«Εμπρός για μιαν Ελλάδα νέα, εμπρός, μ’ ελληνική καρδιά….», Ύμνος της ΕΟΝ.
Δύο λέξεις είναι αρκετές για να φτιάξεις μια χώρα· κάτι παρόμοιο με το «Σουσάμι άνοιξε» ή το «Άμπρα-κατάμπρα».
Η «Νέα Ελλάδα» είναι το όραμα των νεοφιλελεύθερων μετα-εκσυγχρονιστών, σε αντίστιξη με τη «Νέα Ευρώπη» των ευρωγραφειοκρατών.
Τι είναι η «Νέα Ελλάδα»; Ο πρόεδρος της ΝΔ είναι σαφής: «Και τώρα πια, το καταλαβαίνει και ο Ελληνικός λαός: Ότι το όραμα της Νέας Ελλάδας, αφορά όλους, αγγίζει τους πάντες…..αυτή τη Νέα Ελλάδα την είχαν στο μυαλό τους και στην καρδιά τους, εκατομμύρια Έλληνες, πριν την πούμε εμείς».
Η νομιμοποίηση της «Νέας Ελλάδας» γίνεται με το επιχείρημα της «προσφυγής στο λαό» («ad populum»): η εξουσία «λέει», εκφέρει αυτό που ο «λαός» εμπεριέχει προλεκτικά· κατασκευάζει τον «λαό», και κατόπιν την ίδια την κοινωνική πραγματικότητα, εν ονόματι του ίδιου «λαού». Με το αντίστοιχο επιχείρημα της προσφυγής στην «έκτακτη ανάγκη», το κυβερνητικό μπλοκ παρανομοθετεί, με βάση το παρασύνταγμα των δανειστών, μετατρέποντας τη χώρα σε νεοαποικία υπό δίκαιο κατεχόμενης χώρας. Εδώ, η θεσμική επίθεση στο πραγματικό λαό γίνεται με την προσφυγή στη σωτηρία της χώρας.
Η αξίωση οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας μεταγράφεται σε λέξεις, με σκοπό την υποταγή των συνειδήσεων. Στην ιστορία των πολιτικών συνθημάτων, η χρήση του επίθετου «νέος/α» υποδηλώνει τη συντεταγμένη εξουσιαστική βία που επιζητά τον απόλυτο έλεγχο της κοινωνικής νόησης, την ολοκληρωτικού τύπου κατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας.
«Ισχυρή» και «Νέα Ελλάδα».
Η «Ισχυρή Ελλάδα» υπήρξε η Ελλάδα της κατασπατάλησης του πλούτου, του φετιχισμού των μεγάλων έργων, με την ταυτόχρονη διάλυση της παραγωγικής βάσης της χώρας· του Ελντοράντο των τραπεζών και του χρηματιστηρίου· της ευρωπαϊκής πορείας και της φιέστας των ολυμπιακών αγώνων· της ανάπτυξης και της ευημερίας που χαλκεύουν οι στατιστικές, και της επισφαλούς εργασίας. Ήταν η συμπληρωματική όψη της «ισχυρής Ευρώπης»· η επένδυση στην ισχύ, με την έννοια της ψευδοευημερίας, μέσω της κατανάλωσης που χρηματοδοτεί έναν παραπαίοντα καπιταλισμό, και ταυτόχρονα παγιώνει τη δομική άνιση ανάπτυξη μεταξύ ευρωπαϊκού βορά και νότου. Γι αυτό και το σύνθημα «Ισχυρή Ελλάδα» δεν επιδιώκει μόνο την υποταγή· προτρέπει σε πράξεις ισχύος, μεθερμηνευόμενες σε ικανότητα κατανάλωσης.
Η «Νέα Ελλάδα» επενδύει στο «νέο», στον υπαινιγμό της νεότητας, στο καινούργιο που αντιπαρατίθεται στο παλιό, στην αλλαγή και τη ρήξη με το παρελθόν. Ο φετιχισμός του «νέου» υπονοεί την αέναη πρόοδο. Η εξουσία είναι η μόνη αρμόδια για τον ορισμό του «νέου», το οποίο καλείται να εμπιστευτεί η κοινωνία παθητικά, χωρίς σκέψη. Η εξουσία επιδιώκει τη νομιμοποίηση, λόγω της ικανότητάς της να επιφέρει το νέο, τη μεταβολή· ένα είδος εξουσίας «δόκτωρ Τζέκιλ και Χάιντ» που γνωρίζει να μεταμορφώνει το παλιό σε νέο, να καταργεί το χρόνο, τη μνήμη και την ιστορία. Η «Νέα Ελλάδα» είναι συνέχεια της «επανίδρυσης του κράτους» και του «σεμνά και ταπεινά». Η διαφορά έγκειται στο ότι οι φορείς της αντικαθιστούν την επίκληση του έθνους, με την επίκληση των αγορών. Η νομιμοποίηση αντλείται από τις νεο-αποικιοκρατικές δυνάμεις της «Νέας Ευρώπης» των αγορών, οι οποίες ασκούν άμεσα κυριαρχικά δικαιώματα στη νεο-αποικία.
