Έχουν όρια λένε οι άνθρωποι.
Υπάρχει ένα συγκεκριμένο σημείο μέχρι το οποίο μπορείς να αντέξεις. Κι όμως, κατά έναν τρόπο, ανέχονται πάντα περισσότερα απ’ όσα μπορούν πραγματικά να αντέξουν. Ίσως εκεί να δημιουργείται η φθορά.
Τα μεγαλύτερα δείγματα ανοχής κι αντοχής βρίσκονται στις σχέσεις. Όλες, ανεξαιρέτως της φύσης τους. Πιθανότατα επειδή μαζί τους έρχεται πακετάκι κι η υπομονή. Τη μαθαίνεις κι ύστερα την προσαρμόζεις στα μέτρα σου.Μαζί με αυτήν όμως, έρχονται ο συμβιβασμός κι οι υποχωρήσεις. Λίγο συναίσθημα να κουβαλάς πάνω σου και το έχασες το παιχνίδι. Πόσες φορές κατάπιαμε τσακωμούς, αδικίες, προσβολές κι απογοητεύσεις, που όλα μαζί κάθονταν σαν κόμπος στο λαιμό, μόνο και μόνο επειδή ήμασταν υπερβολικά συναισθηματικά δεμένοι ώστε να πούμε αντίο;
Μένεις κι επιμένεις. Παλεύεις είτε για ‘σένα, είτε για το συναίσθημά σου είτε για τον άνθρωπο. Δε σε πειράζει η αδικία γιατί πιστεύεις ότι μπορείς να την πολεμήσεις. Με τα πολλά, σκέφτεσαι, θα βαρεθεί και θα φύγει από μόνη της. Θα βαρεθεί να σε αντιμετωπίζει.
Προσπαθείς και πέφτεις και χαμηλά αν χρειαστεί. Δεν παίζουν με τους ανθρώπους, ή τουλάχιστον έτσι πιστεύεις εσύ. Και κάπως έτσι, ακροβατείς ανάμεσα σε σωστό και λάθος, λογική και τρέλα. Πάντα να κοιτάς τα άκρα.
Βρίσκεις ό,τι είναι μισό, να το ταιριάξεις. Ό,τι έσπασε, να το ενώσεις. Μπορεί να μην τα καταφέρνεις με την πρώτη, όμως λες πως θέλει χρόνο για να γίνει η αλλαγή. Όπως και να ‘χει, εσύ δε θα κουραστείς ποτέ σου.
Έτσι, ακούς κι υπομένεις. Συμφωνείς, ενώ στην πραγματικότητα σε τρώει η αντίρρηση. Κάνεις υποχωρήσεις κι άλλες φορές απλά αποχωρείς. Κι ας έχεις την απάντηση κι ας σε πνίγει το δίκιο σου, εσύ παραμένεις σιωπηλός, όχι από φόβο αλλά από γνώση.
Γιατί μέσα σου το ξέρεις. Είναι αυτή η υπομονή κι ο συμβιβασμός σου που κρατάνε το σχοινί. Το γεγονός ότι δεν ύψωσες ποτέ φωνή απέναντι σε εκείνο που σε πνίγει. Έτσι κι αλλιώς, και τις φορές που μίλησες, ποτέ τίποτα δεν άλλαξε.
Παλεύεις για κάτι ήδη νεκρό και τοξικό. Για κάτι που δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβει, απλά επειδή δεν έχει αρχικά καμιά διάθεση να ακούσει και λίγο νοιάζεται για την καλή σου θέληση. Βέβαια αυτό, είναι περισσότερο άγνοια παρά κακία.
Το έχεις δει το έργο και την ξέρεις την κατάληξη. Λόγια, πάλι λόγια και στο τέλος τίποτα. Θα συμφωνείτε, θα παραδέχεται ότι κάνει λάθος, θα γεμίζει το μέσα σου ελπίδες, μέχρι να παγώσει η συνείδηση και φτου ξανά κι απ’ την αρχή. Σαν να μην είπατε τίποτα ποτέ σας.
Κουράζεσαι για λίγο και βιάζεσαι να πεις πως ποτέ ξανά δεν πρόκειται να εξηγηθείς ή να εξηγήσεις. Άλλωστε τι να πεις; Στον άνθρωπο που δε βλέπει σφάλμα στις πράξεις του τι να εξηγήσεις; Χάνουν το νόημα οι λέξεις, το ίδιο κι εσύ.
