ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Για να είμαστε (που λέει κι ο Πρωθυπουργός μας) ξεκάθαροι, ΚΑΘΕ ΠΑΙΔΙ ΠΟΥ ΠΕΙΝΑΕΙ ΕΙΝΑΙ ΑΦΟΡΜΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩ ΜΑΣ!

Ο Ρωμανός, η ενοχή μου κι ο ελέφαντας

Γεια σου, φίλε Πιτσιρίκο. Πολλές φορές έπιασα να σου γράψω μετά από την τελευταία φορά που σου είχα μιλήσει για τις συγχωνεύσεις των σχολείων μας αλλά δεν το έκανα και πάντα έσβηνα τα κείμενά μου. Νομίζω κυρίως δεν μπορούσα να σου στείλω κάτι γιατί ένιωθα πως όφειλα να κλείσω και την εκκρεμότητα που υπήρχε με την ενημέρωσή σου για το αποτέλεσμα του αγώνα μας κατά των συγχωνεύσεων μια και είχες βάλει κι εσύ το λιθαράκι σου. Βλέπεις, αν και η μια από τις δύο που είχαν ανακοινώσει για τη Νίκαια αποφεύχθηκε, το δικό μας σχολείο το...
συγχώνευσαν.
Και όπως και να το κάνεις, όσο κι αν εστιάσεις την προσοχή σου και τη σκέψη σου στο ότι υπήρξε κάτι ελπιδοφόρο, ότι μπήκε πολύς κόσμος σε κίνηση, ότι πάλεψε και έδειξε εντελώς διαφορετικές διαθέσεις με τη συμμετοχή και την συν-απόφασή του, από αυτές που αποτυπώνουν με τις δημοσκοπήσεις και τις κρίσεις τους για λογαριασμό της κοινωνίας οι υπάλληλοι του Αλαφούζου και του Μπόμπολα στα κανάλια, τυπικά υπήρξε μια ήττα.
Κι ο κόσμος δεν έχει απλά χορτάσει, έχει μπουχτίσει από ήττες. Μαζί κι εγώ. Γι’ αυτό δεν σου είπα τίποτα. Αλλά δεν έχει νόημα να χώνουμε το κεφάλι στη γη, αυτό ούτε οι στρουμφοκάμηλοι (έτσι τις έλεγε λίγο παλιότερα η μεγάλη μου) δεν το κάνουν.
Τώρα όμως ο λόγος που σου γράφω (ναι, κι εγώ) είναι ο Νίκος Ρωμανός. Έχει μιλήσει και γράψει όλος ο κόσμος γι’ αυτό το παιδί, έχει γίνει θέμα συζήτησης σχεδόν σε κάθε συνεύρεση φίλων, γνωστών, συνεργατών.
Τόσο, που πλέον ακούς όλο και πιο συχνά πολλούς (κι όχι απαραίτητα με κακή πρόθεση) να λένε «μα έλεος πια με τον Ρωμανό, δεν έχουμε με τι άλλο να ασχοληθούμε»; Κι αλήθεια. Μήπως έχει δίκιο αυτός ο κόσμος; Έχουμε καλύτερα πράγματα να ασχοληθούμε;
Εγώ λέω σίγουρα ναι. Έχουμε να ασχοληθούμε με το 5χρονο μωρό που σκοτώσαμε σαν κοινωνία επειδή δεν υπήρχε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας σε τόσα νοσοκομεία της Κεντρικής Ελλάδας για να το υποδεχτεί και το έκαναν τουρ από νοσοκομείο σε νοσοκομείο.
Έχουμε χιλιάδες πρόσφυγες, μεταξύ των οποίων εκατοντάδες ασυνόδευτα παιδάκια, που περνώντας από εδώ προς τον Βορά, κυνηγημένα από τον πόλεμο, τα κρατάμε φυλακισμένα μέσα στη χώρα για να μην μας ξεφύγουν και πάνε βόρεια και ανέβει κάνας τόνος στον μέσο όρο το χρώμα του δέρματος στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη.
