγείλει τις πρακτικές των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που ελέγχουν, φωτογραφίζουν και τελικά δημοσιοποιούν τα πρόσωπα αστυνομικών της ασφάλειας. Για να ακολουθήσει η σχετική απάντηση του Λαφαζάνη από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ.
Καθιστούν την Δημοκρατία άκυρη
Πρόκειται σαφώς για μία παράσταση χωρίς νόημα, αφού οι πολιτικές σκοπιμότητες και ισορροπίες των κομμάτων έχουν εξασφαλίσει ότι τα μέτρα, θα υπερψηφιστούν ή θα καταψηφιστούν λόγω κομματικής πειθαρχίας. Πιο αστείος ίσως από όλους ο ρόλος της ΔΗΜΑΡ, της οποιας τα μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας άλλα λένε ότι θα καταψηφίσουν ενώ άλλα ότι θα υπερψηφίσουν εάν παραβιαστεί η "κομματική συμφωνία" για "παρών"!
Η Βουλή ως εκ τούτου αποτελεί μια διακοσμητική διαδικασία, που χρησιμεύει κυρίως για να δίνει ένα επίχρισμα νομιμότητας στις αποφάσεις που παίρνονται πίσω από τις κλειστές πόρτες των γραφείων των κομματαρχών και των συνομιλητών τους, είτε αυτοί βρίσκονται στον επιχειρηματικό κόσμο, είτε στους διεθνείς παράγοντες.
Από εκεί και πέρα, τα βερεσέ λόγια στην Βουλή, είναι για κατανάλωση από το εσωτερικό κοινό. Και επί της ουσίας του προβλήματος, ουδεμία κουβέντα γίνεται. Η ψευτοδιαμάχη μεταξύ "σοσιαλίζοντων" και "φιλελεύθερων" δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην πραγματικότητα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
Και οι βουλευτές της χώρας στην πράξη ακυρώνουν την ίδια την έννοια της Δημοκρατίας. Γιατί όταν καλούνται απλά να επικυρώνουν κάθε φορά αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται αλλού, και να “στολίζουν” με τις μεταξύ τους διαφωνίες μια δήθεν διαδικασία, ο μόνος ρόλος που τους έχει απομείνει είναι αυτός του να υπάρχουν για να τους βλέπουμε. Και στο πλαίσιο αυτής της μηντιακής νοοτροπίας προσπαθούν με κάθε τρόπο να δώσουν το δικό τους σώου, χωρίς να παράγουν ουσιαστικό έργο.
Πηγή: Ελεύθερη Ώρα