Σύμφωνα με κύριο άρθρο στους Financial Times: “ύπουλος χειμώνας παραμονεύει στην ευρωζώνη”.
Μπορεί να ακούγεται αγενές το ερώτημα, με δεδομένη την ανέλπιστη ηρεμία που επικρατεί στις αγορές της ευρωζώνης τους δύο τελευταίους μήνες. Πράγματι, το κόστος δανεισμού της Ιταλίας για 10ετή ομόλογα διολίσθησε στο 4,6% χθες, στα χαμηλότερα επίπεδα δυο ετών, ενώ της Ισπανίας έπεσε στα επίπεδα του Απριλίου.
Μπορεί να ακούγεται αγενές το ερώτημα, με δεδομένη την ανέλπιστη ηρεμία που επικρατεί στις αγορές της ευρωζώνης τους δύο τελευταίους μήνες. Πράγματι, το κόστος δανεισμού της Ιταλίας για 10ετή ομόλογα διολίσθησε στο 4,6% χθες, στα χαμηλότερα επίπεδα δυο ετών, ενώ της Ισπανίας έπεσε στα επίπεδα του Απριλίου.
Όμως κάτω από την επιφανειακή ηρεμία, επικρατεί μεγάλη δυσαρέσκεια στις Βρυξέλλες και… στις εθνικές πρωτεύουσες. Αφορά την επιστροφή του επικίνδυνου εφησυχασμού, όπως πιστεύουν ορισμένοι κορυφαίοι ηγέτες, στους διαδρόμους εξουσίας της Ευρώπης. Η κατάσταση θυμίζει τις αρχές του έτους, όταν οι ανταλλαγές συγχαρητηρίων μετατράπηκαν γρήγορα σε πανικό, καθώς Ισπανία και Ιταλία ωθούνταν στο χείλος της διάσωσης.
Ολα σχεδόν τα κύρια ζητήματα που είχαν υποσχεθεί οι Ευρωπαίοι ηγέτες να λύσουν μέχρι τα τέλη του έτους –να τακτοποιήσουν την διάσωση της Ελλάδας, να βοηθήσουν την Ισπανία με ένα πρόγραμμα αγορών ομολόγων που υποστηρίζει η ΕΚΤ, να ολοκληρώσουν το πρώτο βήμα της «τραπεζικής ένωσης» της ευρωζώνης, να συμφωνήσουν στον νέο 7ετή προϋπολογισμό της ΕΕ- είτε τα ανέβαλαν είτε απέφυγαν τις δύσκολες αποφάσεις.
Στην πραγματικότητα, το μόνο πράγμα πάνω στο οποίο συμφώνησαν οι κορυφαίοι αξιωματούχοι, είναι το γιατί δεν επιτεύχθηκε συμφωνία πάνω σε κανένα ζήτημα: Χωρίς την πίεση των αγορών, οι πολιτικοί ηγέτες δεν έχουν κίνητρα να δράσουν.
«Το μόνο που κάνει την ΕΕ να κινείται, είναι οι αγορές», δήλωσε ένας ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος που ασχολείται με όλα τα παραπάνω ζητήματα. «Αυτές οι αποφάσεις είναι δύσκολες και οι πολιτικοί δεν θέλουν να λαμβάνουν δύσκολες αποφάσεις, αν δεν είναι απαραίτητο».
Η αδράνεια όμως έχει επιπτώσεις. Η πιο προφανής επίπτωση, την οποία μάλιστα επικαλούνται συχνότερα οι ευρωπαίοι ηγέτες, είναι ότι η καθυστέρηση δεν τους αφήνει να βγουν πραγματικά μπροστά από τις αγορές, ώστε οι ιδιώτες επενδυτές που παίζουν κρίσιμο ρόλο στην πορεία της ευρωζώνης, να πειστούν να επιστρέψουν με το ρευστό τους.
Ο Ολι Ρεν, ο συνήθως ατάραχος Επίτροπος της ΕΕ, ξέσπασε σε μια σπάνια συναισθηματική έξαρση, επιμένοντας ότι η συμφωνία μεταβολής της ελληνικής διάσωσης (η τέταρτη επανάληψη της διάσωσης μέσα σε δύο χρόνια) έδειξε πράγματι ότι επιτέλους η ευρωζώνη λειτουργεί προκαταβολικά.
