Γράφουν οι Παναγιώτης Κεΐσογλου και Βικτωρία Μαγκούνη για την καταπολέμηση της ανεργίας.
Το σημαντικό σε μια κοινωνία είναι να μπορεί να δίνει ευκαιρίες στους ταλαντούχους νέους της. Ευκαιρίες όπως χρηματοδότηση, εμπιστοσύνη και εφόδια για να κάνουν την «τρελλή τους ιδέα» πράξη, επιχείρηση, και οικονομική επιτυχία για τους ίδιους, την οικονομία και την κοινωνία.
Τότε μόνο μια κοινωνία μπορεί να είναι ανοικτή και συλλεκτική και όχι κλειστή και ελιτίστικη. Με τέτοιες μεθόδους μπορείς να μειώσεις την ανεργία και να να βάλεις τις βάσεις για πραγματική ανάπτυξη στη χώρα.
Στην Ελλάδα των συντεχνιακών, γραφειοκρατικών και κομματικών σχηματισμών σε συνδιασμό με την υπερφορολόγιση, η θετική ελευθερία της δημιουργίας θεωρείται περιττή πολυτέλεια και αποτελεί τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την ίδρυση νέων επιχειρήσεων. Ο δεύτερος και κυριότερος παράγοντας της διάλυσης της μεσαίας τάξης και της χρόνιας ύφεσης δεν είναι άλλος από την διαφθορά. Την διαφθορά στο πολιτικό στερέωμα, στη δημόσια διοίκηση και στον επιχειρηματικό κόσμο. Όσο επικρατεί αυτή η λογική τόσο η χώρα θα ολισθαίνει και θα ματώνει με την μετανάστευση του ποιοτικότερου ανθρώπινου δυναμικού της.
Προσωρινά, η χώρα μας φαίνεται ότι στερείται τους περισσότερους ποιοτικούς νέους της, οι οποίοι βρήκαν λυτρωτικό καταφύγιο σε πανεπιστήμια και εργασιακούς χώρους του εξωτερικού. Η μέση ελληνική οικογένεια επένδυσε όλο τον πλούτο της, τις οικονομίες μιας ζωής σε ότι πολυτιμότερο είχε, τα παιδιά της. Έχουμε λοιπόν την υποχρέωση να κρατήσουμε αυτούς τους νέους στον τόπο τους, όχι όμως για να μεγαλώσει η λίστα των ανέργων, ούτε για να δουλεύουν ως ανειδίκευτοι εργάτες. Πρέπει να δημιουργήσουμε τις βάσεις για να απελευθερώσουν όλες τους τις δημιουργικές ικανότητες και να συμβάλουν στην άνοδο της οικονομίας μας.
Στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα προσεγγίζουμε το πρόβλημα της ανεργίας σε λάθος βάση. Το μέγεθος της ανεργίας σήμερα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με πολιτικές που παρέχουν απόλυτη ευελιξία στον εργοδότη με την προοπτική, όταν βελτιωθεί η εν γένει κατάσταση να υπάρξει και ανάσχεσή της. Το φαινόμενο πρέπει να προσεγγιστεί ολιστικά, με συντεταγμένες πολιτικές απασχόλησης και όχι σπασμωδικές και αντανακλαστικές κινήσεις. Αρχικά, η δημιουργία δομών για την ενίσχυση της απασχόλησης είναι μία ενίσχυση της απασχόλησης από μόνη της. Βάση, επίσης, πρέπει να δοθεί στην επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, όχι μόνο σε όσους διαθέτουν κεφάλαια, αλλά και σε όσους δεν τα διαθέτουν με την επιλογή της συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας σε συνάρτηση με μία δεσμευτική κατανομή του κέρδους στην εργασία της συνεταιριστικής επιχείρησης, όπου οι συνέταιροι είναι και εργαζόμενοι. Έτσι, η διανομή κερδών είναι ταυτόσημη με το εργασιακό κόστος.
Κλειδί, στην όλη προσπάθεια είναι η αναδιοργάνωση του Ο.Α.Ε.Δ., σε έναν φορέα ουσιαστικής μεσολάβησης στην εργασία και όχι απλά τον διαχειριστή των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Στα πλαίσια ενός νέου διοικητικού μοντέλου διακυβέρνησης, οι δήμοι και οι περιφέρειες θα μπορούν να παρέχουν ουσιαστικά κίνητρα στις τοπικές επιχειρήσεις για πρόσληψη ανέργων ή με προγράμματα αυτεπιστασίας. Ουσιαστική απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων στον τομέα της απασχόλησης και όχι στην «ψυχολογική στήριξη» απολυμένων, που αποτελεί ένα επιπλέον οικονομικό βοήθημα, δίχως καμία προοπτική επανένταξης στην απασχόληση. Γενικότερα να δοθούν χρήματα στην δημιουργία θέσεων εργασίας και όχι στην ψυχολογική βοήθεια από ανειδίκευτους φορείς συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Σε ειδικές περιπτώσεις, όπως είναι η παρούσα οικονομική κρίση, μπορεί η εργασιακή ειδίκευση ανέργων να διοχετευτεί στην οικονομία του χρόνου σε ένα σύστημα ουσιαστικής κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας.
Υ.Γ.Γιατί οι καταιγίδες της νεότητας περιτριγυρίζονται από τις πιο λαμπρές μέρες. Και τις μέρες αυτές τις έχουμε ανάγκη.