Του Νίκου Μπογιόπουλου
Φασισμός είναι η υπονόμευση του συλλογικού και η θρησκεία του άφατου ατομισμού. Στην οικονομία, λατρεύει τον «ιδιώτη». Στην πολιτική, διακηρύττει το θατσερικό δόγμα «η κοινωνία δεν είναι τίποτα, το άτομο είναι το παν». Είναι το ανταγωνιστικό μοντέλο συμβίωσης που αναπαράγει το πρότυπο «ο άνθρωπος, λύκος για τον άνθρωπο» και σε συνθήκες κρίσης διαποτίζει τον κοινωνικό ιστό με το δηλητήριο «ο θάνατος σου, η ζωή μου».
Είναι η παραχάραξη της έννοιας «αλληλεγγύη» σε ψαρισαϊκή «φιλανθρωπία». Η προσπάθεια γελοιοποίησης ή και αντιποίησης του «ένας για όλους και όλοι για έναν» ώστε να στρώνεται το έδαφος στη λογική «ο καθένας για την πάρτη του».
Είναι το κράτος του «κοινωνικού αυτοματισμού», που αναγορεύει το «φραγγέλιο» σε «λύση», καλλιεργεί το μικροαστικό ιδεολογικό κατακάθι και ανάγει το λιντσάρισμα σε απενοχοποιημένη «πολιτική δράση».
Είναι η ελεεινολόγηση του «άλλου» και του «διαφορετικού» από εκείνους που εκμεταλλεύονται τον «διαφορετικό», που τον θέλουνε δούλο τους, και που τώρα τον κλείνουνε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης με αλαλαγμούς περί «επανακαταλήψης των πόλεων μας».
Είναι η στοχοποίηση του αδύναμου ως εύκολου στόχου και ως ιδανικού αποδιοπομπαίου αντιπάλου.
Είναι η κοινωνική και πολιτική αγριότητα που γυρεύει νομιμοποίηση υποκρινόμενη ότι ασκείται στο όνομα του «υπέρτερου συμφέροντος».
Είναι η κοινωνική και πολιτική αγριότητα που γυρεύει νομιμοποίηση υποκρινόμενη ότι ασκείται στο όνομα του «υπέρτερου συμφέροντος».
Είναι ο κατακερματισμός των θυμάτων της κοινωνίας, ο διαχωρισμός τους σε αντιτιθέμενες μερίδες «κανιβάλων» που διαποτίζονται από την αρχή «χάνεις-κερδίζω», «αφανίζεσαι-υπάρχω», «πεθαίνεις-ζω».
Είναι η ενοχοποίηση του μαζικού, του κοινωνικού, του ταξικού, του πολιτικού αγώνα και η ιταμή διασύνδεση τους -μέσω της γκεμπελικής θεωρίας των «δύο άκρων»- με τα «τάγματα εφόδου» των λούμπεν της ακροδεξιάς τρομοκρατίας.
Η νεοναζιστική συμμορία των τραμπούκων του υποκόσμου που υποδύεται το πολιτικό κόμμα είναι το δημιούργημα της σαπίλας ενός πολιτικού και οικονομικού καθεστώτος που για την αυτοπροστασία και την αναπαραγωγή του μετατρέπει την ίδια τη βρωμιά του σε κοπριά για να καλλιεργεί Φρανκενστάιν, εντεταλμένους να υπηρετούν τη σαπίλα που τους δημιούργησε.
Φασισμός είναι η διαστρέβλωση, το ψέμα και η ιστορική αφασία. «Εμείς -ομολογεί η συμμορία- ήμασταν το καθεστώς εκείνο το οποίο εμείς εκφράζουμε ιδεολογικά, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου του Ιωάννη Μεταξά» (Ν. Μιχαλολιάκος, ΣΚΑΪ, 24/10/2012).
Αλλά: Πρώτον, ο Μεταξάς ήταν αυτός που το 1936, λίγους μήνες πριν κηρύξει επίσημα τη φασιστική δικτατορία, είχε διοριστεί πρωθυπουργός από τον βασιλιά Γεώργιο και είχε λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης όλων των αστικών κομμάτων παρότι το Γενάρη του ίδιου χρόνου στις εκλογές που προηγήθηκαν είχε λάβει μόλις 50.000 ψήφους και μόλις 7 έδρες στη Βουλή. Ο τότε βουλευτής Ηλείας του Λαϊκού Κόμματος Βάσος Στεφανόπουλος ομολογούσε: «Χρεωκοπήσαμεν ως κοινοβουλευτισμός, Εξεπέσαμεν ως συνέλευσις και χάσαμε τον ψυχικόν σύνδεσμο προς τον λαόν. Διότι τι είδους ψυχικός σύνδεσμος είναι δυνατόν να διατηρηθή όταν ο μεν λαός φωνάζη δεν θέλω να με κυβέρνηση ο Μεταξάς, ημείς δε αδιαφορούντες του απαντώμεν: Και όμως θα σε κυβερνήσει ο Μεταξάς». Τόσο «αντισυστημικός», λοιπόν, ο διορισμένος από τα ανάκτορα Μεταξάς. Όσο και οι χρυσαυγίτες απόγονοι του.
Δεύτερον, μετά τη στάση πληρωμών του 1932, η Ελλάδα πλήρωνε στους δανειστές το 30% των τόκων που χρωστούσε. Το καθεστώς Μεταξά, όμως, εξασφάλισε στους τοκογλύφους αποπληρωμές που έφταναν μέχρι και το 43%. Τόσο «πατριωτικό» το καθεστώς Μεταξά. Όσο και οι χρυσαυγίτες απόγονοι του.
Τρίτον, «εκτός από τους χώρους της πολιτικής και του στρατεύματος, το καθεστως (Μεταξά) άντλησε τα στελέχη του και από τον επιχειρηματικό κόσμο (…) και τους τραπεζιτικούς και χρηματιστικούς κύκλους (…) Οι βιομήχανοι Ανδρέας Χατζηκυριάκος (ως πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων και Βιοτεχνών, αλλά και ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας μέχρι τις 24 Ιουλίου 1937), Επαμεινώνδας Χαρίλαος και Πρόδρομος (“Μποδοσάκης”) Αθανασιάδης στήριξαν ενεργά την άνοδο και την οικονομική πορεία της μεταξικής κυβέρνησης. Ο Αλέξανδρος Κορυζής, υποδιοικητής (και από το 1939 διοικητής) της ΕΤΕ, ανέλαβε το υπουργείο Προνοίας (…). Από το χώρο της ΕΤΕ προήλθε και ο διάδοχος του Χατζηκυριάκου στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας (ο Ιωάννης Αρβανίτης…). Ο Αλέξανδρος Ν. Κανελλόπουλος, διευθύνων σύμβουλος της Ανωνύμου Ελληνικής Εταιρείας Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων (ΑΕΕΧΠΛ), διατέλεσε κυβερνητικός επίτροπος της ΕΟΝ (1937-41)». (Σπυρίδων Πλουμίδης, «Το καθεστώς Μεταξά, 1936-1940»). Τόσο «αντικεφαλαιοκράτης» ο Μεταξάς. Όσο και οι χρυσαυγίτες απόγονοι του.
Να λοιπόν γιατί: «Φασισμός: Ο πιο ωμός, ο πιο καταπιεστικός, ο πιο θρασύς, ο πιο δόλιος καπιταλισμός» (Μπ. Μπρεχτ).
”Unfollow”