H πρώην ασκούμενη στο Λευκό Οίκο Μόνικα Λεβίνσκι, με την οποία ο Μπιλ Κλίντον είχε παραδεχθεί το 1998 ότι είχαν μια «ανάρμοστη σχέση» έσπασε τη σιωπή της με ένα άρθρο της που δημοσιεύεται στο τεύχος του περιοδικού Vanity Fair με ημερομηνία εξωφύλλου 8η Μαΐου και θυμήθηκε την «παγκόσμια ταπείνωση» που υπέστη μετά την αποκάλυψη της σχέσης της με τον πρώην πρόεδρο.
«Είναι καιρός να γυρίσω σελίδα» τόνισε η Λιουίνσκι, σύμφωνα με αποσπάσματα του άρθρου της που δημοσιεύονται στον ιστότοπο του μηνιαίου αμερικανικού περιοδικού, κι εκφράζει την επιθυμία της να «ανακτήσει τον έλεγχο της ιστορίας (της) και να δώσει ένα νόημα στο παρελθόν (της)».
«Λυπάμαι βαθιά για αυτό που συνέβη μεταξύ του προέδρου Κλίντον και εμένα», υπογράμμισε η ίδια.
Μετά από μια δεκαετία σχεδόν απόλυτης σιωπής, η τότε ασκούμενη, 40 ετών σήμερα, εξήγησε ότι παρέμεινε τόσο σιωπηλή που «η φήμη σε ορισμένους κύκλους ήταν ότι οι Κλίντον πρέπει να με είχαν πληρώσει». Όμως «τίποτα δεν είναι πιο μακριά από την αλήθεια», προσέθεσε η ίδια.
Είναι καιρός «να σταματήσω να περπατώ στις άκρες των δακτύλων όσον αφορά το παρελθόν μου—και το μέλλον άλλων ανθρώπων. Είμαι αποφασισμένη να γράψω ένα διαφορετικό τέλος στην ιστορία μου», είπε η Λεβίσνκι.
«Είναι αλήθεια, το αφεντικό μου με εκμεταλλεύτηκε, όμως παραμένω απόλυτη σε αυτό τα σημείο: επρόκειτο για μια συναινετική σχέση» υπογράμμισε η Λεβίνσκι.
«Όλη αυτή η αντίληψη περί "κακοποίησης" δημιουργήθηκε εκ των υστέρων, όταν μετατράπηκα στον αποδιοπομπαίο τράγο για να προστατεύσω (την) θέση ισχύος» του Μπιλ Κλίντον, εξήγησε.
Μετά το σκάνδαλο στα τέλη της δεκαετίας του 90, η Λιουίνσκι επιβεβαιώνει ότι «αρνήθηκε προσφορές (για δουλειά)» οι οποίες θα μπορούσαν να της έχουν αποφέρει «10 εκατομμύρια δολάρια και πλέον κάθε χρόνο», καθώς «δεν αισθανόμουν ότι ήταν σωστό».
Μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου πήρε ένα πτυχίο στην κοινωνική ψυχολογία στο London School of Economics, έπειτα στο Λος Άντζελες, στη Νέα Υόρκη, στο Πόρτλαντ (στο Όρεγκον, βορειοδυτικά των ΗΠΑ). Είχε υποβάλει αιτήσεις για διάφορες θέσεις εργασίας στους τομείς της επικοινωνίας και του μάρκετινγκ όμως «εξαιτίας αυτού που οι εργοδότες της χαρακτήριζαν με τακτ την "ιστορία" μου, δεν ήμουν ποτέ το "κατάλληλο πρόσωπο" για την θέση».
Η πρωταγωνίστρια του σκανδάλου του Λευκού Οίκου εξέφρασε την εκτίμηση ότι το 1998 υπήρξε «όχι μόνο το πλέον ταπεινωμένο πρόσωπο του κόσμου» αλλά «αναμφίβολα το πρώτο πρόσωπο ο παγκόσμιος εξευτελισμός του οποίου έγινε κυρίως μέσω του Διαδικτύου».
Στόχος της είναι, σημειώνει η ίδια, να υπερασπιστεί «θύματα ταπεινώσεων και συνεχών παρενοχλήσεων και να αρχίσει να μιλά για αυτό το θέμα σε δημόσια φόρουμ».