Η «Νέα Ελλάδα» της ανασφάλειας, του φόβου, του τρόμου, της επισφάλειας και της οδύνης είναι η Ελλάδα της αντιμεταρρύθμισης και της αντεπανάστασης· της πραγμοποίησης, του εξευτελισμού και της απαξίωσης, χωρίς κοινωνικό κράτος και εργασιακά δικαιώματα: το εργαλείο στα χέρια της ευρωπαϊκής ελίτ, μέσω του οποίου επιχειρείται το πείραμα της εκποίησης λαών και χωρών.
Από την Φιλελεύθερη στην άκρα Δεξιά.
Το σύνθημα «Νέα Ελλάδα», ως λεκτική συμπύκνωση των ιδεολογικών στοχεύσεων της εξουσίας, αποβλέπει στην χειραγώγηση, με τον ευφημισμό της εφιαλτικής πραγματικότητας που δημιουργεί η ολοκληρωτική επίθεση του κεφαλαίου και που ευθέως παραπέμπει σε καιρούς κυριαρχίας της άκρας Δεξιάς. Υπάρχει μια συνέχεια με τα συνθήματα που παρήγαγε το «Υπουργείο Τύπου και Τουρισμού»-βασικό όργανο της καθεστωτικής προπαγάνδας-του μεταξικού καθεστώτος: «Νέα Ζωή», «Νέον Κράτος» «Νέα Ελλάδα» και «Νέος ή Γ΄ Ελληνικός Πολιτισμός», που δεν είναι μόνο συμβολική.
Η αναστολή θεμελιωδών άρθρων του συντάγματος, με την παράλληλη λειτουργία του παρασυντάγματος του μνημονίου, καταργεί συμβολικά τη μεταπολίτευση, δημιουργώντας συνθήκες επιστροφής σε περιόδους κατάλυσης της Δημοκρατίας..
Η αδυναμία να υπάρξει μια συντονισμένη αντίδραση στην επιβολή του παρασυντάγματος, που διαρκεί τρία χρόνια, σε συνδυασμό με την πρόθεση της ΕΕ να επιβάλλει την αντικατάσταση του συντάγματος από το παρασύνταγμα, δείχνει ότι η επίκληση της «κατάστασης έκτακτης ανάγκης» θα παραταθεί έως ότου επιτευχθούν οι στόχοι του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, παγιώνοντας τη «συνταγματική δικτατορία».
Οι σκοποί του νέου αυταρχικού κράτους είναι πολιτικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί: πρώτα, η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας- συνηγορεί η παραίτηση από την ασυλία λόγω εθνικής κυριαρχίας-με στόχο την ευρωπαϊκή ενοποίηση· δεύτερο, το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα-σημαντικό για την αύξηση της κερδοφορίας του ευρωπαϊκού κεφαλαίου· τρίτο, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και η κατάργηση του εργατικού δικαίου· και τέταρτο, η ιδεολογική αναμόρφωση της κοινωνίας, με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνει εφικτή η αναγκαία κοινωνική συναίνεση και νομιμοποίηση της νέας διακυβέρνησης και εξουσίας.
Συνέπεια είναι το τέλος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και του κράτους, όπως έγινε η διαμόρφωσή τους από το δεύτερο πόλεμο και μετά, με τον κυρίαρχο τόνο να δίνεται από την συνθήκη «Ευρώπη 20020»-όπως και το «Σύμφωνο για το Ευρώ»-, δημιουργώντας τεχνητή «κατάσταση» και «Δίκαιο έκτακτης ανάγκης» για όλη την Ευρώπη. Δεν πρόκειται για κυριαρχία της ελληνικής Δεξιάς, αλλά συνολικά της ενοποιημένης ευρωπαϊκής Δεξιάς, που υπερβαίνει τα όρια διαφοροποίησής της από την ακροδεξιά.
Η μετακίνηση της φιλελεύθερης Δεξιάς προς την ακροδεξιά-μια διαδικασία που ξεκινάει τουλάχιστον από δύο δεκαετίες-είναι ακριβώς το γεγονός που ωθεί στην πολιτική ένταξη στο χώρο της ακραίας ή ριζοσπαστικής Δεξιάς, όχι μόνο στη Ελλάδα αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Η (νέο)φιλελεύθερη ρητορεία υπερκαλύπτει το γεγονός ότι η Νέα Δεξιά τείνει να συμπυκνώσει τρείς παραδόσεις: τη φιλελεύθερη, τη συντηρητική και τη σοσιαλδημοκρατική.
