Δύο άνθρωποι είναι πιο πιθανόν να γίνουν εραστές εάν δεν μοιράζονται κάτι κοινό στα γονίδιά τους, αναφέρει η εφημερίδα «Ιντεπέντεντ».
Αυτό είναι το συμπέρασμα έρευνας που δείχνει ότι μάλλον υπάρχει ένας βιολογικός μηχανισμός που ελέγχει τη σεξουαλική έλξη μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ετεροφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες με γονίδια που δεν μοιάζουν, είναι πιο πιθανό να παντρευτούν μεταξύ τους απ΄ όσους διαθέτουν παρόμοια γενετική κληρονομιά. Συγκεκριμένα γονίδια, σύμφωνα με την έρευνα, ελέγχουν κάποιες από τις υποσυνείδητες επιθυμίες που βρίσκονται πίσω από την επιλογή του συντρόφου μας.
Αυτό γίνεται προκειμένου να αποφευχθεί η αιμομιξία και για να είναι πιο ισχυρές οι άμυνες του ανοσοποιητικού συστήματος των παιδιών.
Οι επιστήμονες μελέτησαν τα γονίδια 90 παντρεμένων ζευγαριών και ανακάλυψαν ότι το DΝΑ σε μια περιοχή-κλειδί των χρωμοσωμάτων τους ήταν σημαντικά διαφορετικό από την ίδια περιοχή DΝΑ άλλων 150 γυναικών και 150 ανδρών που δεν ήταν παντρεμένοι ούτε είχαν μεταξύ τους σεξουαλικές σχέσεις.
Τα συγκεκριμένα γονίδια αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος και θεωρείται ότι παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στο εάν ή όχι κάποια ζευγάρια έχουν πιθανότητες να παντρευτούν.
Υποσυνείδητη τάση
Εάν τα γονίδια αυτά δεν έπαιζαν ρόλο στην επιλογή συντρόφου, τότε οι επιστήμονες θα έβρισκαν τις ίδιες διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδεςτους παντρεμένους και τους άλλους.
Όμως η μεγάλη στατιστική διαφορά που παρατηρήθηκε, δείχνει ότι ανόμοια γονίδια αυτού του τύπου επηρεάζουν την έλξη που αισθάνονται μεταξύ τους άνδρες και γυναίκες.
«Παρ΄ ότι νομίζουμε ότι οι άνθρωποι επιλέγουν σύντροφο βάσει των ομοιοτήτων τους, η έρευνα μας έδειξε ξεκάθαρα ότι οι διαφορές είναι εκείνες που οδηγούν στην επιτυχημένη αναπαραγωγή και ότι η υποσυνείδητη τάση να αποκτήσουμε υγιή παιδιά είναι σημαντική στην επιλογή συντρόφου», δήλωσε η καθηγήτρια Μαρία ντα Κράκα Μπικάλο του Πανεπιστημίου Παρανά της Βραζιλίας.
Αυτό είναι το συμπέρασμα έρευνας που δείχνει ότι μάλλον υπάρχει ένας βιολογικός μηχανισμός που ελέγχει τη σεξουαλική έλξη μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ετεροφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες με γονίδια που δεν μοιάζουν, είναι πιο πιθανό να παντρευτούν μεταξύ τους απ΄ όσους διαθέτουν παρόμοια γενετική κληρονομιά. Συγκεκριμένα γονίδια, σύμφωνα με την έρευνα, ελέγχουν κάποιες από τις υποσυνείδητες επιθυμίες που βρίσκονται πίσω από την επιλογή του συντρόφου μας.
Αυτό γίνεται προκειμένου να αποφευχθεί η αιμομιξία και για να είναι πιο ισχυρές οι άμυνες του ανοσοποιητικού συστήματος των παιδιών.
Οι επιστήμονες μελέτησαν τα γονίδια 90 παντρεμένων ζευγαριών και ανακάλυψαν ότι το DΝΑ σε μια περιοχή-κλειδί των χρωμοσωμάτων τους ήταν σημαντικά διαφορετικό από την ίδια περιοχή DΝΑ άλλων 150 γυναικών και 150 ανδρών που δεν ήταν παντρεμένοι ούτε είχαν μεταξύ τους σεξουαλικές σχέσεις.
Τα συγκεκριμένα γονίδια αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος και θεωρείται ότι παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στο εάν ή όχι κάποια ζευγάρια έχουν πιθανότητες να παντρευτούν.
Υποσυνείδητη τάση
Εάν τα γονίδια αυτά δεν έπαιζαν ρόλο στην επιλογή συντρόφου, τότε οι επιστήμονες θα έβρισκαν τις ίδιες διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδεςτους παντρεμένους και τους άλλους.
Όμως η μεγάλη στατιστική διαφορά που παρατηρήθηκε, δείχνει ότι ανόμοια γονίδια αυτού του τύπου επηρεάζουν την έλξη που αισθάνονται μεταξύ τους άνδρες και γυναίκες.
«Παρ΄ ότι νομίζουμε ότι οι άνθρωποι επιλέγουν σύντροφο βάσει των ομοιοτήτων τους, η έρευνα μας έδειξε ξεκάθαρα ότι οι διαφορές είναι εκείνες που οδηγούν στην επιτυχημένη αναπαραγωγή και ότι η υποσυνείδητη τάση να αποκτήσουμε υγιή παιδιά είναι σημαντική στην επιλογή συντρόφου», δήλωσε η καθηγήτρια Μαρία ντα Κράκα Μπικάλο του Πανεπιστημίου Παρανά της Βραζιλίας.