Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος, Κιλκίς
Τι ήταν οι αρματολοί; Έλληνες, πολεμιστές ατρόμητοι, που δεν «έκατσαν φρόνιμα, να γίνουν νοικοκύρηδες», αλλά πολεμούσαν την Τουρκιά «ψηλά στα κορφοβούνια». Και επειδή οι «μωχαμετάνοι» δεν μπορούσαν να τους εξοντώσουν, τους ανέθεταν την τήρηση της ασφάλειας και της ειρήνης σε δυσυπότακτες περιοχές. Λάμβαναν «μιστούς» και δώρα από τους Τούρκους, συνεργαζόμενοι δήθεν μαζί τους, αλλά, συν τω χρόνω, μαζί με τους Κλέφτες, (δυσδιάκριτοι οι ρόλοι, γι’ αυτό Κλεφταρματολοί), χρησίμευσαν ως η βάση της εθνικής εναντίον των τυράννων Επανάστασης, στάθηκαν η «μαγιά» της λευτεριάς μας. Αρματολοί υπήρξαν τα λιοντάρια του Εικοσιένα, όπως το επιμαρτυρεί και το δημοτικό τραγούδι: «Του Αντρούτσου η μάνα χαίρεται / του Διάκου καμαρώνει / γιατί έχουνε γιους αρματολούς και γιους καπεταναίους…».
Σήμερα ζούμε μια νέα Τουρκοκρατία, ύπουλη και δολερή.
Η «οικονομία» του Θεού και το καριοφίλι των Κλεφταρματολών, μας λευτέρωσε και νεκραναστήθηκε η ματοκυλισμένη Πατρίδα μας. Η οικονομία των τωρινών προσκυνημένων στις διεθνείς συμμορίες, ακυρώνει στην ουσία την Ευλογημένη Επανάσταση.
Υποδουλωνόμαστε, όχι επειδή ηττηθήκαμε σε πόλεμο, αλλά διότι προδίδουν την Πατρίδα οι ανθρωποκάμπιες που υποδύονται τους κυβερνήτες. Παρένθεση: Όλα, μα όλα, οφείλονται στην έλλειψη φιλοπατρίας. «Όσω πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτο ελλείπεις τη αγάπη», έλεγε ο Μέγας Βασίλειος.
Αυτό ισχύει και για την αγάπη και το σέβας προς την πατρίδα. Από την μια έχουμε τους μπουκωμένους από καταθέσεις «σωτήρες» του κυβερνητικού συνασπισμού και από την άλλη, τα αντιπολιτευτικά ναυάγια του εθνομηδενισμού και της κακολόγου εκκλησιομαχίας. Και στη μέση ο λαός να επαιτεί, να αυτοκτονεί και να αφήνει τα καλύτερα παιδιά του να λεηλατούνται από τα «ξένα»…
Γράφει στα απομνημονεύματά του ο στρατηγός Μακρυγιάννης, σε στιγμή που ξεχείλιζε η καρδιά του από πόνο για την φτωχή μάνα μας, την Πατρίδα. «Σύρε, πες του, όποιος είναι αυτός οπού θα βάλη τα χρήματα, όχι αρχηγόν τον κάνω καμπούλι (=τον δέχομαι), διά την αγάπη της πατρίδος μου, αλλά όπου κατουράγει να μου δίνη να πίνω εγώ το κάτρο· το κάνω αυτό και του το δίνω ενγράφως». (σελ. 483, εκδ. «Ζαχαρόπουλος»). Διαβάζεις και δακρύζεις. Το «κάτρο» του λαού έπρεπε να πίνουν όλα αυτά τα καθάρματα, που πλούτισαν εις βάρος του…
Μιας και σήμερα, όπως προείπα, βιώνουμε την νέα Τουρκοκρατία, για να σωθεί ο τόπος, για να απομείνει μαγιά, η λύση είναι να μιμηθούμε τους ηρωικούς ραγιάδες: Το πνευματικό αρματολίκι. Και αναφέρομαι στους συναδέλφους και αδελφούς εν Χριστώ, δασκάλους. Τι εννοώ; Έρχεται η λεγόμενη αξιολόγηση. Όλοι συμφωνούν ότι πρέπει και ο δάσκαλος, ο καθηγητής, να αξιολογείται, να κρίνεται, ώστε να αποπέμπονται από την τάξη οι ακατάλληλοι και ράθυμοι. Συμφωνώ. Παρεισέφρησε πολλή μετριότητα, άνθρωποι κυριολεκτικώς επικίνδυνοι για σχολική αίθουσα. (Επί ΠΑΣΟΚ, την δεκαετία του ’80, περίπου 20.000 δάσκαλοι μετεγγράφησαν από πανεπιστήμια της Γιουγκοσλαβίας, στις ημέτερες παιδαγωγικές ακαδημίες.