Αυτό σημαίνει μία πρωτοφανή συρρίκνωση του πολιτικού φάσματος, την έλλειψη εναλλακτικών επιλογών, δημιουργεί την αίσθηση μιας συμπαγούς ολοκληρωτικής εξουσίας υπό την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου και την απαξίωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Επιπλέον, η οικειοποίηση αυταρχικών πολιτικών και η επίκληση μιας συνεχούς «κατάστασης έκτακτης ανάγκης» που καταπατεί τα κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα, και μετατρέπει το κράτος σε ένα είδος νομιμοποιημένου παρακράτους, οδηγούν στην απαξίωση συνολικά το πολιτειακό σύστημα. Συνέπεια είναι ότι η κριτική στάση-αν όχι αμφισβήτηση- του συστήματος, εξ ανάγκης οδηγεί κυρίως στη ριζοσπαστική δεξιά και εν μέρει στην αριστερά.
Από αυτή τη σκοπιά, η άνοδος της Χρυσής Αυγής αποτελεί συνέπεια της πολιτικής των δύο πρώην μεγάλων κομμάτων. Η περαιτέρω ενδυνάμωση, κοινωνική κυριαρχία, και πιθανόν, η πολιτική επικράτησή της, θα συντελεστεί με έναν «φυσιολογικό» τρόπο: θα εφαρμόσει τις παρασυνταγματικές μεθόδους του δικομματισμού. Δηλαδή, τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, τη διαδικασία του κατεπείγοντος και την επίκληση της «έκτακτης ανάγκης», για την εγκαθίδρυση μιας «συνταγματικής δικτατορίας».
Ιδεολογικός Πόλεμος και Δεξιά Καθαρότητα
Η χώρα ζει σε κατάσταση πολέμου· ένα πόλεμο που κήρυξε το ευρωπαϊκό και διεθνές κεφάλαιο και που απειλεί την κοινωνία, τους δημοκρατικούς θεσμούς και την εθνική υπόσταση του κράτους-έθνους. Το παράδοξο σε αυτό το νέο πόλεμο, που ενδύεται το μανδύα της οικονομίας, είναι ότι η ελληνική ελίτ αποτελεί στρατηγικό εταίρο των επιτιθέμενων.
Το πρόβλημα που ενσκήπτει, αναφορικά με την επιτυχία της επίθεσης, αφορά την κοινωνική συναίνεση, που είναι αδύνατη χωρίς την ιδεολογική κυριαρχία. Αν ο νεοφιλελεύθερος συνασπισμός αποτύχει, αναφορικά με την ιδεολογική χειραγώγηση, η επίθεση του κεφαλαίου θα μετατραπεί σε παταγώδη ήττα. Ο πρόεδρος της ΝΔ είναι πάλι σαφής: «Αναφέρθηκα ήδη, από καιρό, σε ένα πάρα πολύ σημαντικό θέμα που λέγεται αγώνας των ιδεών. Πίστευα πάντα και πιστεύω, σήμερα περισσότερο από ποτέ, ότι δεν είναι δυνατόν να κυβερνήσεις μια χώρα, χωρίς να δίνεις και χωρίς να κερδίζεις τη μάχη των ιδεών. Και – πολύ περισσότερο – δεν μπορείς να αλλάξεις τη χώρα, αν δεν δίνεις συνεχώς τη μάχη των ιδεών». ομιλία στην πολιτική επιτροπή της ΝΔ, 7/7/2013. (Παρεμπιπτόντως, στην εν λόγω σύντομη ομιλία, η λέξη «ιδέες» αναφέρεται 17 φορές και τα ονόματα «Ελλάδα» και «Νέα Ελλάδα» 22).
Η στρατηγική του νεοφιλελεύθερου συνασπισμού αναφορικά με την επιτυχία της ιδεολογικής κυριαρχίας της «Νέας Ελλάδας», επικεντρώνεται κυρίως στην καταγγελία της μεταπολίτευσης. Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης-ανεξάρτητα από την όποια κριτική- είναι συνυφασμένη με την οικοδόμηση μιας δημοκρατικής πολιτείας, του κοινωνικού κράτους, και της αναγνώρισης πολιτικών, κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων.
Τα επιτεύγματα αυτά, συντελέστηκαν σε συνθήκες ευρείας διείσδυσης των σοσιαλδημοκρατικών ιδεών, γεγονός που υπήρξε καθοριστικό για την πολιτική και κοινωνική κινητικότητα αυτής της περιόδου.