Έχουμε να ασχοληθούμε με τους ανθρώπους που είναι άστεγοι, που ψάχνουν για φαγητό στα σκουπίδια, που πεθαίνουν αβοήθητοι χωρίς φάρμακα και περίθαλψη, που παθαίνουν φυματίωση και πεθαίνουν στα κολαστήρια των φυλακών μας, που ξεριζώνονται από έναν τόπο που αγαπάνε για να επιβιώσουν ή για να ζήσουν, με τις συντάξεις και τους μισθούς που δεν φτάνουν ούτε για ζήτω. Δεν περιγράφω άλλα, λες και δεν τα ξέρουμε όλοι άλλωστε.
Πολύ λαμπρά. Όσοι λοιπόν κουράστηκαν να ακούνε και να ασχολούνται με τον Ρωμανό, όπως πχ ο κύριος Τράγκας που πρωτοστάτησε στην επικοινωνιακή προετοιμασία της αποφυλάκισης του Λαυρεντιάδη, τι άλλο τους απασχόλησε, με τι άλλο καταπιάστηκαν από τα παραπάνω και δεν αδειάζουν ούτε να ακούσουν ή να βάλουν το μυαλό τους να σκεφτεί για τον Ρωμανό;
Όταν πήγα να αφήσω 2 βρεφικά γαλατάκια και κάποια άλλα πράγματα στους Σύριους στο Σύνταγμα με ντροπή και χαμηλά το κεφάλι, όχι απλά ενοχικά αλλά σαφέστατα ένοχος απέναντι στους συνανθρώπους μου που τους αφήνω να ζουν με τα μωρά στο κρύο, τη βροχή και την ανέχεια, από Έλληνες βρήκα καμιά δεκαριά νοματαίους, πιθανότατα μάλιστα ιδεολογικούς συντρόφους του Ρωμανού.
Σε όσες πορείες, διαδηλώσεις, αλληλέγγυες δράσεις που έχουν γίνει για τους «από κάτω», για την υγεία, την παιδεία, τους πνιγμένους, τους ξεσπιτωμένους, τις ίδιες και τις ίδιες φάτσες βλέπεις. Έχουμε καταντήσει γραφικοί και δεν ντρέπομαι καθόλου να το πω.
Για να είμαστε (που λέει κι ο Πρωθυπουργός μας) ξεκάθαροι, ΚΑΘΕ ΠΑΙΔΙ ΠΟΥ ΠΕΙΝΑΕΙ ΕΙΝΑΙ ΑΦΟΡΜΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩ ΜΑΣ.
ΚΑΘΕ ΑΔΙΚΙΑ απέναντι σε συνάνθρωπό μας που μας κάνει να βουρκώνουμε, να οργιζόμαστε, να απελπιζόμαστε, να βαριανασαίνουμε, είναι ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΓΙΑ ΞΕΣΗΚΩΜΟ.
Η αδικία έχει σαρώσει την κοινωνία, την αποδεχόμαστε μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο και είναι έτοιμη να μας κατασπαράξει. Έναν, έναν.
Τώρα όμως δεν υπάρχει δικαιολογία. Δεν μπορείς να μην μιλήσεις, να μην σκεφτείς, να μην πάρεις θέση!
Αυτό είναι που ενοχλεί στην ιστορία του Ρωμανού.
Οι άλλες υποθέσεις είναι (λέμε τώρα) πολύπλοκες. «Δεν έχουμε λεφτά για ΜΕΘ» (ή παιδεία, κοινωνικές παροχές, φάρμακα κ.λπ.) σου λέει και «πρέπει να χρηματοδοτηθούν οι μεγάλοι για να έχουμε τράπεζες, δρόμους, μισθούς και τι να κάνουμε, αφού η Ευρώπη, αφού η ελεύθερη αγορά, αφού το κακό δημόσιο, αφού οι τυρόπιτες χωρίς αποδείξεις και ποια δημόσια αγαθά και ποια διαχείρισή τους μου λες και πιάσε τ’ αυγό και κούρεψ’ το».
Εδώ όμως τα πράγματα είναι απλά αλλά κι εξόφθαλμα κι ας μου επιτραπεί μια μικρή αναδρομή. Σκοτώνουμε με μια σφαίρα της αστυνομίας «μας» ένα πιτσιρίκι που καταλήγει πρακτικά στα χέρια ενός άλλου παιδιού, του κολλητού του.
