Συμπληρώνεται μι
α εβδομάδα από το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών και οι 12 θάνατοι των φοιτητών της Θεσσαλονίκης έχουν επηρεάσει κάθε τμήμα και κάθε βαθμίδα της πανεπιστημιακής κοινότητας.
«Αυτή την εικόνα δεν πρόκειται να την ξεχάσω όσο ζω»
Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που συνάντησε η καθηγήτρια του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, όταν την Παρασκευή το μεσημέρι μπήκε σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο για να διδάξει ένα υποχρεωτικό μάθημα του πρώτου έτους. «Τους βρήκα όλους όρθιους με σταυρωμένα τα χέρια μπροστά, κατεβασμένα τα κεφάλια, τηρούσαν ενός λεπτού σιγή. Χωρίς καμία δική μου προτροπή ή παρουσία, παρόλο που είχα σκοπό να το προτείνω. Αυτή την εικόνα δεν πρόκειται να την ξεχάσω όσο ζω».
Οι φοιτητές της κυρίας Ιωαννίδου είχαν έναν επιπλέον λόγο να θρηνούν, καθώς μέλος της σχολής τους ήταν και ένα από τα θύματα, η 20χρονη Φραντζέσκα Μπέζα. «Τους παρακάλεσα για ένα πράγμα: Να ενημερώνονται και να αντιδρούν», συμπληρώνει η καθηγήτρια.
«Ο φόβος διαπέρασε ολόκληρη τη γενιά μας»
Ο Νικόλαος Ναγκούλης, διδάκτωρ πολιτικός μηχανικός του Α.Π.Θ. και μέλος του Σωματείου Έρευνας και Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, μιλώντας στην «Κ» αναφέρει πως «τις πρώτες μέρες ψάχναμε στις ανακοινώσεις τα ονόματα για συναδέλφους και φοιτητές μας και δυστυχώς εντοπίσαμε αρκετούς. Τις επόμενες προσπαθούσαμε κάτι να πούμε, αλλά μέχρι και αυτή τη στιγμή που μιλάμε, αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Υπάρχει θλίψη, θυμός, αγωνία, ένα κοκτέιλ συναισθημάτων από το οποίο δεν βγαίνουν λόγια, αλλά κραυγές. Κουραστήκαμε να ακούμε για το λάθος του σταθμάρχη. Αν όλα κρέμονται από ένα ανθρώπινο λάθος, τότε αύριο θα είμαστε εμείς, αυτός ο φόβος διαπέρασε τη γενιά μας ολόκληρη. Έπειτα, για τους ερευνητές και τις ερευνήτριες που εργαζόμαστε στο πανεπιστήμιο, ξύπνησε έντονα μέσα μας ένα αίσθημα ματαίωσης. Η έρευνα που παράγουμε, οι αυτοματισμοί, τα drones, οι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης, τα ατελείωτα πιλοτικά σενάρια και οι αναλύσεις ρίσκου, ευτελίζονται από μια πολιτεία που σταθερά εγκαταλείπει τα «κοινά».
«Βιώνουμε ένα συλλογικό τραύμα»
Παρόμοια είναι και τα αισθήματα της Ολυμπίας Γαϊτανίδου, φοιτήτριας επί πτυχίω στο 5ο έτος της Νομικής, τη σχολή δηλαδή που παρακολουθούσε ο 23χρονος Κυπριανός Παπαϊωάννου.
«Τον συμφοιτητή που χάσαμε δεν τον γνώριζα προσωπικά, έχουμε όμως επηρεαστεί όλοι και όλες από τις απώλειες. Το τίμημα που πλήρωσε το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ήταν πολύ βαρύ. Για μένα, και δεν είναι μόνο δική μου αίσθηση, το έγκλημα που συνέβη στα Τέμπη ήταν αποτέλεσμα των ελλείψεων του κρατικού μηχανισμού. Το πανεπιστήμιο είναι πλημμυρισμένο από φωτογραφίες, ποιήματα, παρεμβάσεις φοιτητικών συλλόγων. Χθες καλύφθηκε συμβολικά με μαύρο πανί το άγαλμα του Αριστοτέλη. Έχω στο περιβάλλον μου ανθρώπους που έχασαν φίλους και συγγενείς στο δυστύχημα. Βιώνουμε ένα συλλογικό τραύμα και προσπαθούμε να το διαχειριστούμε. Στις πορείες που πήγαμε αυτές τις μέρες, κλαίγαμε. Η καταγωγή μου είναι από τη Λάρισα και αυτό το δρομολόγιο το έκανα κάθε δυο με τρεις εβδομάδες, και συνήθως με αυτό το δρομολόγιο, το τελευταίο. Είναι πολύ εύκολο να ταυτιστεί κανείς με τα θύματα και τις οικογένειες τους, ειδικά εμείς οι φοιτητές. Πέρα όμως από τη θλίψη και το πένθος που βιώνουμε, είμαστε και εξοργισμένοι, γιατί αυτά τα παιδιά χάθηκαν άδικα».
«Έστειλαν το παιδί τους να σπουδάσει και τους το επιστρέψαμε νεκρό»
Ο κοσμήτορας της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ, Παναγιώτης Γκλαβίνης, από τη δική του πλευρά στέκεται στην υποχρέωση που θεωρεί ότι υπάρχει απέναντι στην οικογένεια του φοιτητή, που όπως λέει «το έστειλαν οι γονείς του να σπουδάσει στη Θεσσαλονίκη και εμείς τους τον επιστρέψαμε νεκρό. Στην πόλη μας σπουδάζει και η αδερφή του. Κινητοποιηθήκαμε ως σχολή, προκειμένου να εκδηλώσουμε τη συμπαράστασή μας. Συνάδελφοι δικηγόροι θα συνδράμουν στη νομική υποστήριξη της οικογένειας για να διεκδικήσουν την αποζημίωση που δικαιούνται. Επιθυμούμε να θεσμοθετήσουμε και μια υποτροφία ώστε ένα παιδί από την Κύπρο να έρθει να σπουδάσει στη Νομική Σχολή. Προσωπικά μετέβην στην εξόδιο ακολουθία που έγινε χθες στην Κύπρο, όπου και προσήλθε μια πραγματική λαοθάλασσα. Όλη αυτή η συγκίνηση οφείλεται στο γεγονός ότι αυτό το παιδί χάθηκε με τρόπο εντελώς άδικο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει μια βουβή αγανάκτηση, την οποία την ένιωθα ανάμεσα στον κόσμο, μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ότι το φέρετρο προσήλθε στην εκκλησία πάνω στην ελληνική σημαία…».
Κάθε ώρα που περνάει όλο και μια νέα Γενική Συνέλευση φοιτητών ή κάποια ανακοίνωση Τμήματος έρχεται στη δημοσιότητα, ενώ δύο λέξεις φαίνεται να κυριαρχούν στα προαύλια και στα έδρανα των σχολών: αυτές είναι η αδικία και ο θυμός, για ένα τραύμα που κανείς φοιτητής δεν πρόκειται να ξεχάσει, αλλά και κανείς μας δεν θα έπρεπε να βιάζεται να το κλείσει.