Η συμβολική απαξίωση της μεταπολίτευσης και η διακήρυξη του τέλους της, με την αρχή της νέας-μεταπολίτευσης -όπως διατυμπανίζει η Νέα Δεξιά-, αποτελεί την αναγκαία συνθήκη για τη νομιμοποίηση της ακροδεξιάς στροφής των δύο εταίρων του δικομματισμού και των αντιδημοκρατικών και αντιλαϊκών μέτρων.
«…δεν θα βγούμε από το αδιέξοδο που αντιμετωπίζουμε, αν η «κεντροδεξιά» δεν απαρνηθεί πλήρως τις σοσιαλιστικές καταβολές του όποιου-φιλελευθερισμού (x-φιλελευθερισμού) επικαλείται, για να δικαιολογήσει τον κοινωνικό χαρακτήρα των δημόσιων επιλογών της», διατείνονται οι θεωρητικοί της Νέας Δεξιάς.
Στο ίδιο μήκος κύματος, έχει εισαχθεί η ιδέα της «ηγεμονίας της αριστεράς», ηγεμονία που υποτίθεται είναι υπεύθυνη για τη χρεοκοπία της χώρας-μια ιδέα που επαναλαμβάνεται αδιάλειπτα από τα ακροδεξιογενή στοιχεία της ΝΔ. Αν βέβαια υπήρξε κάποιου είδους ηγεμονία, αυτή αφορά τις σοσιαλδημοκρατικές ιδέες-οι οποίες ανιχνεύονται ακόμη και στην ιδρυτική διακήρυξη της ΝΔ-, που πολύ σύντομα πάντως έδωσε τη θέση της στην νεοφιλελεύθερη ηγεμονία. Ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός» του Κ. Καραμανλή εντάσσεται στα πλαίσια της φιλελεύθερης διακυβέρνησης του New Deal και αναφέρεται στον παρεμβατικό ρόλο του κράτους, ως προς ένα ρυθμισμένο καπιταλισμό, και που αποτελεί άλλωστε τον πυρήνα της «λαϊκής Δεξιάς». Στην πραγματικότητα, η αμφισβήτηση της υποτιθέμενης «αριστερής ηγεμονίας»-της φιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατίας-υποσκάπτει το ίδιο το κόμμα της ΝΔ.
Εντούτοις, η συμβολική χρήση αυτού του πολεμικού λόγου επιδιώκει την απαξίωση της μεταπολίτευσης και τη νομιμοποίηση της δεξιάς στροφής, με την έννοια της ιδεολογικής δεξιάς καθαρότητας. Στο πλαίσιο αυτό, οι ιδεολόγοι της Δεξιάς επανεισαγάγουν τον όρο «κοινωνικός φιλελευθερισμός», ενώ ταυτόχρονα ομνύουν στην νεοφιλελεύθερη «Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς», δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση, που εξωθεί την λαϊκή Δεξιά προς το χώρο της ριζοσπαστικής Δεξιάς. (Ο πρόεδρος του Χριστανοδημοκρατικού κόμματος διατείνεται ότι το κόμμα του είναι η «κανονική» ΝΔ-και δεν έχει άδικο!).
Είναι αβέβαιο αν με την ιδεολογική σύγχυση που επικρατεί στο δεξιό-όπως και το σοσιαλδημοκρατικό- στρατόπεδο είναι δυνατή κάποιου είδους μάχη των ιδεών, εκτός από επικοινωνιακές πομφόλυγες. Σε κάθε περίπτωση, ευνοημένος είναι ο χώρος της ριζοσπαστικής Δεξιάς, που ενδυναμώνεται από την ιδεολογική σύγχυση και αυτοδιάλυση της πρώην «κεντροδεξιάς», όσο και από τις νέες μνημονιακές ακροδεξιές μεθόδους διακυβέρνησης.
Το όραμα της «Νέας Ελλάδας», όπως και η ιδεολογική απαξίωση της μεταπολίτευσης, δουλεύει αποκλειστικά για το ριζοσπαστικό-ακροδεξιό στρατόπεδο, ανεξάρτητα από το εάν οι νεοφιλελεύθεροι εμπνευστές του προσβλέπουν σε εφήμερα οφέλη, αγνοώντας τις συνέπειες των επιλογών τους.
Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, ο νεοφιλελεύθερος μετασχηματισμός της Ευρώπης-όπως και στη περίπτωση της Βαϊμάρης-, εκτός από το ανυπολόγιστο κοινωνικό, ανθρώπινο και πολιτισμικό κόστος, έχει επίσης ένα σοβαρό πολιτικό κόστος: αποτελεί απειλή για τη Δημοκρατία και τους θεσμούς.