Επειδή αρκετά κράτησε η πλάκα με την άφαντη συμμορία της δραχμής -για συμμορία της κυπριακής λίρας δεν έπεσε κάτι στην αντίληψή μου τις μέρες που η κυπριακή τραγωδία πήρε τη σκυτάλη από την ελληνική -, καιρός να σοβαρευτούμε και να μιλήσουμε για τη μόνη ληστρική και αποτελεσματική δρώσα συμμορία της Ευρωζώνης: τη συμμορία του μάρκου. Δηλαδή, τι συμμορία, εδώ μιλάμε για κανονική μαφία του μάρκου. Που μέχρι στιγμής δρα ως μαφία του ευρώ.
Απ’ την αρχή της ελληνικής κρίσης, το απόλυτο μέσο ψυχολογικού εκβιασμού όχι μόνο των 11 εκατομμυρίων Ελλήνων, αλλά και των 500 εκατομμυρίων κατοίκων της Ε.Ε., ήταν η προστασία των καταθετών. Πάνω σ’ αυτό το επιχείρημα που εκθείαζε ως απαραβίαστο δικαίωμα την αποταμίευση οικοδομήθηκε ολόκληρη η μηχανή διάσωσης με χρήματα των φορολογουμένων των ευρωπαϊκών τραπεζών που είχαν πλημμυρίσει με τοξικά σαπάκια. Στο ίδιο επιχείρημα στηρίχθηκε ο σφαγιασμός των μισθών, των συλλογικών συμβάσεων, του ασφαλιστικού συστήματος, κάθε ίχνους κοινωνικής προστασίας, των δημόσιων συστημάτων υγείας και η κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους εν γένει στην Ευρώπη. Αυτό πραγματοποιήθηκε με ακραίο τρόπο στην Ελλάδα, με κάπως ηπιότερο τρόπο στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία και σε λιγότερο θανατηφόρες δόσεις σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Όλα στο όνομα της προστασίας των καταθετών, που στο μεταξύ, ανάλογα με το ύψος των καταθέσεων που είχαν να ρισκάρουν (ή να κρύψουν), το ’ριξαν στο κυνήγι του θησαυρού. Δηλαδή του ασφαλούς αποθετηρίου. Και, μαντέψτε πού κυρίως μετέφεραν τα χρήματά τους, όσοι τουλάχιστον είχαν την ευχέρεια να αξιοποιούν τη μόνη ζωντανή ελευθερία στην Ε.Ε., την ελευθερία κίνησης κεφαλαίων: στη Γερμανία, στη Βρετανία, στο Λουξεμβούργο, στην Ελβετία, και σε μικρότερο βαθμό στην Κύπρο και μερικούς ακόμη από τους λεγόμενους φορολογικούς παραδείσους.
Όλο το αυταρχικό οικοδόμημα της Ευρωζώνης την τελευταία τριετία θεμελιώθηκε πάνω στην αποτροπή του κινδύνου κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος από ένα bank run, μια μαζική έφοδο στα γκισέ των ευρωπαϊκών τραπεζών. Ακόμη και το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων -«μοναδική περίπτωση», κατά τη ρητορική των ευρωκρατών, όπως τώρα το κούρεμα των κυπριακών καταθέσεων- επιβλήθηκε εν ονόματι μιας «δικαιοσύνης» η οποία προβλέπει τη δίκαιη τιμωρία όσων ανέλαβαν υπερβολικούς κινδύνους στο χρέος πιστωτικά ανυπόληπτων χωρών, σε αντίθεση με τους προνοητικούς αποταμιευτές που δεν τους άξιζε να εκτεθούν σε ανάλογους κινδύνους. Στο πλαίσιο της «δικαιοσύνης» αυτής, άλλωστε, προβλέπεται και η ολοκλήρωση της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης ως τραπεζικής ένωσης, με την ενιαία εποπτεία των τραπεζικών ιδρυμάτων από την ΕΚΤ και τον ενιαίο μηχανισμό εγγύησης καταθέσεων, που υποτίθεται ότι πρέπει να αποφασιστεί μέχρι τον ερχόμενο Ιούνιο.