Όμως δε γίνεται να χαλάσει. Ίσως είσαι εσύ το λάθος, πιθανό να αναρωτιέσαι. Μα όση ευθύνη και να μαζέψεις πάνω σου, γνωρίζεις πολύ καλά πως μόνος του δεν έφταιξε κανένας.
Και κουράζεσαι, ρε γαμώτο. Κουράζεται η ψυχή σου στα χιλιόμετρα. Ένα βήμα μπρός και δέκα πίσω. Κουράζεται κι αρχίζει να εγκαταλείπει. Φταις κι εσύ όμως και μαζί και η φιλοδοξία σου πως τάχα μου μπορούσες να κρατήσεις τον έλεγχο, λες κι είσαι το κέντρο του κόσμου.
Δε θα σου κουνήσω επιδεικτικά το δάχτυλο, προστάζοντάς σου σωστές και πρέπουσες συμπεριφορές. Κι αν οι άλλοι σου μιλάνε για ψευτοανωτερότητες κι εγωισμούς, εγώ σου μιλάω για αξιοπρέπεια και σε αυτή, τίποτα από τα δύο δε χωράει.
Τα ξέρεις. Στα έχουν ξαναπεί. Ό,τι δε χωράει στη ζωή σου, διαγράφεται. Η θεωρία, βλέπεις, είχε πάντα έναν τρόπο να κάνει τα πράγματα να φαίνονται καλύτερα. Πιο εύκολα. Κανείς δεν έριξε μαύρη πέτρα πίσω του χωρίς να κοιτάξει τη ζημιά του. Κανείς δεν εγκατέλειψε, χωρίς να έχει έστω και λίγο προσπαθήσει.
Κράτα τα λόγια σου για κάποιον άλλον. Για κάποιον που μπορεί να τα ακούσει κι ίσως, αν σταθείς πιο τυχερός εκείνη τη φορά, να είναι ικανός να τα καταλάβει. Δεν κρατάνε έτσι οι σχέσεις. Να τις κρατάει μονάχα ένας με το ένα χέρι και με το άλλο να παλεύει.
Οι σχέσεις θέλουν δύο. Ένα εσύ κι ένα εγώ. Ένας να βλέπει το πρόβλημα και δυο να τρέχουν να το φτιάξουν.
Αναστασία Θεοφανίδου
Πηγή: pillowfights.gr
Υπάρχει ένα συγκεκριμένο σημείο μέχρι το οποίο μπορείς να αντέξεις. Κι όμως, κατά έναν τρόπο, ανέχονται πάντα περισσότερα απ’ όσα μπορούν πραγματικά να αντέξουν. Ίσως εκεί να δημιουργείται η φθορά.
Τα μεγαλύτερα δείγματα ανοχής κι αντοχής βρίσκονται στις σχέσεις. Όλες, ανεξαιρέτως της φύσης τους. Πιθανότατα επειδή μαζί τους έρχεται πακετάκι κι η υπομονή. Τη μαθαίνεις κι ύστερα την προσαρμόζεις στα μέτρα σου.Μαζί με αυτήν όμως, έρχονται ο συμβιβασμός κι οι υποχωρήσεις. Λίγο συναίσθημα να κουβαλάς πάνω σου και το έχασες το παιχνίδι. Πόσες φορές κατάπιαμε τσακωμούς, αδικίες, προσβολές κι απογοητεύσεις, που όλα μαζί κάθονταν σαν κόμπος στο λαιμό, μόνο και μόνο επειδή ήμασταν υπερβολικά συναισθηματικά δεμένοι ώστε να πούμε αντίο;
Μένεις κι επιμένεις. Παλεύεις είτε για ‘σένα, είτε για το συναίσθημά σου είτε για τον άνθρωπο. Δε σε πειράζει η αδικία γιατί πιστεύεις ότι μπορείς να την πολεμήσεις. Με τα πολλά, σκέφτεσαι, θα βαρεθεί και θα φύγει από μόνη της. Θα βαρεθεί να σε αντιμετωπίζει.
Προσπαθείς και πέφτεις και χαμηλά αν χρειαστεί. Δεν παίζουν με τους ανθρώπους, ή τουλάχιστον έτσι πιστεύεις εσύ. Και κάπως έτσι, ακροβατείς ανάμεσα σε σωστό και λάθος, λογική και τρέλα. Πάντα να κοιτάς τα άκρα.
Βρίσκεις ό,τι είναι μισό, να το ταιριάξεις. Ό,τι έσπασε, να το ενώσεις. Μπορεί να μην τα καταφέρνεις με την πρώτη, όμως λες πως θέλει χρόνο για να γίνει η αλλαγή. Όπως και να ‘χει, εσύ δε θα κουραστείς ποτέ σου.