Θυμάμαι στην Θεσσαλονίκη «περάσαμε» τριακόσιοι, και την ημέρα της ορκομωσίας ήμασταν πάνω από χίλιοι πεντακόσιοι. Ήταν η εποχή του Ανδρέα, όπου θυσιάζονταν τα πάντα και γίνονταν τα πάντα, αρκεί να εξασφαλιζόταν η παραμονή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία για μια ακόμη τετραετία. Βεβαίως, αρκετοί εξ αυτών των επήλυδων, στην πορεία εξελίχθηκαν σε λαμπρούς δασκάλους. Δεν παύει όμως να αποτελεί αδικία, δηλωτική της βορβορώδους ευτέλειας και της αίσθησης πως όλα επιτρέπονταν άνω ορίων και χαλινού, με λίγα λόγια το κράτος ΠΑΣΟΚ).
Η αξιολόγηση, λοιπόν και κατ’ αρχήν, είναι σωστή. Θα «κοσκινιστεί», θα ξεχωρίσει η ήρα από το σιτάρι, με στόχο «την βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης», σύμφωνα με τις αφόρητες κοινοτοπίες του σχεδίου αξιολόγησης του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού, Αθλητισμού, Νέας Γενιάς, δία βίου Μάθησης, Αναρρήσεως των Αιχμαλώτων, ευφορίας των καρπών της Γης και λοιπά συνοδευτικά…
Αλλού όμως είναι το πρόβλημα.
Πρώτον: Όλοι μας υποψιαζόμαστε, ότι η αξιολόγηση, στην νυν συγκυρία, είναι το κέλυφος, κάτω από το οποίο κρύβεται η απαίτηση της συμμορίας («τρόικας») για μαζικές απολύσεις εκπαιδευτικών.
Δεύτερον: σε συνάφεια με το προηγούμενο. Λιγότεροι δάσκαλοι σημαίνει λιγότερα σχολεία, ο ανομολόγητος στόχος τους. Θα κλείσουν και άλλες εκπαιδευτικές μονάδες, ιδίως σε απομακρυσμένες και ακριτικές περιοχές, οι οποίες θα μεταβληθούν σε γηροκομεία, εύκολη λεία ανεξέλεγκτων συμμοριών.
Τρίτον: Η αξιολόγηση αποτελείται από δύο σκέλη. Την διοικητική από τον διευθυντή, η οποία, λίγο έως πολύ, γίνεται. Και την εκπαιδευτική, από τον οικείο σχολικό σύμβουλο· με λίγα λόγια ο σχολικός σύμβουλος θα ελέγχει τι διδάσκεις στην τάξη. Είναι γνωστό, ότι οι σχολικοί σύμβουλοι -πλην ελαχίστων τιμητικών εξαιρέσεων- είναι «προοδευτικής» κοπής, φερέφωνα του υπουργείου, που «παίρνουν γραμμή και μπαίνουν στην γραμμή».