Αυτό το παιδί, όπως τουλάχιστον μας λένε οι γονείς του, γίνεται άλλος άνθρωπος. Αντί να γλύψει τα τραύματα στη μητρική αγκαλιά και να θρηνήσει απλά για τον φίλο του, κοιτάζοντας στη συνέχεια τη ζωούλα του, αλλάζει, ωριμάζει, πολιτικοποιείται.
Θυμώνει, παίρνει στα χέρια του την ευθύνη για τον κόσμο του. Για τον άδικο κόσμο του και κόσμο μας που περιγράψαμε πιο πάνω.
Αποφασίζει να αναλάβει δράση απέναντι σε αυτούς που αδικούν κι εκμεταλλεύονται. Και αποπειράται να κάνει κάτι που εμένα με βρίσκει αντίθετο αλλά και ό,τι πιο συμβολικό στην τωρινή κατάσταση, να ληστέψει μια τράπεζα. Κόντρα στους νόμους μας, τους θεσμούς μας, τα ειωθότα μας, την αστυνομία μας, που έχουν όλα φερθεί με πρόστυχα άδικο τρόπο σε όλους μας και κυρίως στους πιο αδύναμους.
Τον τσακώνει λοιπόν η αστυνομία μας ενώ αυτός δεν αντιδρά, δεν πυροβολεί και φροντίζει αυτός για την ακεραιότητα του γιατρού που παίρνουν ως όμηρο, ο οποίος τελικά τις τρώει από την αστυνομία.
Τον κάνουμε ασήκωτο απ’ το ξύλο, γιατί όπως ξέρουμε στον σύγχρονο νομικό πολιτισμό της χώρας μας τα βασανιστήρια κι η αυτοδικία είναι όχι απλά νόμιμα αλλά κι υποχρεωτικά.
Τον βαφτίζουν τα ΜΜΕ κι οι πολιτικοί μας, τρομοκράτη, αλήτη, δολοφόνο, λέμε ότι άδειασε ένα καλάζνικοφ στους φρουρούς κ.α. πολλά.
Τελικά, τον καταδικάζουμε για τη ληστεία της τράπεζας και τον απαλλάσσουμε από τις κατηγορίες για τρομοκρατία (που και το τι είναι και τι αποκαλούμε τρομοκρατία είναι μια μεγάλη κουβέντα).
Κατόπιν τον αφήνουμε να διαβάσει, να δώσει εξετάσεις, να περάσει σε μια σχολή, τον βραβεύει ο Υπουργός μας ο κύριος Αθανασίου, τον βραβεύει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας ο κύριος Παπούλιας (άσχετα αν αρνήθηκε να τους δει και τους εκνεύρισε με την αυθάδειά του) και μεταφέρεται στον Κορυδαλλό για να ξεκινήσει η φοίτησή του. Όπως έχει γίνει και με αμέτρητους δολοφόνους, βαρυποινίτες κλπ.
Και στο τέλος, σαν να θέλουμε να τον τιμωρήσουμε για τη συνέπειά του, σαν να τον εκδικούμαστε που δεν στήθηκε να τον βραβεύσουμε, σαν να μας ενοχλεί η αξιοπρέπειά του, του αρνούμαστε τις ανάσες ελευθερίας που του είπαμε εμείς κι οι νόμοι μας πως δικαιούται.
Απλά επειδή δεν είναι ένας από μας και δεν είναι σαν τους άλλους κατάδικους κι αρνείται ζωή χωρίς ειλικρίνεια κι αξιοπρέπεια, με πολιτική απόφαση και κατάφωρα άδικη και στοχευμένη πολιτική παρέμβαση στη δικαιοσύνη.
Δηλαδή, για να μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας κιόλας, παρενέβησαν πολιτικά στη δικαιοσύνη για να μην πάρει άδεια και τώρα λένε πως δεν μπορούν να παρέμβουν για να μαζέψουν την προηγούμενη πολιτική τους παρέμβαση και να αποτρέψουν ένα παλικάρι από το να αποδράσει από τη ζωή και το θέατρο του παραλόγου που έχουμε στήσει γύρω απ’ τα μάτια του.
Ο Νίκος Ρωμανός, μας φταίει γιατί μας έδειξε τα αδιέξοδά μας. Τα θεσμικά, τα ηθικά, τα νομικά, τα φιλοσοφικά, τα οικονομικά, τα λογικά αδιέξοδά μας. Το αδιέξοδο στο οποίο μας έχει φέρει η περίπτωσή του, συμβολίζει τα αδιέξοδα των ζωών μας.
