ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

ΕΔΩ ΠΙΕΡΙΑ

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΚΙΖΑΣ (Α’)


                                                                                           Αντώνης Ι. Ζαρκανέλας (Δρ)
                                                                                                    π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
                                                                                                    Νομαρχίας Θεσσαλονίκης    

Η κατά κράτος ήττα των δυνάμεων του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ κατά τα Δεκεμβριανά γεγονότα του 1944 οδήγησε τους ηγέτες τους στη συνθηκολόγηση για να περισώσουν  ό,τι μπορούσε να περισωθεί (11 Ιανουαρίου 1945). Από τα γεγονότα που ακολούθησαν αλλά και από τα κείμενα των αρχηγών της άκρας αριστεράς,  που έχουν, στο μεταξύ,  δει το φως της δημοσιότητας, το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ δεν κατέθεταν τα όπλα, ούτε διέλυαν τον ΕΛΑΣ, το ΕΛΑΝ, την Πολιτοφυλακή. Απλώς έκαναν μια κίνηση τακτικής για να κερδίσουν χρόνο, να ανασυνταχθούν. Ο στόχος ήταν σταθερά ο ίδιος: Η κατάληψη της εξουσίας με τη βία.
Την 3η Φεβρουαρίου του 1945 έφθασε στην Αθήνα από τα Τρίκαλα, όπου ευρίσκετο η πρωτεύουσα του Εαμικού «Κράτους», η αντιπροσωπεία του ΚΚΕ/ΕΑΜ που αποτελούνταν από τους Σιάντο, Παρτσαλίδη και Τσιριμώκο, προκειμένου να διαπραγματευθεί την οριστική ειρήνευση σύμφωνα και με τη συμφωνία συνθηκολόγησης που είχε υπογραφεί ένα μήνα πριν με τον Σκόμπυ. Εκπρόσωποι της Ελληνικής  Κυβέρνησης υπό τον Υπουργό Εξωτερικών Ιωάννη Σοφιανόπουλο, ο οποίος είχε στενούς δεσμούς με την άκρα αριστερά από το 1936, και οι ανωτέρω εκπρόσωποι του ΕΑΜ/ΚΚΕ συναντήθηκαν στην έπαυλη Κανελλοπούλου στη Βάρκιζα. Εκεί, όπως αναφέρει το  προοίμιο  της συμφωνίας «… από κοινού εξητάσαμε τα μέσα και τον τρόπο καταπαύσεως του εμφυλίου πολέμου και της συμφιλιώσεως του ελληνικού λαού και καταλήξαμε εις την κατωτέρω συνομολογηθείσα,  συμφωνίαν:…»
Η Συμφωνία της Βάρκιζας αποτελείται από 9 άρθρα τα οποία προβλέπουν:
Άρθρο 1. Πλήρη αποκατάσταση των προσωπικών και δημοκρατικών ελευθεριών.
Άρθρο 2. Την κατάργηση του στρατιωτικού νόμου.
Άρθρο 3. Αμνηστία των πολιτικών αδικημάτων που τελέσθηκαν από 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής της συμφωνίας.
Άρθρο 4. Άμεση απελευθέρωση των ομήρων πολιτών που συνελήφθησαν από τον ΕΛΑΣ ή την Εθνική Πολιτοφυλακή.
Άρθρο 5. Δημιουργία Εθνικού Στρατού .
Άρθρο 6. Αποστράτευση του ΕΛΑΣ, τακτικού και εφεδρικού, του ΕΛΑΝ και της Εθνικής Πολιτοφυλακής. Παράδοση του οπλισμού τους.
Άρθρο 7.  Εκκαθάριση των δημοσίων υπηρεσιών με βάση συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια.
Άρθρο 8. Εκκαθάριση των σωμάτων ασφαλείας.
Άρθρο 9. Όροι  και προϋποθέσεις διενέργειας δημοψηφίσματος για το πολιτειακό και εκλογών.
Η συμφωνία υπογράφτηκε την 12η Φεβρουαρίου 1945.
 Με τη συμφωνία πίστευαν οι αγνοί Έλληνες πατριώτες ότι θα καταστεί, επί τέλους, δυνατή η λειτουργία του Κράτους. Με την εφαρμογή της και τη συμμετοχή όλων θα μπορούσε να αρχίσει η αναδιάρθρωση του Κράτους , η συγκρότηση Εθνικού Στρατού, η εμπέδωση ήρεμου πολιτικού κλίματος ..