Κατά τα φαινόμενα, η γερμανική ελίτ, που μοιράζεται με ελάχιστους τις βαθύτερες σκέψεις της, αποφάσισε να κάνει την υπέρβαση. Η προτεσταντική ηθική επέπρωτο να επεκταθεί και στις καταθέσεις και σε όσους άφρονες τις εμπιστεύονται σε χώρες μειωμένης αξιοπιστίας ή φορολογικής χαλαρότητας. Το καινούργιο επιχείρημα του Σόιμπλε, ότι δηλαδή και οι καταθέτες, μετά τους ομολογιούχους, οφείλουν να αναλαμβάνουν τους κινδύνους που τους αναλογούν έναντι ενός αναξιόπιστου τραπεζικού συστήματος, παραβιάζει τα ιερά και τα όσια του καπιταλισμού των τελευταίων τριών αιώνων. Ο ισχυρισμός πως η Κύπρος είναι μια «ειδική και μοναδική» περίπτωση αποτελεί καραμπινάτη απάτη και θα πρέπει να αναρωτηθεί κανείς γιατί η Λαγκάρντ του ΔΝΤ βάζει πλάτη σ’ αυτό. «Η Κύπρος», λένε, «έχει έναν δυσανάλογο με το ΑΕΠ της τραπεζικό τομέα», περίπου δεκαπλάσιο. Τότε, τι να πει κανείς για τους φορολογικούς παραδείσους που φιλοξενούνται στην Ευρώπη, με τραπεζικούς τομείς εκατονταπλάσιους του σχεδόν μη μετρήσιμου ΑΕΠ τους; Το Λουξεμβούργο, πληθυσμιακά ανάλογο της Κύπρου και με ετήσιο ΑΕΠ 43 δισ., έχει τραπεζικό τομέα με ενεργητικό 1,1 τρισ. Ήτοι, 25 φορές το ΑΕΠ του. Κι αν η ιδιαιτερότητα του Μεγάλου Δουκάτου ως παγκόσμιου πλυντηρίου είναι αποδεκτή λόγω του μικρού του μεγέθους, τι θα πουν οι ευρωκράτες για τη Βρετανία, που με ΑΕΠ 1,7 τρισ. έχει ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα με ενεργητικό σχεδόν 10 τρισ. ευρώ (πενταπλάσιο) ή για την ίδια τη Γερμανία, που διαθέτει το ένα τέταρτο των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων των 27 της Ε.Ε., με ενεργητικό τετραπλάσιο του ΑΕΠ της (9 τρισ. ευρώ); Κι αυτό, χωρίς να υπολογίζονται τα περιουσιακά στοιχεία που ελέγχουν οι ημικρατικές περιφερειακές τράπεζες της χώρας (Landesbank), που μεταξύ άλλων είναι και μια θαυμάσια κρυψώνα για σημαντικό μέρος του χρέους της.
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι η θεαματική μεταστροφή των Γερμανών κατά του ταμπού της αποταμίευσης είναι μια αιφνίδια προσχώρηση στον κλασικό κεϊνσιανισμό που μετά βδελυγμίας απέρριπταν και στην εξ ίσου κλασική συνταγή της «ευθανασίας του ραντιέρη», την οποία ο Κέινς εισηγήθηκε την περίοδο της Μεγάλης Ύφεσης για να χρηματοδοτηθούν η ανάπτυξη και η απασχόληση. Καμία σχέση (προσωπικώς δεν θα είχα καμία αντίρρηση να θυσιαστεί μέρος της «νεκρής εργασίας» που είναι θαμμένη στις αποταμιεύσεις, προκειμένου να διασωθεί η ζωντανή εργασία που σήμερα σφαγιάζεται κατά προτεραιότητα. Αλλά θα άντεχαν οι ευρωκράτες τέτοια προδοσία στην Πίστη; Την τραπεζική, εννοείται…).
Θα μπορούσε, επίσης, να δει κανείς στον όλο χειρισμό μια προσπάθεια γεωπολιτικής προβολής της Γερμανίας στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, όπου η μυρωδιά των υδρογονανθράκων καθιστά την Κύπρο και την Ελλάδα θηράματα των νέων αποικιοκρατών και των ανταγωνισμών τους. Αυτό παίζει, αλλά είναι ακόμη ασαφές αν οι υδρογονάνθρακες είναι πράγματι πεδίο ανταγωνισμού της Γερμανίας με τη Ρωσία ή, αντιθέτως, πεδίο σύγκλισης και υπόγειων συνεννοήσεων εν όψει μιας νέας ενεργειακής Γιάλτας. Κανείς από τους δυο παράγοντες δεν δείχνει να βιάζεται. Και μπορεί βάσιμα να υποθέσει κανείς ότι και οι δύο έχουν λόγους να προσβλέπουν σε μια πιο φθηνή διευθέτηση, με μια κατεδαφισμένη οικονομικά και πολιτικά Κύπρο.