Άρα κραδαίνοντας τον πέλεκυ της κακής βαθμολογίας, ίσως και απόλυσης, θα εξαναγκάζουν τους δασκάλους να αυτολογοκρίνονται, να συμμορφώνονται με τις οδηγίες της εξουσίας και να σιωπούν. Αυτό ακυρώνει το θεμέλιο, το υπόβαθρο της Παιδείας, την ελευθερία του λόγου και της σκέψης.
Τέταρτον: Πολλοί εκπαιδευτικοί, τρομοκρατημένοι, θα αναπτύξουν γλοιώδη συμπεριφορά προς τους αξιολογητές, θα καταστούν ευάλωτοι και υποχωρητικοί στους μαθητές, τα φαινόμενα απειθαρχίας θα πολλαπλασιαστούν, αφού κανείς δεν θα θέλει να δημιουργηθεί «επεισόδιο» ή να συγκρουστεί με ανώριμους γονείς «διά τον φόβον των Ιουδαίων».
Για παράδειγμα: Προσωπικώς (φέτος έχω στ’ Δημοτικού) δεν διδάσκω τα βιβλία γλώσσας-περιοδικά ποικίλης ύλης. Χρησιμοποιώ κείμενα από τους μεγάλους μάστορες του λόγου μας, Ευαγγελικές Περικοπές (για τα Θρησκευτικά), κείμενα των Πατέρων, Μακρυγιάννη, Κολοκοτρώνη (απομνημονεύματα, τον λόγο στην Πνύκα), δηλαδή τα παλιά δικά μας πλούτη, τα καλούδια, που μας περιμένουν στο πατρογονικό κελάρι. Προφανώς με την αξιολόγηση θα χαρακτηριστώ «ελλιπής» και ίσως απολυθώ. Το ίδιο ισχύει για πολλούς δασκάλους, που διδάσκουν «ψυχή και Χριστό». Βρισκόμαστε ενώπιον διωγμών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και το πρόσφορο, για τέτοια πράγματα, έδαφος. (Η Τρόικα αλυχτεί και πάλι απαιτώντας κεφάλια…).
Τι κάνουμε; Πνευματικό αρματολίκι. (Η φράση ανήκει στον μακαριστό Δάσκαλό μας στην Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης Απόστολο Ιωαννίδη). Δεν φοβόμαστε γιατί «ου γαρ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως». (προς Τιμ. Β’, 1,7).
Όταν θα κλείνει πίσω μας η πόρτα της τάξης θα διδάσκουμε «τι είχαμε, τι χάσαμε και τι μας πρέπει». Να γνωρίσουν οι μαθητές την Πατρίδα τους, την αληθινή και όχι το άβουλο απολειφάδι που την κατάντησαν οι ελεεινοί. Στις τάξεις θα θεριεύουμε την αποσταμένη ελπίδα για την ανάσταση του Γένους, της αλυσόδετης Πατρίδας, ενώ το αιχμάλωτο κράτος, όπως οι αρματολοί με τους Τούρκους, θα νομίζει ότι είμαστε όργανά του. Έτσι διασώζεται η μαγιά, που θα φέρει το φεγγοβόλο αστέρι της αυγής, την λευτεριά μας. Και θέλει λίγο από την «τρέλλα» του Κολοκοτρώνη. «Ο κόσμος μας έλεγε τρελλούς. Εμείς, αν δεν ήμεθα τρελλοί, δεν εκάναμεν την Επανάστασιν». «Όλα τα είχα προβλέψει, τα είχα σκεφτεί, όλα εκτός από την τρέλλα των Ελλήνων», μονολογούσε ο Νικόλαος Ιβανώφ, ο αρχιστράτηγος των Βουλγάρων στην ένδοξη μάχη του Κιλκίς. Η «τρέλλα» των Κλεφταρματολών σώζει πατρίδες και όχι η ηττοπάθεια και η δειλία των «γνωστικών», που κυβερνούν γονατισμένοι.