«Για μεγάλο διάστημα, κάποιοι κατηγορούσαν εμάς, κατηγορούσαν την ΕΕ, την ευρωζώνη, ότι μένει πίσω από τις εξελίξεις… Ε, λοιπόν, θέλω να πω σε όσους συνεχίζουν να προβλέπουν ή να ποντάρουν σε «Grexit», ότι είναι αυτοί που μένουν πολύ πίσω από τις εξελίξεις», είπε ο κ. Ρεν.
Όμως από πολλές απόψεις, η ελληνική συμφωνία ήταν σύμπτωμα της γενικότερης ασθένειας.
Αντί να παραδεχτούν ότι η Αθήνα είναι πολύ δύσκολο να αναδυθεί ποτέ από το διαρκώς αυξανόμενο δανειακό της βάρος και να συμφωνήσουν σε σοβαρές περικοπές, οι ηγέτες της ευρωζώνης μπάλωσαν ένα σχέδιο ανακουφισης χρεών, γεμάτο με υποθέσεις που, ακόμη και οι διαπραγματευτές, παραδέχτηκαν ότι θα πρέπει να ξαναμελετήσουν μέχρι να λήξει η διάσωση.
Το ίδιο ισχύει για την Ισπανία. Οι πολιτικοί στην Μαδρίτη και το Βερολίνο, κάνουν δύσκολο το αίτημα για ευρωπαϊκή βοήθεια, τόσο για την Ισπανία που ζητάει και φοβάται ότι θα χάσει τον έλεγχο, όσο και για την Γερμανία που πληρώνει και αιμορραγεί κάθε φορά που η Bundestag καλείται να εγκρίνει παραπάνω βοήθεια. Τα συγκριτικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού, διευκολύνουν ακόμη περισσότερο τα επιχειρήματα υπερ της καθυστέρησης.
Όμως η ισπανική οικονομία συνεχίζει να «κλατάρει» και θα ήταν λογική απόφαση να αναλάβουν δράση τώρα, για να τονωθεί η ανάπτυξη. Αντιθέτως, το ζητηθεί απεγνωσμένα βοήθεια μέσα σε κατάσταση πανικού, θα έδειχνε πράγματι πανικό.
Η πιο ύπουλη επίπτωση της αναποφασιστικότητας, όμως, είναι ότι οι διαφωνίες κακοφορμίζουν και βαθαίνουν. Η διαφορές που πλακώνουν την ευρωζώνη –οι Νότιοι που ζητούν άμεση ανακούφιση εναντίον των Βόρειων που θέλουν την μακροπρόθεσμη θεσμοθέτηση- φαίνεται ότι πλέον μολύνουν κάθε συζήτηση. Και γίνονται όλο και πιο προσωπικές.
Είτε πρόκειται για τις «σπόντες» ανάμεσα στην Αγκέλα Μέρκελ της Γερμανίας και τον Φρανσουά Ολάντ της Γαλλίας που ακούγονται όλο περισσότερο δημόσια, είτε για την πικρία απέναντι στον Ντέιβιντ Κάμερον της Βρετανίας και τις απειλές του για βέτο, είτε για την οργή με την αναποφασιστικότητα του Μαριάνο Ραχόι της Ισπανίας, η γεύση που αφήνει κάθε συνάθροιση στις Βρυξέλλες, είναι ξινή.
Δεν είναι καινούργιες αυτού του είδους οι εντάσεις στις Βρυξέλλες. Αλλά τώρα κλιμακώνονται και γίνονται μια ύπουλη καχυποψία ανάμεσα στους ηγέτες και τους αξιωματούχους τους, ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και ανάμεσα στους ψηφοφόρους και τους ηγέτες, η οποία καταστρέφει την έννοια του κοινού σκοπού που απεγνωσμένα χρειάζεται η Ευρώπη για να λύσει τα προβλήματά της”.