Πέρασαν 45 χρόνια από τηην εν ψυχρώ δολοφονία του Τσε Γκεβάρα στις 9 Οκτωβρίου 1967 στο δημοτικό σχολείο του χωριού Λα Ιγκέρα της Βολιβίας όπου είχε μεταφερθεί μετά τη σύλληψή του από τον Βολιβιανό στρατό, με τη βοήθεια της CIA.
Την προηγούμενη ημέρα είχε πέσει σε ενέδρα με τους 17 αντάρτες που του είχαν απομείνει. Εκτελεστής του θεωρήθηκε ο λοχίας Μάριο Τεράν, που έδωσε μάχη με τους συναδέλφους του για το ποιος θα έχει την τιμή να σκοτώσει τον διακεκριμένο αιχμάλωτο.
Στην Κούβα, ο Φιντέλ Κάστρο κράτησε αρχικά επιφυλακτική στάση απέναντι στην είδηση του θανάτου του, ωστόσο στις 15 Οκτωβρίου, αποδέχτηκε το γεγονός, μετά από την εμφάνιση φωτογραφικών αποδείξεων.
Το πτώμα του Γκεβάρα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Σαν Χοσέ ντε Μάλτα όπου έγινε και νεκροψία, στο πρακτικό της οποίας καταγράφτηκαν συνολικά εννέα πληγές που είχαν προκληθεί από σφαίρες. Σύμφωνα με τη νεκροψία, ο θάνατός του προκλήθηκε από τα τραύματα που έφερε στο θώρακα και την αιμορραγία. Το πτώμα του έπρεπε για τους στρατιωτικούς να χαθεί δίχως κανένα ίχνος και θάφτηκε κρυφά κοντά στο αεροδρόμιο, 30 χλμ. από την Λα Ιγκέρα.
Νωρίτερα, στο νοσοκομείο, είχαν κοπεί τα χέρια του, τα οποία διατηρήθηκαν σε φορμόλη προκειμένου να γίνει αργότερα η οριστική αναγνώρισή του. Το πτώμα του έμεινε στον μυστικό του τάφο μέχρι που ανακαλύφθηκε στις 12 Ιουλίου 1997 στο Βαγιεγκράντε της Βολιβίας. Αφού μεταφέρθηκε στην Κούβα, κηδεύτηκε στη Σάντα Κλάρα, την πόλη που ο ίδιος είχε κατακτήσει το 1958 ανοίγοντας το δρόμο για την τελική νίκη του Κάστρο.
Ανάμεσα στα αντικείμενα του Τσε Γκεβάρα που διέθεταν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους διώκτες του, ανήκε και το ημερολόγιό του.
Η μνήμη του Τσε παραμένει ζωντανή όλα αυτά τα χρόνια. Ο «αιώνιος» επαναστάτης, είναι «παρών» σε κάθε διαδήλωση, οπουδήποτε στον κόσμο. Το παράδειγμα, η επαναστατική σκέψη και η δράση του Τσε παραμένουν ζωντανά και επίκαιρα για τους λαούς όλου του κόσμου στην πάλη για το σοσιαλισμό – κομμουνισμό.
Ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα (Ernesto Guevara de la Serna), γνωστός ως Τσε Γκεβάρα, γεννήθηκε στο Ροζάριο της Αργεντινής. Ήταν γιατρός, κομμουνιστής Μαρξιστής – Λενινιστής επαναστάτης, ένας από τους αρχηγούς των ανταρτών στην Κούβα και πολιτικός. Συμμετείχε στο κίνημα της 26ης Ιουλίου που πέτυχε την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος στην Κούβα, αρχικά προσφέροντας τις ιατρικές γνώσεις του και αργότερα ως διοικητής των ανταρτών, ενώ υπήρξε μέλος της επαναστατικής κουβανικής κυβέρνησης προωθώντας ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Το 1955 συνάντησε για πρώτη φορά στο Μεξικό τον Φιντέλ Κάστρο και προσχώρησε στο επαναστατικό τμήμα 83 ατόμων που αποτέλεσαν την αποστολή του «Γκράνμα», πλοιάριο με το οποίο πέρασαν στην Κούβα και άρχισε ο ένοπλος αγώνας που οδήγησε στην ανατροπή του δικτάτορα Φλουχένσιο Μπατίστα την 1η Γενάρη του 1959.
Μετά την Επανάσταση, ο Τσε ανέλαβε επικεφαλής του τμήματος Βιομηχανίας και Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Μεταρρύθμισης, αργότερα διατέλεσε υπουργός Βιομηχανίας καθώς και πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας ως το 1965 που έφυγε από την Κούβα για να προσφέρει τις διεθνιστικές του υπηρεσίες σε επαναστατικά κινήματα, καταλήγοντας στην Βολιβία.
Το παράδειγμα, η επαναστατική σκέψη και η δράση του Τσε παραμένουν ζωντανά και επίκαιρα για τους λαούς όλου του κόσμου.