Το θέμα δεν είναι αυτή, η μια ζωή, δεκάδες φεύγουν κάθε μέρα για διάφορους λόγους. Ο συμβολισμός όμως του αγώνα του είναι τόσο ξεκάθαρος και ξεγυμνωτικός που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες κι αμφιταλαντεύσεις.
Δεν ξέρω τι έχει στο μυαλό του ο άνθρωπος αλλά είμαι σίγουρος για ένα πράγμα. Στα 40φεύγα μου, δεν έχω κάνει τίποτα το σημαντικό αλλά νόμιζα πως κάτι είχα πετύχει. Τα όνειρά μου από πιτσιρίκι ήταν πολύ γήινα. Να αγαπήσω ένα κορίτσι (τσεκ), να κάνω μαζί του δυο τουλάχιστον κουτσούβελα που να τα κάνω τουλάχιστον καλά παιδάκια (για την ώρα τσεκ) και να είμαι καλό παιδί, χρήσιμο και με θετική συμβολή όπου βρίσκομαι κι όχι σαβούρα της κοινωνίας (ξέρω γω; τσεκ πες).
Κι έρχεται αυτό το θρασίμι και με κάνει συνένοχο σε φόνο οσονούπω. Μου τα γκρεμίζει όλα. Είμαι υπέρ της άποψης ότι κάθε στιγμή (μπορείς να) είσαι άλλος άνθρωπος. Δεν χρειάζονται τα βαρίδια της ενοχής και των τύψεων για τα λάθη σου, κυρίως αν μετά από την εμπέδωση αυτών των λαθών, των βιωμάτων και των διαβασμάτων σου, έχεις αποκτήσει την κουλτούρα που θα σε αποτρέψει από το να κάνεις τα ίδια.
Κι όμως εδώ βρίσκομαι κι εγώ σε αδιέξοδο. Για δεύτερη φορά σε έναν χρόνο βιώνω μια κατάσταση που με κάνει και βουρκώνω καθημερινά. Και τσακώνομαι με συγγενείς και συναδέλφους και φίλους και νιώθω πολύ λίγος για να διαχειριστώ την κατάσταση, με τις ευθύνες τεράστιες και συγκριτικά τη συνεισφορά και το ξεβόλεμά μου απειροελάχιστα.
Τελικά άμα το καλοσκεφτείς μου έχει δώσει κάθε αφορμή να τον μισήσω ο συνονόματος. Όμως είναι παιδί που δεν έζησε «νορμάλ» την ενηλικίωση και την εφηβεία του κι επειδή είμαι μπαμπάς κι εγώ, κατανοώ και το συγχωρώ. Φτάνει να σταματήσει να με ξεμπροστιάζει.
Και κλείνοντας, μια και μάλλον ήδη έγραψα μεγάλο, πομπώδες και μελό κείμενο για να μπορείς να το δημοσιεύσεις, θα σου παραθέσω και μια ιστορία για να την έχεις τουλάχιστον υπόψη σου εσύ αν δεν την ξέρεις/θυμάσαι. Είναι πολύ όμορφη και διδακτική αν και με συγκινεί κάθε φορά (εντάξει ας το παραδεχτούμε, είμαι πολύ Ξανθόπουλος τελευταία):
O ΑΛΥΣΟΔΕΜΕΝΟΣ ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ
(από το βιβλίο του Χορχε Μπουκάι «Να σου πω μια Ιστορία)
Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών. Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμής του… “Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στη σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σ” ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μια αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του. Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό κι έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος. Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορεί να ξεριζώσει δέντρα με τη δύναμή του, Θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει. Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο.
Μα τι τον κρατάει;
Γιατί δεν το σκάει;
“Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστευα ακόμα στη σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο, τον πατέρα μου ή ένα θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα. Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας δεν το έσκαζε γιατί ήταν δαμασμένος. “Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: «Κι αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν;»
Δεν θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση. Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα. Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα -ευτυχώς για μένα-, ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία ώστε ν” ανακαλύψει την απάντηση.
Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σ” ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.
“Έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα τον νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι. Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να λευτερωθεί. Μα, παρ” όλες τις προσπάθειές του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί εκείνο το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του. Φαντάστηκα ότι Θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα Θα προσπαθούσε ξανά, και τη μεθεπόμενη το ίδιο…Ώσπου, μια μέρα, μια φρικτή ημέρα για την ιστορία του, το ζώο Θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στη μοίρα του. Αυτός ο Πανίσχυρος και Θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής.
Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννηση του είναι χαραγμένη στη μνήμη του. Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση. Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…
Και συνεχίζει ο συγγραφέας:
Έτσι είμαστε λίγο-πολύ όλοι σαν τον ελέφαντα του τσίρκου. Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια πού μας στερούν την ελευθερία. Ζούμε πιστεύοντας ότι «δεν μπορούμε» να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μια φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν ήμασταν μικροί, προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε. Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα.
Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το μήνυμα: «Δεν μπορώ, δεν μπορώ και ποτέ δεν θα μπορέσω». Μεγαλώσαμε κουβαλώντας αυτό το μήνυμα πού επιβάλαμε στον εαυτό μας και γι” αυτό ποτέ ξανά δεν επιχειρήσαμε να λευτερωθούμε από το παλούκι. Όταν, μερικές φορές, νιώθουμε τους χαλκάδες να σφίγγουν τα πόδια μας και ακούμε τον ήχο της αλυσίδας μας, κοιτάζουμε λοξά το παλούκι και σκεφτόμαστε: Δεν μπορώ και ποτέ δεν θα μπορέσω.
Ο μοναδικός τρόπος να μάθουμε εάν μπορούμε είναι να προσπαθήσουμε πάλι με όλη μας την ψυχή… Με όλη μας την ψυχή!»
ΥΓ: Αυτό το ελεφαντάκι, τα έφερε έτσι η ζωή και, δεν πείστηκε ότι το πασσαλάκι είναι ανίκητο. Και τα υπόλοιπα παχύδερμα ανησυχούμε πολύ με την επιμονή και τον θόρυβο που προξενεί κι ετοιμαζόμαστε να το ποδοπατήσουμε. Για να επιστρέψουμε στην ησυχία και την ασφάλεια των δεσμών μας. Και τη (συν)ενοχή μου δεν μπορώ να την κρύψω από τα μάτια μου αδερφέ όσα δάκρυα κι αν σκεπάζουν τα μάτια μου αυτήν την ώρα. Δεν ξέρω αν είναι αργά να ζητήσω το μπλε χάπι.
Σε χαιρετώ
Νίκος
(Αγαπητέ Νίκο, αυτοί που προσπαθούν να ακυρώσουν τον αγώνα του Νίκου Ρωμανού και φέρνουν παραδείγματα νεκρών παιδιών, δεν αγαπούν κανέναν. Αγαπούν μόνο τον εαυτό τους και αυτό είναι μεγάλη αναπηρία. Είναι σαν αυτούς που βλέπουν κάποιον να χαϊδεύει ένα ζώο και λένε με υποτιμητικό ύφος «κοίτα πώς αγαπάει αυτός τα ζώα». Λες και το να αγαπάς τα ζώα αποκλείει το να αγαπάς τους ανθρώπους. Δεν γίνονται και τα δυο μαζί. Δεν μπορείς να νοιάζεσαι και για τον Ρωμανό και για τα άλλα παιδιά. Τους φαίνεται αδιανόητο. Τώρα κάνει απεργία πείνας ο Ρωμανός, τώρα χρειάζεται την στήριξή μας για να ζήσει. Πότε να νοιαστούμε; Αφού πεθάνει; Η ελληνική κοινωνία έφτασε σε αυτή την κατάσταση από την αδιαφορία και την ιδιωτεία. Δεν ξέρω κάποιον από τους εθελοντές στο ίδρυμα με τα παιδιά που είμαι εθελοντής, που να μην θέλει να ζήσει ο Ρωμανός. Το να αγαπάς τα παιδιά στο ίδρυμα δεν σημαίνει πως δεν μπορείς να αγαπάς και τον Νίκο Ρωμανό. Αλλά αυτοί δεν νοιάζονται ούτε για τα παιδιά στα ιδρύματα, ούτε για τον Ρωμανό. Νοιάζονται μόνο για την πάρτη τους. Κι αυτό είναι χαρακτηριστικό των ηλιθίων. Να είσαι καλά.)