Αλλά, υπάρχει πιθανότατα κάτι βαθύτερο που βασανίζει τον πυρήνα της γερμανικής ελίτ κι όσων την ακολουθούν πειθήνια. Ή έχουν αποφασίσει ότι το έκτρωμα που έχουν κτίσει ως Ευρωζώνη δεν σώζεται με τίποτα, οπότε καλόν είναι να πάρουν τα μέτρα τους από τώρα, ή ωριμάζει εντός τους η ιδέα να είναι αυτοί που θα δώσουν την αποφασιστική κλοτσιά για την κατεδάφισή του, με την επιστροφή στο μάρκο ή σε ένα ευρώ των ολίγων και εκλεκτών. Υπολογίζουν, και πολύ σωστά, ότι μια παρατεταμένη κατάσταση καρκινοβασίας της Ευρωζώνης θα δημιουργήσει συνθήκες ανασφάλειας και φυγής στους κατόχους του χρήματος. Αν αυτή η ανασφάλεια επιμεριστεί σωστά στην καθημαγμένη και ανυπόληπτη περιφέρεια της Ευρωζώνης, το χρήμα θα αναζητήσει ασφάλεια στα κατά τεκμήριο ασφαλέστερα γκισέ. Όπως ακριβώς συνέβη με τα κεφάλαια που επενδύουν σε κρατικό χρέος και κατευθύνθηκαν στα γερμανικά ομόλογα, διευκολύνοντας τη Γερμανία να δανείζεται ακόμη και με αρνητικά επιτόκια, έτσι ελπίζουν ότι θα συμβεί και με τις καταθέσεις. Η γερμανική ελίτ, πρωτίστως ο χρηματοπιστωτικός πυρήνας της, θέλει να οχυρωθεί πίσω από βουνά χρήματος. Να μαζέψει όσο το δυνατό περισσότερα κεφάλαια από τη διαλυμένη ευρωπαϊκή περιφέρεια, όσα τουλάχιστον δεν ακολουθούν τον Δρόμο του Μεταξιού, τις ασιατικές οικονομίες.
Η μαφία του μάρκου (ή του σκληρού ευρώ) ρισκάρει. Μπορεί η επιλογή για την Κύπρο να ήταν απλώς ένας ακραίος πειραματισμός, αλλά φωτίζει αρκετά τι είδους μηχανισμό εγγύησης καταθέσεων θέλει η γερμανική ελίτ να προωθήσει στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη, ή τι εκπλήξεις μπορεί να συνοδεύσουν το επόμενο κούρεμα του ελληνικού χρέους. Μια ακόμη διχοτόμος χαράσσεται στην Ευρώπη, αυτή τη φορά ανάμεσα στα υγιή, «καθαρά» τραπεζικά συστήματα, από τη μια, και στα ύποπτα «πλυντήρια» από την άλλη (εξαιρούνται, φυσικά, τα «δικά μας» καθωσπρέπει «πλυντήρια»). Εκείνο που δεν μετρά η μαφία του μάρκου (ή του σκληρού ευρώ) είναι ότι το νέο τείχος από χρήμα πίσω από το οποίο πασχίζει να οχυρωθεί στο τέλος θα πλακώσει και την ίδια.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Αποταμίευση. Μια σεβαστή ομολογώ
μορφή χορτάτη ευθανασίας.
Εν μέρει καλά τα λέει ο μύθος.
Έπρεπε να λογικευτούν λίγο τα τζιτζίκια
να βάλουν στη μπάντα μισό τραγούδι για το κρύο
να εξοικονομούν ολίγην
της ύπαρξής τους ασωτεία.
Έξω απ’ το χορό, καλά τα λέει ο μύθος.
Πώς αλλιώς να κάνουν τα τζιτζίκια.
Δεν αποταμιεύεται η ένταση.
Δεν θα ’θελε κι αυτή να ζει περισσότερο.
Όμως δεν αποταμιεύεται. Μια μέρα να τη φυλάξεις χαλάει.
Κι είπα, έτσι που τη βλέπω
Σωρηδόν να κείται άταφη άψαλτη
να της ρίξω ένα ολάνθιστο Αμήν
πριν τη διαμελίσει η κατακραυγή
πριν τη σύρουν τροφή στη φωλιά τους
κάτι τομάρια εαυτούλικα μερμήγκια.
Κική Δημουλά, «Υπέρ ασωτείας» (Συλλογή «Χαίρε ποτέ»)