Η απόφαση του ΚΚΕ να συναινέσει στην υπογραφή μιας συμφωνίας με όρους που ήταν αδιανόητοι δύο, μόλις, μήνες  πριν, δείχνει τρία  πράγματα: Πρώτον, την αδυναμία του να επιβληθεί στο στρατιωτικό πεδίο, τουλάχιστον στην πρωτεύουσα, δεύτερον,  την τελεσίδικη μετατόπιση της λαϊκής συμπάθειας από την Αριστερά στην Δεξιά μετά τις ωμότητες των Δεκεμβριανών και τρίτον ότι δεν θα τηρούσε, στην ουσία, τους όρους που το αφορούσαν δηλ, την ουσιαστική διάλυση του ΕΛΑΣ, ΕΛΑΝ, Πολιτοφυλακής και την παράδοση των όπλων. Υπέγραφε δηλ. το ΚΚΕ την απόφαση εν γνώσει του ότι δεν θα την τηρήσει ή την υπέγραφε απλώς για να κερδίσει χρόνο.
Την υλοποίηση των προβλεπόμενων στα άρθρα 1,2,4,5,7,8,9 ήταν υποχρεωμένη να προωθήσει η Κυβέρνηση υπό το βλέμμα του ΚΚΕ, το οποίο με απεργίες, συλλαλητήρια, διαμαρτυρίες κλπ., θα πίεζε για υλοποίηση με τον τρόπο που αυτό θα επέβαλε.
Το άρθρο 3, της μερικής αμνηστίας, όσον επιτυχέστερα το εφάρμοζε η Κυβέρνηση τόσο και περισσότεροι οργανωμένοι οπαδοί, επειδή δεν τους κάλυπτε η αμνηστία, θα κρύβονταν στην παρανομία, στις μεγάλες πόλεις και στα βουνά, περιμένοντας την εντολή έναρξης του τρίτου γύρου. Αντίθετα η κομματική ηγεσία απολαμβάνοντας το ευεργέτημα της αμνηστίας μπορούσε να κυκλοφορεί ελεύθερη και να σχεδιάζει το μέλλον από την Αθήνα μακριά από τις κακουχίες των βουνών. Όπως είχε πει ένας Ελασίτης καπετάνιος, «…είναι δύσκολο να βρει κανείς στην ιστορία παρόμοιο  παράδειγμα ηγεσίας, που εγκατέλειψε τους οπαδούς της στην τύχη τους και φρόντισε μόνον να προστατεύσει τον εαυτό της τελείως από κάθε διωγμό» (Πηγή: Δημήτρης Κούρκουλας, 1965).
Από την επομένη άρχισαν τα προβλήματα. Από τη Δεξιά υπήρχε η καχυποψία ότι δεν θα τηρήσουν την συμφωνία οι κομμουνιστές, ότι δεν υπήρχαν τρόποι ελέγχου της αποστράτευσης του ΕΛΑΣ και παράδοσης  όλων των όπλων ενώ πολλοί δεξιοί ήταν δυσαρεστημένοι και θεωρούσαν τη συμφωνία ενδοτική καθώς δινόταν αμνηστία στους πολιτικούς αρχηγούς των ανταρτών οι οποίοι ήταν και οι ηθικοί υπεύθυνοι όλων των ακροτήτων που έγιναν κατά τον Εμφύλιο της περιόδου 1943-44 και κατά τη στάση των Δεκεμβριανών.
Από την άλλη πλευρά εμφανίζεται το ΚΚΕ να κάνει με ευκολία παραχωρήσεις όταν συμφωνούσε να αποστρατεύσει τον ΕΛΑΣ και να παραδώσει τα όπλα «…κατά τους λεπτομερείς όρους του πρωτοκόλλου του καταρτισθέντος υπό επιτροπής εξ ειδικών», γιατί ήταν εξασφαλισμένο ότι δεν ήταν δυνατόν να ελεγχθεί με ακρίβεια η αληθινή δύναμη του ΕΛΑΣ ούτε και ο οπλισμός του. Ενώ το ΚΚΕ μπορούσε να ελέγχει τον τρόπο υλοποίησης των άρθρων της συμφωνίας από την Κυβέρνηση, γνώριζε ότι η Κυβέρνηση δεν μπορούσε να εποπτεύσει την αποστράτευση του ΕΛΑΣ, τακτικού και εφεδρικού, που γινόταν ήδη από τον ίδιον τον ΕΛΑΣ, ο οποίος εξέδιδε απολυτήρια (Φύλλα Πορείας) σε «στρατολογικά γραφεία» που είχαν στηθεί σε όλη την Ελλάδα, πριν και μετά τη Βάρκιζα, στα οποία αναφέρονταν  και επιστρατεύουσα  αρχή για την περίπτωση κλήσης στα όπλα. Ο κομματικός στρατός του ΚΚΕ ήδη αποστρατεύονταν με τον δικό του τρόπο και εν αγνοία της Κυβερνήσεως. Κάτω όμως από τη μύτη της.