Πριν μερικές μέρες μου πήρε συνέντευξη δημοσιογράφος από την Ισπανία συνοδευόμενη, ως συνηθίζεται, από έλληνα βοηθό.
Εκείνος σε όλη την διάρκεια της συνέντευξης δεν είπε κουβέντα αλλά πρόσεχε όλο ένταση και ενδιαφέρον. Στο τέλος, όταν χαιρετιόμασταν με την δημοσιογράφο, ο βοηθός της της ζήτησε στα ισπανικά συγγνώμη που θα μου μιλούσε στα ελληνικά. Τότε με πλησίασε, μου έπιασε και τα δύο χέρια.
Τα μάτια του κοκκίνισαν πρώτα αρκετά πριν κυλήσει το πρώτο δάκρυ. Η φωνή του έτρεμε καθώς μου εξηγούσε ότι ήταν άστεγος, πρώην καθηγητής ξένων γλωσσών που τα έχασε όλα και που πασχίζει νύχτα-μέρα να μην δείχνει άστεγος. Που βλέπει το παιδί του μια φορά το μήνα αλλά μόνο όταν έχει καταφέρει να πλυθεί και να φαίνεται «κανονικός», κάνοντας δουλειές του ποδαριού όπως το να συνοδεύει ξένους ανταποκριτές.
Έκλεισε με τα εξής λόγια: «Δεν σας ζητώ να κάνετε κάτι για μένα. Εγώ τελείωσα. Σας ζητώ να κάνετε ό,τι μπορείτε για εκείνους που δεν έχουν πέσει ακόμα εδώ που είμαι εγώ μέσα από τις χαραμάδες της κοινωνίας.»
Καθώς αργότερα θα μπαίνω στο Υπουργείο Οικονομικών θα σκέφτομαι τα λόγια αυτά. Ούτε τα spreads, ούτε τα έντοκα, ούτε τα προσυμφωνηθέντα. Αυτά τα λόγια θα σκέφτομαι…