Έτσι, ακούς κι υπομένεις. Συμφωνείς, ενώ στην πραγματικότητα σε τρώει η αντίρρηση. Κάνεις υποχωρήσεις κι άλλες φορές απλά αποχωρείς. Κι ας έχεις την απάντηση κι ας σε πνίγει το δίκιο σου, εσύ παραμένεις σιωπηλός, όχι από φόβο αλλά από γνώση.
Γιατί μέσα σου το ξέρεις. Είναι αυτή η υπομονή κι ο συμβιβασμός σου που κρατάνε το σχοινί. Το γεγονός ότι δεν ύψωσες ποτέ φωνή απέναντι σε εκείνο που σε πνίγει. Έτσι κι αλλιώς, και τις φορές που μίλησες, ποτέ τίποτα δεν άλλαξε.
Παλεύεις για κάτι ήδη νεκρό και τοξικό. Για κάτι που δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβει, απλά επειδή δεν έχει αρχικά καμιά διάθεση να ακούσει και λίγο νοιάζεται για την καλή σου θέληση. Βέβαια αυτό, είναι περισσότερο άγνοια παρά κακία.
Το έχεις δει το έργο και την ξέρεις την κατάληξη. Λόγια, πάλι λόγια και στο τέλος τίποτα. Θα συμφωνείτε, θα παραδέχεται ότι κάνει λάθος, θα γεμίζει το μέσα σου ελπίδες, μέχρι να παγώσει η συνείδηση και φτου ξανά κι απ’ την αρχή. Σαν να μην είπατε τίποτα ποτέ σας.
Κουράζεσαι για λίγο και βιάζεσαι να πεις πως ποτέ ξανά δεν πρόκειται να εξηγηθείς ή να εξηγήσεις. Άλλωστε τι να πεις; Στον άνθρωπο που δε βλέπει σφάλμα στις πράξεις του τι να εξηγήσεις; Χάνουν το νόημα οι λέξεις, το ίδιο κι εσύ.
Όμως δε γίνεται να χαλάσει. Ίσως είσαι εσύ το λάθος, πιθανό να αναρωτιέσαι. Μα όση ευθύνη και να μαζέψεις πάνω σου, γνωρίζεις πολύ καλά πως μόνος του δεν έφταιξε κανένας.
Και κουράζεσαι, ρε γαμώτο. Κουράζεται η ψυχή σου στα χιλιόμετρα. Ένα βήμα μπρός και δέκα πίσω. Κουράζεται κι αρχίζει να εγκαταλείπει. Φταις κι εσύ όμως και μαζί και η φιλοδοξία σου πως τάχα μου μπορούσες να κρατήσεις τον έλεγχο, λες κι είσαι το κέντρο του κόσμου.
Δε θα σου κουνήσω επιδεικτικά το δάχτυλο, προστάζοντάς σου σωστές και πρέπουσες συμπεριφορές. Κι αν οι άλλοι σου μιλάνε για ψευτοανωτερότητες κι εγωισμούς, εγώ σου μιλάω για αξιοπρέπεια και σε αυτή, τίποτα από τα δύο δε χωράει.
Τα ξέρεις. Στα έχουν ξαναπεί. Ό,τι δε χωράει στη ζωή σου, διαγράφεται. Η θεωρία, βλέπεις, είχε πάντα έναν τρόπο να κάνει τα πράγματα να φαίνονται καλύτερα. Πιο εύκολα. Κανείς δεν έριξε μαύρη πέτρα πίσω του χωρίς να κοιτάξει τη ζημιά του. Κανείς δεν εγκατέλειψε, χωρίς να έχει έστω και λίγο προσπαθήσει.
Κράτα τα λόγια σου για κάποιον άλλον. Για κάποιον που μπορεί να τα ακούσει κι ίσως, αν σταθείς πιο τυχερός εκείνη τη φορά, να είναι ικανός να τα καταλάβει. Δεν κρατάνε έτσι οι σχέσεις. Να τις κρατάει μονάχα ένας με το ένα χέρι και με το άλλο να παλεύει.
Οι σχέσεις θέλουν δύο. Ένα εσύ κι ένα εγώ. Ένας να βλέπει το πρόβλημα και δυο να τρέχουν να το φτιάξουν.
Αναστασία Θεοφανίδου
Πηγή: pillowfights.gr